Εδώ και χρόνια οι μυστικές υπηρεσίες έχουν σημάνει τον κώδωνα του κινδύνου στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις για τους ριζοσπαστικοποιημένους υπηκόους τους που επιστρέφουν από τη Συρία και το Ιράκ.
Το Βέλγιο είναι η χώρα με τη μεγαλύτερη κατά κεφαλή αναλογία «ξένων μαχητών» στη Γηραιά Ήπειρο και η προοπτική επανεμφάνισης εκπαιδευμένων στα όπλα, φανατισμένων ισλαμιστών στις παλιές τους γειτονιές έχει σημάνει συναγερμό στις Αρχές. Πόσω μάλλον που οι περισσότεροι απ’ τους τζιχαντιστές που έχουν ήδη επιστρέψει αρνούνται να συνεργαστούν για την ομαλή επανένταξή τους στην κοινωνία.
Αρκετοί δήμοι προσπαθούν να προωθήσουν ειδικά προγράμματα γι’ αυτό το σκοπό. Ο δήμος της Αμβέρσας προσπάθησε να πείσει ορισμένους από αυτούς που επέστρεψαν να βγουν να μιλήσουν δημοσίως, ώστε να πείσουν άλλους συμπατριώτες τους να μην ακολουθήσουν τα βήματά τους, αλλά μάταια, αφού οι περισσότεροι διακατέχονται από αίσθημα ντροπής. «Δεν θέλουν να γίνουν γνωστά τα ονόματά τους ή να βγουν στην τηλεόραση και να πουν “εντάξει, πήγα εκεί γιατί ήμουν τρελός, αλλά γύρισα.” Θέλουν να κάνουν μια νέα αρχή, να οικοδομήσουν μια νέα ζωή», είπε ο δημοτικός σύμβουλος Χισάμ Ελ Εμζάιρχ στη DW.
Ο φόβος αντιποίνων είναι ένας πρόσθετος λόγος που αποφεύγουν να συνεργαστούν με τις αρχές. Χαρακτηριστική η περίπτωση του αδελφού ενός Βέλγου τζιχαντιστή, που παραχώρησε συνέντευξη σε τηλεοπτικό δίκτυο χωρίς να αποκαλύψει την ταυτότητά του, αλλά οπαδοί του «Ισλαμικού Κράτους» τον αναγνώρισαν και τον ξυλοφόρτωσαν για να στείλουν το μήνυμα σε άλλους να κρατήσουν κλειστά τα στόματά τους.
Αρκετοί πάλι δεν έχουν καν μετανιώσει που πήγαν να πολεμήσουν για το «χαλιφάτο», ούτε έχουν αποκηρύξει τη στρεβλή ιδεολογία τους. Χαρακτηριστική η περίπτωση του Mισέλ «Γιουνές» Ντελφορτρί, που έγραψε μάλιστα βιβλίο και παραχώρησε αρκετές συνεντεύξεις για την μεταστροφή του στο Ισλάμ και τους δύο μήνες που πέρασε στα πεδία των μαχών της Συρίας. Επιστρέφοντας το 2014 στο Βέλγιο για να δει τη γυναίκα του συνελήφθη ως μέλος του παράνομου δικτύου στρατολόγησης τζιχαντιστών Sharia4Belgium. Του επεβλήθη ποινή τριετούς φυλάκισης με αναστολή, αλλά όχι μόνον δεν έχει μετανιώσει για τις πράξεις του, αλλά όπως είπε σε συνέντευξή του, το μόνο για το οποίο λυπάται είναι που γύρισε στο Βέλγιο...
Ακόμη πιο ανησυχητικές για τις Αρχές, ωστόσο, είναι οι περιπτώσεις εκείνων που προτιμούν να μένουν κρυμμένοι στις σκιές, των απογοητευμένων με την κατάρρευση του «χαλιφάτου» τους και με το γεγονός ότι έχουν εγκλωβιστεί στο Βέλγιο.
O Χανς Μπόντε, δήμαρχος του Vilvoorde
Ελλείψει επαρκών κρατικών πρωτοβουλιών κάποιοι δήμοι αναγκάζονται να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους, όπως το Vilvoorde, μια «σφηκοφωλιά» ισλαμιστών εξτρεμιστών κοντά στις Βρυξέλλες. Ο δήμαρχος Χανς Μπόντε γνωρίζει τους περισσότερους απ’ αυτούς που ριζοσπαστικοποιήθηκαν και τους επισκέπτεται στη φυλακή για να τους βοηθήσει να καταλάβουν ποιες θα είναι οι επιλογές τους όταν αφεθούν ελεύθεροι. «Τα δύο μηνύματα που τους δίνω είναι ότι μπορούν να είναι σίγουροι ότι μετά την αποφυλάκισή τους ο δήμος και η αστυνομία θα παρακολουθούν ανελλιπώς τις κινήσεις τους. Και δεύτερον ότι όταν απελευθερωθούν έχοντας εκτίσει τις ποινές τους, θα τους δοθούν όλες οι ευκαιρίες επανένταξης».
Κάποιοι ανταποκρίνονται. Όμως όχι όλοι. Κι ο κίνδυνος παραμένει. Ένας απ’ τους γνωστότερους ερευνητές του τζιχαντιστικού κινήματος στο Βέλγιο, ο Πίτερ φαν Όσταγιεν, είπε στη DW ότι από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που παρακολουθεί διαπιστώνει ότι οι οπαδοί του ISIS παραμένουν πολλοί και λίαν ομιλητικοί. «Πόση επιρροή ασκούν;», λέει. «Θα το μάθουμε μόνον όταν συμβεί η επόμενη τρομοκρατική επίθεση»...