Ο Εντμόν Αμπού (Edmond About) ήταν Γάλλος συγγραφέας και δημοσιογράφος. Το 1852 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα ως υπότροφος της Γαλλικής Σχολής, με τη συντροφιά του αρχιτέκτονα Charles Garnier και του ζωγράφου Paul-Alfred de Curzon.
Κατά τη διάρκεια της 2ετούς παραμονής του περιόδευσε όλη τη χώρα και, επιστρέφοντας στο Παρίσι, δημοσίευσε το βιβλίο του «Η Eλλάδα του Όθωνα». Έναν χρόνο αργότερα δημοσίευσε το μυθιστόρημα «Ο Βασιλιάς των Ορέων», έργο που προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων στην Ελλάδα. Σχεδόν την ίδια περίοδο, άρχισε να δημοσιογραφεί στην εφημερίδα Le Figaro. Στη συνέχεια ανέλαβε τη διεύθυνση της εφημερίδας «19ος αιώνας».
Προερχόμενος από τη Γαλλία που ζούσε τα πλούσια χρόνια της Β΄ Γαλλικής Αυτοκρατορίας υπό τον Ναπολέοντα Γ΄ (ο Αμπού ήταν φιλομοναρχικός και εναντίον του κλήρου), περιόδευσε στη φτωχή Αθήνα του Οθωνα που ήταν ακόμη ένα χωριό, γύρω από την Ομόνοια και το Σύνταγμα.
Για τα ευρωπαϊκά μέτρα, η ζωή στην Ελλάδα ήταν εντελώς πρωτόγονη αλλά σαφώς γοητευτική και εξωτική, πασπαλισμένη με τη γεύση της αρχαιότητας. Από όλη την Ευρώπη διανοούμενοι και περιηγητές συνέρρεαν στην απελευθερωμένη μικρή χώρα της Μεσογείου και ο φιλελληνισμός βρισκόταν στο αποκορύφωμά του.
Το πορτρέτο της Αθήνας και της Ελλάδας στην εποχή του Οθωνα, όπως το δίνει ο Αμπού, είναι πολύτιμο, γιατί με το μάτι του οξυδερκούς δημοσιογράφου που είχε (ταξίδεψε και στην Αίγυπτο το 1867, ενώ συμμετείχε και στο πρώτο ταξίδι του Orient Express το 1883), απέρριψε τις υπερβολές των φιλελληνιστών που ήταν της μόδας εκείνη την εποχή.
Το βιβλίο του «Η Ελλάδα του Οθωνα» (1854) έγινε μεγάλη επιτυχία στην εποχή του: είναι από τους λίγους περιηγητές που επιμένει πως δεν υπάρχει καμία σχέση ανάμεσα στον ελληνικό μύθο της αρχαιότητας και στην πραγματικότητα της σύγχρονης Ελλάδας.
Στο βιβλίο του «Ο βασιλιάς των Ορέων» διακωμωδεί, με μοναδικό τρόπο, τον ρομαντικό μύθο του Ελληνα παλικαριού, του πολεμιστή-ληστή, ήρωα της ελληνικής επανάστασης. Ωστόσο, ο Εντμόν Αμπού δεν αποδομεί μόνο τον μύθο της Ελλάδας: και στο βιβλίο του «Ο Φελάχος» ειρωνεύεται τον αιγύπτιο χωρικό, ενώ στο βιβλίο του «Από το Ποντουάζ ως την Κωνσταντινούπολη» παρωδεί το διάσημο βιβλίο του συγχρόνου του Σατωμπριάν «Οδοιπορικόν εκ Παρισίων εις Ιεροσόλυμα», όπου εκφράζει την αρχαιολατρεία του και τη συμπάθειά του για τους συγχρόνους του Έλληνες.
Ο Αμπού γράφει τα αντίθετα: Στον «Βασιλέα των ορέων» η άποψή του για την Ελλάδα ντύνεται σε ένα λογοτέχνημα: Ένας λήσταρχος ονόματι Χατζησταύρος περιφέρεται θρασύτατα στην Αττική, σκοτώνει, απάγει, ληστεύει με την ανοχή και τη συνεργασία των διωκτικών αρχών, κι όταν αισθάνεται ότι τα χρόνια πέρασαν, αποσύρεται σε «μια μικρή έπαυλη στις όχθες του Ιλισού...και κινείται δραστήρια ν’ αναλάβη το υπουργείο Δικαιοσύνης».
Το βιβλίο του ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων στην Ελλάδα, γιατί αποδομούσε με καυστικότατο τρόπο τους κλέφτες και αρματωλούς: Ενας νεαρός γερμανός βοτανολόγος, ο Hermann Schultz, μόλις αποφοιτά από το πανεπιστήμιο, στέλνεται στην Ελλάδα από το Muséum de Paris για να μελετήσει την χλωρίδα. Αναζητώντας σπάνια φυτά, συναντά δύο Αγλλίδες, μητέρα και κόρη, στο δρόμο που οδηγεί στον Παρνασσό. Οι τρεις τους απάγονται από μια ομάδα κλεφτών, με επικεφαλής τον Χατζησταύρο, τον «βασιλιά των ορέων», διάσημο για την βιαιότητά του. Η Αγγλίδα αρνείται να πληρώσει τα λύτρα, ο βοτανολόγος ερωτεύεται την κόρη της και προσπαθεί να δραπετεύσει.
Ο Αμπού περιγράφει εξονυχιστικά τον λήσταρχο, ο οποίος έχει στήσει επιχείρηση στο βουνό και τοποθετεί τα χρήματα που κερδίζει από τα λύτρα των απαγωγών σε βρετανική τράπεζα. Ιδρύει μάλιστα και εταιρεία με μετόχους! Η διαφθορά στην εξουσία, η ανικανότητα των Ελλήνων πολιτικών αλλά και ο κυνισμός των κλεφτών-αρματωλών περιγράφονται με περίτεχνο αλλά ωμό τρόπο. Ο Αμπού στηλιτεύει και την ανικανότητα των Ελλήνων πολιτικών, την ώρα που, όπως γράφει «οι μεγάλες δυνάμεις που απελευθέρωσαν την Ελλάδα προσπαθούν να ιδρύσουν ένα βασίλειο» τοποθετώντας έναν Γερμανό βασιλιά, τον Οθωνα.
Το έργο αυτό του Αμπού θεωρήθηκε εξόχως μισελληνικό και ανήκει στην κατηγορία αυτή των ιστορικών που τους έχουμε κολλήσει την ταμπέλα «Ανθέλληνες». Με το βιβλίο του «Ο Βασιλεύς των Ορέων» καταγράφηκε στην συλλογική μνήμη ως εχθρός της χώρας και του Ελληνισμού.
Βέβαια, ο μετριοπαθής αναγνώστης αντιλαμβάνεται ότι ο Αμπού απλώς περιέγραψε την πραγματικότητα που βρήκε στην Ελλάδα του 1854, πραγματικότητα η οποία αποτελείτο από ερείπια, φτώχεια και μεγάλες κοινωνικές αντιθέσεις. Απλώς δεν έκανε καμία προσπάθεια ωραιοποίησης – και γιατί να κάνει άλλωστε!
Τα βιβλία του Αμπού για την Ελλάδα θεωρούνται σήμερα διαχρονικά για την κριτική ματιά τους.
Στο βιβλίο του «Ελλάδα του Οθωνα» λέει, χαρακτηριστικά, οι Ελληνες «τυφλώνονται κατά τρόπο περίεργο σχετικά με τη σπουδαιότητα της Ελλάδας. Κατά τη γνώμη τους όλα τα γεγονότα της Ευρώπης έχουν για επίκεντρο και σκοπό την Ελλάδα. Αν η Αγγλία κάνει διεθνή έκθεση, ο λόγος είναι για να προβληθούν τα προϊόντα της Ελλάδας. Αν η Γαλλία κάνει επανάσταση, ο λόγος είναι για να τροφοδοτήσει τις αθηναϊκές εφημερίδες με ενδιαφέροντα άρθρα (...). Ο Σηκουάνας και ο Τάμεσης είναι υπόγειοι παραπόταμοι του Ιλισού και του Κηφισού».
Το βιβλίο του Εντμόν Αμπού επανεκδόθηκε και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο σε μετάφραση της Αριστέας Κομνηνέλλη, πρόλογο του Τάκη Θεοδωρόπουλου και τίτλο «Η Ελλάδα του Οθωνα».