Παλεύοντας με τη φτώχεια, την πείνα και τις τραγικές ελλείψεις σε βασικά είδη διατροφής και διαβίωσης στη Βενεζουέλα της βαθιάς οικονομικής κρίσης πολλοί γονείς αποτολμούν το αδιανόητο.
Αφήνουν τα παιδιά τους σε ορφανοτροφεία...
«Ο κόσμος δεν μπορεί να βρει τρόφιμα. Δεν μπορούν να ταϊσουν τα παιδιά τους. Τα αφήνουν όχι γιατί δεν τα αγαπούν, αλλά επειδή δεν έχουν άλλο τρόπο να τα συντηρήσουν», δήλωσε στη Washington Post η κοινωνική λειτουργός Μαγκντέλις Σαλαζάρ.
Επίσημα στοιχεία δεν υπάρχουν για το πόσα παιδιά -τα μικρότερα θύματα της πρωτοφανούς κρίσης στη Βενεζουέλα του Νικολάς Μαδούρο- εγκαταλείπουν οι γονείς τους ή τα στέλνουν σε ορφανοτροφεία και κέντρα μέριμνας. Αλλά η έρευνα της αμερικανικής εφημερίδας σε ιδιωτικά ορφανοτροφεία -καθώς η πρόσβαση για τους ξένους ανταποκριτές στα κρατικά ιδρύματα είναι απαγορευμένη, αφού οι υπεύθυνοι φοβούνται μήπως πέσουν σε δυσμένεια αν καταγραφούν οι άθλιες συνθήκες διαβίωσης και οι ελλείψεις ακόμη και σε πάνες – έδειξε ότι πρόκειται για εκατοντάδες -ή και παραπάνω- σ’ ολόκληρη τη χώρα.
Μόνον σε ένα απ’ αυτά τα ιδιωτικά ορφανοτροφεία, το μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα “Fundana” στο νοτιοανατολικό Καράκας, υποβλήθηκαν πέρυσι 144 αιτήματα φιλοξενίας παιδιών στις εγκαταστάσεις του -από 24 το 2016-.
«Δεν ήξερα τι άλλο να κάνω», είπε με βουρκωμένα τα μάτια η 32χρονη Ανχέλικα Πέρεζ, μητέρα τριών παιδιών, που εμφανίστηκε πρόσφατα στο “Fundana” με τον τρίχρονο γιο της και τις δύο κόρες της, ηλικίας 5 και 14 ετών. Είχε χάσει πριν από μερικούς μήνες τη δουλειά της και αποφάσισε να αφήσει τα παιδιά της στο ορφανοτροφείο για να μην πεθάνουν από την πείνα και να μπορέσει εκείνη να πάει να εργαστεί στη γειτονική Κολομβία.
«Δεν ξέρεις τι σημαίνει να βλέπεις τα παιδιά σου να πεινούν. Δεν έχεις ιδέα. Νιώθω ότι εγώ φταίω γι’ αυτό. Αλλά η αλήθεια είναι ότι προσπάθησα σκληρά. Δουλειές δεν υπάρχουν και εκείνα αδυνατίζουν μέρα με τη μέρα. Τι έπρεπε να κάνω;», λέει.
Λαβωμένη από την πτώση των τιμών του μαύρου χρυσού παγκοσμίως και τη χρόνια κακοδιαχείριση η Βενεζουέλα βυθίστηκε σε ύφεση το 2014 κι έκτοτε η κρίση γιγαντώνεται.
Σύμφωνα με στοιχεία της καθολικής φιλανθρωπικής οργάνωσης Caritas τον περασμένο Δεκέμβριο το ποσοστό των παιδιών κάτω των 5 ετών που δεν σιτίζονται επαρκώς στις φτωχότερες περιοχές τεσσάρων ομόσπονδων πολιτειών εκτοξεύθηκε στο 71% από 54% επτά μήνες νωρίτερα.
Το δίκτυο των κρατικών υπηρεσιών που παρέχει προστασία στα παιδιά από ευάλωτες κοινωνικές ομάδες καταρρέει ελλείψει πόρων, λόγος για τον οποίο αρκετοί γονείς παρατάνε τα παιδιά τους στους δρόμους αδυνατώντας να τα συντηρήσουν.
Μόνον στην περιοχή Sucre του Καράκας για παράδειγμα εγκαταλείφθηκαν πέρυσι οκτώ παιδιά σε νοσοκομεία και δημόσιους χώρους. Άλλα εννιά σε κέντρα μέριμνας. Η κατάσταση στα κρατικά ορφανοτροφεία είναι απελπιστική.
«Έχουμε σοβαρά προβλήματα εδώ», δήλωσε ανωνύμως για το φόβο των αντιποίνων διευθυντικό στέλεχος ενός κέντρου παιδικής μέριμνας στο El Libertador, μια από τις φτωχότερες συνοικίες του Καράκας. «Είναι πολύ περισσότερα τα εγκαταλελειμμένα παιδιά. Και το πρόβλημα δεν είναι ότι είναι απλώς περισσότερα, αλλά κι η κατάσταση της υγείας τους είναι πολύ χειρότερη. Αδυνατούμε να τα φροντίσουμε».
Έτσι το βάρος πέφτει στα ιδρύματα που διαχειρίζονται μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί και φιλανθρωπικές οργανώσεις. Κι η ζήτηση είναι τόσο αυξημένη, που έχουν φτιάξει λίστες αναμονής. Παράλληλα προσπαθούν να βοηθήσουν όπως μπορούν ιδρύοντας τράπεζες τροφίμων για άπορους γονείς -θύματα της οικονομική κρίσης. Αλλά τι να κάνουν τα λιγοστά τρόφιμα;
Η 28χρονη Νταγιάνα Σιλγκάδο άφησε τα δύο μικρότερα παιδιά της σε ορφανοτροφείο και κράτησε τα δύο μεγαλύτερα στο σπίτι. Το δωρεάν γάλα, τα ζυμαρικά και οι κονσέρβες με τις σαρδέλες κάπως βοηθούν. Αλλά δεν φθάνουν.
«Μαμά, θέλω κι άλλο», της λένε μετά το φτωχικό δείπνο. Αλλά τι να τους δώσει εκείνη;...