Δύο ταινίες που θριάμβευσαν στις Χρυσές Σφαίρες, η «Πιο σκοτεινή ώρα» με τον υποκριτικό άθλο του Γκάρι Όλντμαν και «Οι τρεις πινακίδες έξω από το Έμπινγκ, στο Μιζούρι» του Μάρτιν ΜακΝτόνα.
Αυτές είναι και οι ταινίες που ξεχωρίζουν αυτή την εβδομάδα, μαζί με ένα ντοκιμαντέρ για την Μαρία Κάλλας όπου η ίδια αφηγείται τη ζωή της.
Η πιο σκοτεινή ώρα, (The darkest hour)
Σκηνοθεσία: Τζο Ράιτ
Παίζουν: Γκάρι Όλντμαν, Κρίστιν Σκοτ Τόμας, Λίλι Τζέιμς, Μπεν Μέντελσον, Στίβεν Ντιλέιν, Ρόναλντ Πίκαπ
Η ταινία αφηγείται τις πρώτες εβδομάδες της πρωθυπουργίας του Τσόρτσιλ, όταν οι Ναζί είχαν αρχίσει να καταλαμβάνουν την Ευρώπη και ο ίδιος έπρεπε, έχοντας όχι μόνο την απειλή της εισβολής των δυνάμεων του Χίτλερ στο Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά και 300.000 στρατιώτες εγκλωβισμένους στη Δουνκέρκη, να αποφασίσει αν θα συνθηκολογήσει μαζί τους, ή αν θα τους αντιμετωπίσει στο πεδίο της μάχης.
O βραβευμένος με BAFTA σκηνοθέτης Τζο Ράιτ («Περηφάνια και Προκατάληψη», «Εξιλέωση» και «Άννα Καρένινα») επιστρέφει στη μεγάλη οθόνη με την κινηματογραφική βιογραφία του Ουίνστον Τσόρτσιλ, που θα μπορούσε να θεωρηθεί με έναν τρόπο η συνέχεια της, «Δουνκέρκης » του Κρίστοφερ Νόλαν, χαρίζοντας επιτέλους στον Γκάρι Όλντμαν τη Χρυσή Σφαίρα Α΄ Ανδρικού Ρόλου, κι αποσπώντας εννέα υποψηφιότητες για BAFTA.
Ο Σερ Ουίνστον Τσόρτσιλ αναμφίβολα υπήρξε μια από τις πιο δυναμικές, αλλά και αμφιλεγόμενες πολιτικές φυσιογνωμίες του εικοστού αιώνα.
Ο Ράιτ σε αυτή την βιογραφία σε συνεργασία με τον Άντονι ΜακΚάρτεν που υπογράφει το σενάριο (« Θεωρία των Πάντων») στέκεται μόνο στα πρώτα χρόνια της πρωθυπουργίας, όταν η Ευρώπη αντιμετωπίζει τον κίνδυνο της ναζιστικής εισβολής ( αν και «σκοτεινή ώρα» ο Τσόρτσιλ είχε ονομάσει τους δώδεκα μήνες που μεσολάβησαν από την κατοχή της Γαλλίας μέχρι και την εισβολή του Χίλτερ στην Σοβιετική Ένωση).
Τα βρετανικά στρατεύματα λοιπόν είναι εγκλωβισμένα στην Δουνκέρκη και ο πρωθυπουργός πρέπει να αποφασίσει αν θα προχωρήσει σε διαπραγματεύσεις με τη Γερμανία, ή θα κηρύξει τον πόλεμο. Αυτή τη σκοτεινή ώρα για την ιστορία της χώρας του, αφού σε κάθε περίπτωση η απόφασή του σημαίνει τον θάνατο για χιλιάδες αθώους, εξερευνά αυτή η κινηματογραφική βιογραφία που αν και επιλέγει να εστιάσει στην ανάληψη της ευθύνης, αποφεύγοντας να αγιοποιήσει τον Τσόρτσιλ, τελικά δεν υπερβαίνει τα πλαίσια μιας ακαδημαϊκής και μονομερούς προσέγγισης. Ενώ παρακολουθούμε τις αντιδράσεις του κόμματος του Τσόρτσιλ και την επιμονή μερικών ηγετικών στελεχών, όπως ο Τσάμπερλεν, να διαπραγματευτούν την ειρήνη, ακούμε μεν από τους αντιπάλους του ότι η απόφασή του είναι απλώς μια επίδειξη εγωπάθειας, στην ουσία όμως ποτέ δεν καταλαβαίνουμε γιατί οι ιδέες του προκαλούσαν αυτό τον διχασμό.
Με μια άρτια κινηματογράφηση όμως, όπου πρωταγωνιστεί το ημίφως, όπως ταιριάζει σε μια τόσο σκοτεινή στιγμή, ο Ράιτ δημιουργεί μια ιδιαίτερη ατμόσφαιρα, εστιάζοντας στις θυσίες που απαιτούν συχνά οι ιστορικές συνθήκες, ενώ ταυτόχρονα αποκαλύπτει το ανθρώπινο πρόσωπο του Βρετανού πολιτικού, αν και δεν αποφεύγει τους ηρωικούς τόνους , κυρίως στο φινάλε αλλά και στη σκηνή όπου ο Τσόρτσιλ αποφασίζει να κατέβει στο μετρό του Λονδίνου για να ακούσει τη γνώμη του λαού.
Το μεγάλο ατού βέβαια της ταινίας είναι ο αγνώριστος Γκάρι Όλντμαν που γίνεται πραγματικά ο Τσόρτσιλ -ακόμα και η φωνή του είναι ίδια- εγκαταλείποντας την προσωπική του γοητεία. Με σαιξπηρική διάθεση εκστομίζει τους εμβληματικούς λόγους του ήρωά του, αναδεικνύοντας τη ρητορεία του, με χιούμορ ενσαρκώνει το βρετανικό του φλέγμα και δεν αφήνει ούτε ένα δευτερόλεπτο ανεκμετάλλευτο για να σκιαγραφήσει τις εσωτερικές του συγκρούσεις. Ταυτόχρονα, ενώ το σενάριο δεν του δίνει πολλά πατήματα, εκείνος αποκαλύπτει και την πιο σκληρή πλευρά του Βρετανού πρωθυπουργού, καταθέτοντας την πιο σημαντική ερμηνεία της καριέρας του, που θα ήταν άδικο να μην τον οδηγήσει κι αυτή τη φορά στο Όσκαρ.
Οι Τρεις Πινακίδες Έξω Από το Έμπινγκ, στο Μιζούρι, (Three Billboards Outside Ebbing, Missouri)
Σενάριο- Σκηνοθεσία: Μάρτιν ΜακΝτόνα
Παίζουν: Φράνσις ΜακΝτόρμαντ, Γούντι Χάρελσον, Σαμ Ρόκγουελ, Άμπι Κόρνις
Μετά από μήνες χωρίς να έχει βρεθεί ο ένοχος στην υπόθεση δολοφονίας της κόρης της, η Μίλντρεντ Χέιζ κάνει μία τολμηρή κίνηση, παραγγέλνοντας τρεις πινακίδες στην είσοδο της κωμόπολης όπου κατοικεί, με ένα αμφιλεγόμενο μήνυμα για τον Ουίλιαμ Γουίλομπι, τον σεβάσμιο αρχηγό της αστυνομίας στην περιοχή.
Όταν όμως ο δεύτερος στην ιεραρχία, Αξιωματικός Ντίξον, παρεμβαίνει η μάχη μεταξύ της Μίλντρεντ και του νόμου στο Έμπινγκ επιδεινώνεται.
Ο Μάρτιν ΜακΝτόνα («Αποστολή στην Μπριζ» ) υπογράφει μια σκοτεινή ιστορία εκδίκησης , που απέσπασε τέσσερις Χρυσές Σφαίρες (Καλύτερης ταινίας, Σεναρίου, Α΄ Γυναικείου ρόλου και Β’ Ανδρικού), και πραγματεύεται τα όρια της ανθρώπινης ψυχής με φόντο τη μελαγχολική αμερικανική επαρχία.
Σεναριογράφος αλλά και ένας από τους καλύτερους θεατρικούς συγγραφείς της σύγχρονης δραματουργίας, ο Ιρλανδός Μακ Ντόνα φημίζεται για τις σκληρές του ιστορίες και το μαύρο χιούμορ του.
Αυτή τη φορά αποδεικνύει για ακόμα μια φορά την ικανότητά του να δημιουργεί πολυσύνθετους χαρακτήρες, τσακισμένους από τη ζωή και δαιμονικούς ταυτόχρονα, με ένα πολυεπιπέδο και θεατρικά συμπυκνωμένο σενάριο.
Όλα ξεκινούν με την Μίλντρεντ Χέιζ, μια μητέρα που αναζητάει τον βιαστή και δολοφόνο της κόρης της, η οποία νοικιάζει τρεις πινακίδες στην είσοδο της πόλης της, στοχοποιώντας τον σερίφη, επειδή κατά τη γνώμη της δεν έχει πράξει τα δέοντα ώστε να αποκαλυφθούν οι ένοχοι. Η πράξη της αυτή όμως θα επιφέρει πολλές συνέπειες και η Μίλντρεντ, από θύμα θα βρεθεί στο στόχαστρο της μικρής της κοινωνίας, καταλήγοντας σε ένα υπαρξιακό κωμικοτραγικό θρίλερ που θυμίζει σε σημεία το σινεμά των αδερφών Κοέν.
Αναρωτιέται κανείς πως ο ΜακΝτόνα μπορεί μέσα από μια τόσο δύσκολη ιστορία να χρησιμοποιήσει το ιδιότυπο χιούμορ του κι όμως με μια βαθιά ανθρωπιστική διάθεση, εκείνος προσεγγίζει ακραίους, συχνά στα όρια της καρικατούράς χαρακτήρες, φωτίζοντας τις μύχιες πλευρές τους: άλλοτε επικίνδυνοι κι άλλοτε τρομοκρατημένοι σαν φοβισμένα ζωάκια, οι ήρωές του μπορούν να γίνουν απελπιστικά βίαιοι, υπέρμαχοι μιας δικής τους δικαιοσύνης, και τελικά συμπαθητικοί, τόσο που αποπνέουν μια αισιόδοξη διάθεση σχετικά με την φύση του ανθρώπου.
Με αυτό τον τρόπο ο ΜακΝτόνα διατηρεί τις ισορροπίες και χωρίς μελοδραματισμούς τα πρόσωπα οδηγεί σε έναν υπαρξιακό λαβύρινθο, όπου οι άνθρωποι δεν είναι άγιοι ούτε τέρατα, μπορούν όμως να παράξουν άγιες ή τερατώδεις πράξεις ανάλογα με τις περιστάσεις, κι είναι αυτές οι περιστάσεις που μπαίνουν στο μικροσκόπιο του, για να τις αναλύσει με λεπτομέρεια και δραματουργική οικονομία.
Η Φράνσις ΜακΝτόρμαντ πλάθει έναν ανελέητο χαρακτήρα με χιούμορ και διεισδυτικό βλέμμα, χωρίς να επαναπαύεται στις αυτονόητες ρωγμές μια μητέρας που έχει χάσει το παιδί της, ενώ στο πλάι της ο μελαγχολικός Γούντι Χάρελσον και ο εντυπωσιακός Σαμ Ρόκγουελ κλιμακώνουν τις εσωτερικές εντάσεις σε μια ταινία που είναι πέρα από την ηθική.
Zama
Σκηνοθεσία: Λουκρέσια Μαρτέλ
Παίζουν: Ντανιέλ Χιμένεθ Κάτσο, Λόλα Ντουένιας, Χουάν Μινουχίν, Ναχουέλ Κάνο
Σε μια μακρινή και απομονωμένη αποικία της Νοτίου Αμερικής, στα τέλη του 18ου αιώνα, ο Ζάμα, ένας αξιωματικός του Ισπανικού Στέμματος, περιμένει μάταια μια μετάθεση σ’ έναν καλύτερο πόστο. Αναγκασμένος να υπομείνει τα μικροπολιτικά παιχνίδια και τους εξευτελισμούς, δεν θα αργήσει να υποκύψει στη λαγνεία και την παράνοια.
Η μεγάλη κυρία του αργεντίνικου σινεμά, Λουκρέσια Μαρτέλ, επιστραφεί με ένα ιδιαίτερο ιστορικό δράμα που δεν μοιάζει με τίποτα με όσα έχετε δει.
Μετά από εννέα χρόνια απουσίας και ενώ πολλές φήμες κυκλοφορούσαν γύρω από την «εξαφάνιση της»- από το ότι είχε προβλήματα υγείας μέχρι ότι ταξίδευε με ένα πλοίο στον Αμαζόνιο- η Μαρτέλ μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη το ομότιτλο βιβλίο του ο Αντόνιο ντι Μπενεντέτο και αφηγείται την ιστορία ενός άνδρα, του Ντιέγκο ντε Ζάμα, αξιωματούχου του ισπανικού θρόνου, οποίος μάταια περιμένει για χρόνια τη μεταφορά του σε μια καλύτερη θέση, στο Μπουένος Άιρες. Κι ενώ αδυνατεί να κερδίσει τη βασιλική εύνοια, περνάει τον καιρό, κυνηγώντας γυναίκες και φλερτάροντας με την παράνοια ως άλλος Μπεκετικός ήρωας που περιμένει μια σωτηρία, που ποτέ δεν έρχεται.
Με αποσπασματική αφήγηση, η Μαρτέλ αντιπαραβάλλει τους ασφυκτικούς εσωτερικούς χώρους που εγκλωβίζεται ο Ζάμα με την απεραντοσύνη του φυσικού περιβάλλοντος και μέσα από αυτή την ποιητική αντίστιξη, καταγράφει την υπαρξιακή αγωνία ενός ανθρώπου που ζει σε μια διαρκή αναμονή. Συχνά επιμένει με εξαντλητικό τρόπο στις λεπτομέρειες της τοπικής κοινωνίας, αφήνοντας κατά μέρος την αφήγηση της ιστορίας, σαν η πορεία του Zάμα αυτή καθ’ αυτή να μην έχει τόσο ενδιαφέρον για την ίδια όσο το τέλμα στο οποίο βουλιάζει. Ταυτόχρονα όμως κινηματογραφεί την ομορφιά αυτού του τέλματος, δηλώνοντας εμμέσως πλην σαφώς ότι αυτό το άλλο μέρος που προσμένει ο ήρωάς της σίγουρα δεν πρόκειται να είναι διαφορετικό.
Αν και οι ρυθμοί της είναι αργοί και η σύνδεση των επεισοδίων που αποφασίζει να καταγράψει αρκετά χαλαρή, η Μαρτέλ φτιάχνει μια ταινία προσωπική και βαθιά υπαρξιακή, που απαιτεί μεγάλη συγκέντρωση, ανταμείβοντας τον θεατή σε βάθος χρόνου.
Η Ληστεία του Αιώνα, (Den of Thieves)
Σκηνοθεσία: Κρίστιαν Γκούντεκαστ
Παίζουν: Τζέραρντ Μπάτλερ, Πάμπλο Σράιμπερ, Μορίς Κομπτ, Εβαν Τζόουνς, Κέρτις “50 Cent” Τζάκσον
Οι ζωές της επίλεκτης ομάδας δράσης του αστυνομικού τμήματος και της πιο πανούργας ομάδας ληστών τραπεζών της Πολιτείας του Λος Άντζελες συναντιούνται κάτω από τις πιο ριψοκίνδυνες συνθήκες, καθώς οι τελευταίοι σχεδιάζουν μια φαινομενικά αδύνατη ληστεία στην Ομοσπονδιακή Τράπεζα Αποθεμάτων.
Ο Τζέραρντ Μπάτλερ πρωταγωνιστεί σε ένα αστυνομικό θρίλερ που αποκαλύπτει τη σκοτεινή πλευρά της Πόλης των Αγγέλων.
Ο σκληροτράχηλος σερίφης του Λος Άντζελες, που αντιμετωπίζει προβλήματα με τον γάμο του, πρέπει να αναχαιτίσει μια δαιμόνια σπείρα που έχει βάλει στο μάτι έναν στόχο που μοιάζει σχεδόν αδύνατος: την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των Αποθεμάτων. Έτσι ξεκινάει ένα ανελέητο κυνηγητό που θα του αποκαλύψει έναν ικανότατο αντίπαλο, με τον οποίο με έναν περίεργο τρόπο μοιράζονται τον ίδιο κώδικα τιμής.
Ο Κρίστιαν Γκούντεκαστ εξυπηρετεί στο έπακρο μια έξυπνη αστυνομική πλοκή και κινηματογραφεί με εντάσεις και σωστό ρυθμό έναν παράδοξο αγώνα όπου δεν υπάρχουν ξεκάθαρα καλοί και κακοί, εφόσον οι αστυνομικοί και ο σερίφης άνετα μπορούσαν να ανήκουν στην πλευρά των παράνομων και τούμπαλιν. Έτσι καθ’ όλη τη διάρκεια επιτρέπει στον θεατή να παρακολουθεί τη δράση αντικειμενικά, χωρίς να εύχεται να δει τους « κακούς» να σωριάζονται στο έδαφος. Αντίθετα οι χαρακτήρες του έχουν ένα πολύπλοκο σύστημα αξιών και ακολουθούν όλοι τη δική τους ηθική τάξη των πραγμάτων σε ένα heist movie, που ξεπερνάει τις αρχικές προσδοκίες και κρατάει το ενδιαφέρον μέχρι τέλους, χωρίς ωστόσο να κάνει την έκπληξη.
Ο Τζέραρντ Μπάτλερ, σκληρός και όσο πρέπει ευαίσθητος, υποστηρίζει το σκηνοθετικό πνεύμα. Στο πλευρό του ένα επιτελείο αποτελεσματικών ηθοποιών χτίζουν ενδιαφέροντες χαρακτήρες, χωρίς όμως να απογειώνονται.
Mountain, (Ντοκιμαντέρ)
Σκηνοθεσία: Τζένιφερ Πίντομ
Μια κινηματογραφική και μουσική συνεργασία μεταξύ της Αυστραλιανής Ορχήστρας Δωματίου και της υποψήφιας για BAFTA σκηνοθέτιδας Τζένιφερ Πίντομ, το «Mountain» είναι μια εκθαμβωτική εξερεύνηση της εμμονής που έχουμε για τα βουνά.
Πριν από τρεις αιώνες η αναρρίχηση ενός βουνού θεωρούταν παράνοια. Στα βουνά για τους ανθρώπους κατοικούσαν είτε οι Θεοί είτε τρομαχτικά τέρατα. Κανείς δεν σκεφτόταν να τα περάσει. Σήμερα όμως οι άνθρωποι ανακάλυψαν τη σαγήνη των ψηλών κορφών κι άρχισαν να τα εξερευνούν.
Μια εξερεύνηση η οποία έφτασε στα σημεία της εμμονής, με πλήθος ανθρώπων να αποτολμούν επικίνδυνες αποστολές έναντι υψηλών αμοιβών.
Η Τζένιφερ Πίντομ, κινηματογραφώντας αριστοτεχνικά βουνοκορφές σε είκοσι μία χώρες σε όλο τον πλανήτη, αποτυπώνει τη μαγική δύναμη των βουνών και προσπαθεί να καταλάβει την επιρροή που μας ασκούν. Συνδυάζοντας τα υπέροχα πλάνα της με κλασική μουσική που εκτελεί η Αυστραλιανή Ορχήστρα Δωματίου και την αφήγηση του Γουίλεμ Νταφόε επιχειρεί να αποδείξει πως η τρέλα του ανθρώπου να κατακτήσει το βουνό συνδέεται με τη λήθη ή τον ναρκισσισμό του, ενώ αποθεώνει το θαύμα της φύσης που ήταν εκεί πολύ πριν από τον άνθρωπο και θα είναι για να τον δει να φεύγει, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει.
Maria by Callas, (Ντοκιμαντέρ)
Σκηνοθεσία: Τομ Βολφ
Η ζωή της μεγάλης ντίβας μέσα από τις δικές της αφηγήσεις.
Για πρώτη φορά, σαράντα χρόνια μετά το θάνατό της, η Μαρία Κάλλας, η διασημότερη τραγουδίστρια όπερας, εξιστορεί τη ζωή της με τα δικά της λόγια. Στο ντοκιμαντέρ του Τομ Βολφ, Γάλλου σκηνοθέτη και φωτογράφου, η προσωπικότητα της μεγάλης καλλιτέχνιδος αποκαλύπτεται μέσα από σπάνιο υλικό.
Η πρωτοτυπία της δουλειάς του Βολφ, που πολύ πρόσφατα- μόλις πριν από πέντε χρόνια- ήρθε σε επαφή με τον θρύλο της Κάλλας, είναι πως δεν μιλούν γι’ αυτήν άνθρωποι που την γνώριζαν ή ειδικοί. Αντίθετα το πορτρέτο της προκύπτει μέσα από δικές της συνεντεύξεις (εκ των οποίων οι περισσότερες παρουσιάζονται για πρώτη φορά), από σπάνια αλληλογραφία προς τους φίλους και την οικογένειά της, τις ερωτικές επιστολές της προς τον πρώτο της σύζυγο, αλλά και ένα αποκαλυπτικό γράμμα προς τον Αριστοτέλη Ωνάση λίγους μήνες πριν χωρίσουν.
Η Κάλλας και η Μαρία, η γυναίκα και ο μύθος, συναντιούνται στο ντοκιμαντέρ του Βολφ, που αντιμετωπίζει την πρωταγωνίστριά του με θαυμασμό κι αγάπη, επιμένοντας στο δίπολο που καθόρισε την ύπαρξή της.
12 Δυνατοί, (12 Strong)
Σκηνοθεσία: Νικολάι Φούγκλσιγκ
Παίζουν: Κρις Χέμσγουορθ, Μάικλ Σάνον, Μάικλ Πένια, Τρεβάντε Ρόουντς, Ελσα Πατακί
Η κινηματογραφική μεταφορά του bestseller του Νταγκ Στάντον «Horse Soldiers: The Extraordinary Story of a Band of U.S. Soldiers Who Rode to Victory in Afghanistan» δεν στερείται προπαγανδιστικής διάθεσης.
Λίγες εβδομάδες μετά το εφιαλτικό τρομοκρατικό χτύπημα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, μία επίλεκτη ομάδα δώδεκα αντρών των Ειδικών Δυνάμεων αναλαμβάνει την πρώτη απόρρητη αποστολή αντεπίθεσης των ΗΠΑ. Οι δώδεκα στρατιώτες , οι Πρασινοσκούφηδες, προσγειώνονται σε μια δύσβατη ορεινή περιοχή του Αφγανιστάν με σκοπό να συνεργαστούν με έναν τοπικό πολέμαρχο εναντίον των Ταλιμπάν. Οι ίδιοι, αν και εκπαιδευμένοι με υπερσύγχρονα όπλα, βρεθήκαν να πολεμούν με άλογα σε συνθήκες μιας άλλης εποχής.
Γατο-συμμορία: Η αρχή, (Top Cat Begins)
Σκηνοθεσία: Αντρές Κουτουριέρ
Σκηνοθετική επιμέλεια στα ελληνικά: Κωνσταντίνος Κακανάς
Ακούγονται οι ηθοποιοί (στα ελληνικά): Ανδρέας Ευαγγελάτος Κωνσταντίνος Κακανάς , Νίκος Παπαδόπουλος , Χρυσούλα Παπαδοπούλου , Ποίμης Πέτρου, Ιφιγένεια Στάικου, Χρήστος Συρώτης, Γιάννης Υφαντής , Στέλιος Ψαρουδάκης
Η δημοφιλής σειρά κινουμένων σχεδίων των Hanna-Barbera, επανέρχεται με μια ξεκαρδιστική ιστορία που αφηγείται πώς ο Τοπ Κατ δημιούργησε τη διαβόητη συμμορία γατών του Μανχάταν.
Ο Τοπ Κατ είναι ένας φτωχός, μελαγχολικός γάτος που ζει μοναχικά στους δρόμους της Νέας Υόρκης. Μέχρι που γνωρίζει τον Μπένι, έναν καλοκάγαθο γάτο, που ψάχνει την περιπέτεια.
Οι δυο τους γρήγορα θα γίνουν κολλητοί και θα καταστρώσουν ένα παράτολμο σχέδιο. Θα τα βάλουν με τον Κύριο Μπιγκ, τον μεγαλύτερο κακοποιό της Νέας Υόρκης και θα προσπαθήσουν να κλέψουν τα διαμάντιά του.
Στην πορεία, οι ήρωές μας θα συναντήσουν μερικούς ακόμα απολαυστικούς γατο-χαρακτήρες: τον Τριζάτο, τον Ξεφτέρη, τον Τρομάρα και τον Σιου Σιου και μαζί θα φτιάξουν μια αξιολάτρευτη γατοσυμμορία, έτοιμη για μεγάλους μπελάδες.