Επί ξυρού ακμής βαδίζουν οι αμερικανο-τουρκικές σχέσεις λόγω της τουρκικής εισβολής στη Συρία και των επιθετικών κινήσεων του Ταγίπ Ερντογάν.
Όπως επισημαίνει σε άρθρο γνώμης το Politico η κάποτε αδιανόητη προοπτική μιας σύγκρουσης μεταξύ Τούρκων και Αμερικανών στρατιωτών είναι πλέον ανησυχητικά πραγματική εξαιτίας της ήδη αποσταθεροποιητικής τουρκικής επιχείρησης κατά των υποστηριζόμενων από τις ΗΠΑ Κουρδικών πολιτοφυλακών στην Αφρίν, ενώ ο κίνδυνος θα είναι ακόμη μεγαλύτερος αν ο Ερντογάν κάνει πράξη τις απειλές του να προωθηθούν οι τουρκικές δυνάμεις ανατολικότερα προς την ελεγχόμενη από τους Κούρδους Μανμπίτζ, όπου περιπολούν αμερικανικές δυνάμεις.
Κι ο μόνος τρόπος, σύμφωνα με το άρθρο, να αποφευχθεί μια σύρραξη είναι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής στην Ουάσιγκτον να υιοθετήσουν μια σαφή και σκληρή προσέγγιση έναντι της Τουρκίας τώρα, προτού η κατάσταση επιδεινωθεί.
«Οι απειλές κατά των αμερικανικών δυνάμεων στην Μανμπίτζ μπορούν να βλάψουν ανεπανόρθωτα την αμερικανικοτουρκική συμμαχία που κρατά δεκαετίας και ήδη βρίσκεται υπό πίεση λόγω του συνδυασμού του εντεινόμενου αυταρχισμού του Ερντογάν, του φλερτ με τη Ρωσία και των αντικρουόμενων συμφερόντων με τη Συρία. Μια σαφής αμερικανική δήλωση ότι αυτό δεν θα γίνει ανεκτό υποστηριζόμενη από μια αποτελεσματική αποτρεπτική τάση είναι αναγκαία για να αποτραπούν αμερικανο-τουρκικές εχθροπραξίες και να διατηρηθεί η όποια ελπίδα για μια λειτουργική σχέση με μέλλον.
Δυστυχώς μέχρι τώρα η κακοφωνία των ανάμεικτων αμερικανικών μηνυμάτων σε συνδυασμό με την μακροχρόνια τάση να καλοπιάνουν την Τουρκία έχει πείσει τον Ερντογάν ότι η Ουάσιγκτον θεωρεί πολύ σημαντική τη σχέση της με την Άγκυρα για να την αφήσει να αποτύχει. Αυτό, όμως, το μόνο που κάνει είναι να ενισχύει την όρεξή του για ριψοκίνδυνες κινήσεις και συνεπώς τις πιθανότητες μιας σύρραξης. Πρέπει [οι ΗΠΑ] να δώσουν στην Άγκυρα να καταλάβει ποιες θα είναι οι ολέθριες συνέπειες μιας επίθεσης στο Μανμπίτζ», γράφουν ο πρώην Αμερικανός πρέσβης στην Τουρκία, Έρικ Έντελμαν και ο Τζέικ Σάλιβαν, πρώην σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του τέως αντιπροέδρου των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν.
Το άρθρο αναφέρεται στις διάφορες προκλήσεις από μέρους της Τουρκίας του Ερντογάν τόσο αναφορικά με τις διεθνείς κυρώσεις έναντι του Ιράν, όσο και με τη Συρία, όπου τουρκικά ΜΜΕ δημοσίευσαν χάρτες μυστικών αμερικανικών βάσεων. Επισημαίνει τις συλλήψεις ενός Αμερικανού πάστορα, ενός υπαλλήλου της NASA και υπαλλήλων του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, τις επιθέσεις των σωματοφυλάκων του Ερντογάν κατά διαδηλωτών στην Ουάσιγκτον, την προμήθεια S-400 από τη Ρωσία και υπογραμμίζει ότι η Ουάσιγκτον απάντησε με «χάδια», ελπίζοντας να πείσει την Άγκυρα να συμπεριφέρεται ως καλός σύμμαχος, αν της φέρεται ως τέτοιο, αλλά μάταια.
Οι συντάκτες του άρθρου θεωρούν ότι ο στόχος της Ουάσιγκτον δεν θα πρέπει να είναι η αντιπαράθεση με την Τουρκία για χάρη της αντιπαράθεσης, ή επειδή έχει εξοργιστεί με τον Ερντογάν, αλλά να δημιουργηθούν οι συνθήκες για εποικοδομητική προσέγγιση, υιοθετώντας μια σταθερή και συνεπή στάση και αφήνοντας να αιωρείται μεταξύ άλλων η απειλή επιβολής κυρώσεων στην αμυντική βιομηχανία και τον οικονομικό τομέα της Τουρκίας καθώς και σε αξιωματούχους που εμπλέκονται στην παράκαμψη των διεθνών κυρώσεων εις βάρος της Τεχεράνης και την προμήθεια των ρωσικών S-400. Και καταλήγουν:
«Τελικά, αν ο Ερντογάν αποφασίσει να καταστρέψει την αμερικανική -τουρκική συμμαχία, δεν υπάρχει τίποτα που μπορεί να κάνει ο Τραμπ ή οποιοσδήποτε άλλος για να τον σταματήσει. Όμως, αν καταστεί σαφές και με συνέπεια ποιο είναι το διακύβευμα μπορεί να βοηθήσει να διασφαλιστεί ότι ο ευμετάβλητος ηγέτης της Τουρκίας δεν θα υπερβεί το σημείο, που δεν θα υπάρχει επιστροφή θεωρώντας ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα απαντήσουν.»