«Τα τρία τελευταία χρόνια, η Eurostat καταγράφει σταθερά μείωση της ανεργίας στην Ελλάδα».
Αυτό δηλώνει στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων η αναπληρώτρια υπουργός Εργασίας, αρμόδια για την καταπολέμηση της ανεργίας, Ράνια Αντωνοπούλου, σχολιάζοντας τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας, σύμφωνα με τα οποία το επίπεδο της ανεργίας στη χώρα μας κατέγραψε τη μεγαλύτερη μείωση στην ΕΕ, μεταξύ Οκτωβρίου 2016 και Οκτωβρίου 2017, από 23,3% στο 20,7%, αντιστοίχως.
«Η ανεργία υποχωρεί, αυτό δεν μπορεί να το αμφισβητήσει κανείς» επισημαίνει η κ. Αντωνοπούλου, διαβεβαιώνοντας, ωστόσο ότι, για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και το υπουργείο Εργασίας, το διακύβευμα δεν είναι μόνο η μείωση της ανεργίας, αλλά και το είδος των νέων θέσεων εργασίας, που δημιουργούνται.
«Προσωπικά, θεωρώ ότι, διασφαλίζοντας την πολιτική σταθερότητα και με δεδομένη την αδιαμφισβήτητη αναπτυξιακή πορεία της οικονομίας τον τελευταίο χρόνο, σε συνδυασμό με τις πολιτικές απασχόλησης που προωθούμε, η ανεργία θα συνεχίσει με γρηγορότερους ρυθμούς την πτωτική της πορεία. Παράλληλα, με την έξοδο από τα μνημόνια, θα επανέλθει και η εργασιακή κανονικότητα στην απορρυθμισμένη αγορά εργασίας που κληρονομήσαμε» εκτιμά η κ. Αντωνοπούλου.
Σε ερώτηση σχετικά με την κριτική που δέχεται από την αντιπολίτευση, η οποία, επικαλούμενη τα μηνιαία στοιχεία του πληροφοριακού συστήματος «ΕΡΓΑΝΗ», ισχυρίζεται ότι, επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, οι προσλήψεις με μορφή ευέλικτων μορφών εργασίας εκτινάχθηκαν, ενώ, αντίθετα, η πλήρης απασχόληση υποχωρεί έναντι αυτών και υποστηρίζει, μάλιστα πως τα παραπάνω δεδομένα συντελούν στη μείωση της ανεργίας, η αναπληρώτρια υπουργός Εργασίας απαντά ότι τα μηνιαία τεύχη του πληροφοριακού συστήματος «ΕΡΓΑΝΗ», μεταξύ άλλων, παρουσιάζουν στοιχεία για τον καταμερισμό πλήρους, μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης, στο σύνολο των νέων θέσεων εργασίας τόσο για κάθε μήνα, όσο και σωρευτικά για τους προηγούμενους μήνες του έτους (π.χ. Ιανουάριος-Νοέμβριος 2017). Σύμφωνα με την κ. Αντωνοπούλου, τα στοιχεία αυτά δείχνουν την τάση στις καινούριες προσλήψεις, αλλά δεν παρουσιάζουν την εικόνα μερικής-πλήρους απασχόλησης ούτε για το μηνιαίο καθαρό ισοζύγιο προσλήψεων-αποχωρήσεων ούτε για το ισοζύγιο σωρευτικά.
«Δεδομένου ότι τα μηνιαία στοιχεία έχουν μεγάλες διακυμάνσεις από μήνα σε μήνα, αν ενδιαφερόμαστε για τη συνολική κατάσταση που επικρατεί στον ιδιωτικό τομέα αναφορικά με τις μορφές απασχόλησης, πρέπει να συνυπολογιστεί η πλήρης, μερική και εκ περιτροπής απασχόληση, στο σύνολο όχι μόνο των προσλήψεων, αλλά και των αποχωρήσεων στο τέλος της κάθε χρονιάς» διευκρινίζει η κ. Αντωνοπούλου. «Επομένως»- διαπιστώνει -«ο σωστός τρόπος, για να βλέπουμε την τάση που επικρατεί στις επιχειρήσεις αναφορικά με την πλήρη, μερική και εκ περιτροπής απασχόληση, είναι να εξετάζουμε σωρευτικά στο τέλος του χρόνου το καθαρό ισοζύγιο».
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει, «από τις συνολικά 143.000 νέες θέσεις εργασίας που δημιουργήθηκαν το 2017 (Ιανουάριος-Δεκέμβριος 2017), το 44,02% ήταν πλήρους απασχόλησης, εν αντιθέσει με το 2014, οπότε είχαν δημιουργηθεί 99.000 νέες θέσεις εργασίας, εκ των οποίων μόλις το 38,82% ήταν πλήρους απασχόλησης. Επομένως, το 2017, η πλήρης απασχόληση στον ιδιωτικό τομέα αυξήθηκε κατά 5.2 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το success έτος 2014».
«Σε ό,τι αφορά τη συνολική εικόνα στο σύνολο των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα», η αναπληρώτρια υπουργός Εργασίας σημειώνει ότι αυτή αναδεικνύεται κάθε χρόνο με το ειδικό τεύχος του πληροφοριακού συστήματος «ΕΡΓΑΝΗ». Όπως υπογραμμίζει, «βάσει του ειδικού τεύχους, ως πλήρης απασχόληση θεωρείται η μισθωτή εργασία που υπερβαίνει τις 35 ώρες εβδομαδιαίως. Με γνώμονα, λοιπόν, τις 35 ώρες εβδομαδιαίως, προκύπτει πως στο σύνολο των 1.824.437 θέσεων, οι 1.248.647 είναι πλήρους απασχόλησης (68,44%) και οι 575.790 είναι μερικής ή εκ περιτροπής απασχόλησης (31,56%). Με άλλα λόγια, δύο στους τρεις απασχολούμενους εργάζονται με καθεστώς πλήρους απασχόλησης».
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ