Ο Πολ Κρούγκμαν, ο αρθρογράφος-βεντέτα των New York Times, επέκρινε τον Τραμπ πριν ακόμη γίνει πρόεδρος. Στο τελευταίο άρθρο του εξηγεί πώς η άγνοια του αμερικανού προέδρου για το παρελθόν των ΗΠΑ μπορεί να σκοτώσει τη χώρα.
Το τελευταίο άρθρο του έχει τίτλο «Πώς κατασκευάζεται ένας άσχετος»:
Σήμερα, το να λες για κάποιον ότι «δεν ξέρει τίποτα» μπορεί να σημαίνει δύο πράγματα.
Αν είστε, για παράδειγμα, φοιτητής στην Ιστορία, ίσως συγκρίνετε αυτό το άτομο με ένα μέλος του κόμματος «Δεν ξέρω τίποτα», το οποίο ανέρχεται στα 1850, ένα κόμμα αποτελούμενο από ρατσιστές, ξενοφοβικούς και αντι-μετανάστες, το οποίο στα καλύτερά του άθροιζε πάνω από 100 γερουσιαστές και οκτώ κυβερνήτες.
Υπάρχει ωστόσο και το ενδεχόμενο να μιλάτε για κάποιον που δηλώνει άγνοια αλλά είναι και περήφανος για αυτήν, κάποιον που απορρίπτει τα γεγονότα επειδή αυτά δεν συμφωνούν με τις απόψεις του.
Το θλιβερό είναι πως η Αμερική διοικείται σήμερα από ανθρώπους που αντιστοιχούν και στους δύο παραπάνω ορισμούς. Και οι άσχετοι που διοικούν κάνουν ό,τι μπορούν για να υπονομεύσουν τα ίδια τα θεμέλια του μεγαλείου της Αμερικής.
Ο παραλληλισμός ανάμεσα στις αντι-μεταναστευτικές εντάσεις που υπήρχαν στα μέσα του 19ου αιώνα και στον «Τραμπισμό» είναι προφανής.
Μόνοι οι εθνικότητες των λαών που καταδικάζονται άλλαξαν.
Εκείνη την εποχή, η Ιρλανδία και η Γερμανία, κύριες πηγές του μεταναστευτικού κύματος, ήταν οι «χώρες απόπατος». Ο μισός πληθυσμός της Ιρλανδίας μετανάστευσε, κυνηγημένος από τον λιμό, ενώ οι Γερμανοί έφευγαν εξαιτίας των πολιτικών ταραχών αλλά και των οικονομικών προβλημάτων.
Τότε, οι μετανάστες αυτών των δύο χωρών, αλλά κυρίως οι Ιρλανδοί, παρουσιάστηκαν σαν αλκοολικοί εγκληματίες, για να μην πούμε ως υπάνθρωποι. Θεωρήθηκαν επίσης τρομερά ανατρεπτικοί: δηλαδή καθολικοί πιστοί στον Πάπα.
Μερικές δεκαετίες αργότερα, το επόμενο μεταναστευτικό κύμα Ιταλών, Εβραίων και πολλών άλλων δημιούργησε τις ίδιες προκαταλήψεις.
Σήμερα βρισκόμαστε στο ίδιο σημείο. Οι προκαταλήψεις εναντίον των Ιρλανδών, των Γερμανών και των Ιταλών μοιάζουν παρελθόν (αν και ο αντισημιτισμός δείχνει αιώνιος), αλλά υπάρχουν πάντα νέοι λαοί να μισούμε.
Οι σημερινοί Ρεπουμπλικανοί -γιατί δεν πρόκειται μόνο για τον Ντόναλντ Τραμπ, αλλά για όλο το κόμμα- δεν είναι μόνο «Ανθρωποι που δεν ξέρουν τίποτα», έχουν άγνοια των πάντων.
Ενα από τα αποτελέσματα αυτής της μανίας με την άγνοια είναι ο αξιοσημείωτος διαχωρισμός ανάμεσα στους σύγχρονους συντηρητικούς και στους μορφωμένους Αμερικανούς, ειδικά τους εκπαιδευτικούς-ερευνητές, και όχι μόνο. Η Δεξιά επιμένει ότι επειδή σπανίζουν οι συντηρητικοί στην ανώτατη εκπαίδευση αυτό αποδεικνύει ότι υπάρχει προκατάληψη για τις ιδέες τους.
Ωστόσο, είναι εύκολο να κατανοήσουμε γιατί οι συντηρητικοί εκπαιδευτικοί σπανίζουν στα πανεπιστήμια, ακόμη και στις ακριβείς επιστήμες, όπως η φυσική και η βιολογία. Οταν η επίσημη θέση του κόμματός σας είναι πως η κλιματική αλλαγή είναι απάτη ή ότι η εξέλιξη του ανθρώπου δεν έγινε ποτέ, προφανώς δεν σας παίρνουν στα σοβαρά οι άνθρωποι που πιστεύουν στις αποδείξεις.
Αλλά οι συντηρητικοί, όταν οι άνθρωποι που ξέρουν για ποιό πράγμα μιλάνε απορρίπτουν τις απόψεις τους, δεν κάθονται να σκεφτούν τι συμβαίνει. Αμέσως κόβουν τις υποτροφίες σπουδών και της εκπαίδευσης γενικά. Είναι συγκλονιστικό ότι η πλειοψηφία των Ρεπουμπλικανών ισχυρίζεται σήμερα ότι τα πανεπιστήμια, στο σύνολό τους, έχουν αρνητική επιρροή στην Αμερική.
Ετσι, το κόμμα που ελέγχει αυτή τη στιγμή τους τρεις θεσμούς της ομοσπονδιακής κυβέρνησης είναι όλο και περισσότερο υπέρ του ρατσισμού και κατά της εκπαίδευσης. Αυτό θα ήταν αρκετό για να ανησυχούμε: το γεγονός ότι το Ρεπουμπλικανικό κόμμα απορρίπτει ακόμη και τις αξίες που έκαναν μεγάλη την Αμερική.
Φανταστείτε πού θα βρισκόμασταν σήμερα ως έθνος αν δεν υπήρχαν αυτά τα μεγάλα κύματα μεταναστών, τα οποία ονειρεύτηκαν μια καλύτερη ζωή. Φανταστείτε που θα βρισκόμασταν σήμερα αν δεν είχαμε εκπαιδεύσει όλο αυτόν τον κόσμο, καταρχήν με την στοιχειώδη εκπαίδευση και στη συνέχεια χάρη σε μεγάλους θεσμούς ανώτατης εκπαίδευσης.
Θα είμασταν σίγουρα μια κοινωνία δεύτερης ζώνης, καχεκτική, μια κοινωνία που δεν προχωράει.
Και φανταστείτε τι θα απογίνουμε αν η σύγχρονη άγνοια πάρει το πάνω χέρι.
Ξαναδιαβάζω ένα σημαντικό κείμενο του 2012, The New Geography of Jobs, του Enrico Moretti, που αναλύει την αυξανόμενη διαφορά των τοπικών επιτυχιών, στο εσωτερικό των ΗΠΑ. Ως τα 1980 περίπου, η Αμερική κατόρθωσε να μοιράζει ίσα την ανάπτυξη. Φτωχές περιοχές, όπως ο «βαθύς Νότος» κατόρθωναν να φτάσουν γρήγορα το επίπεδο των άλλων. Ωστόσο, από τότε, το χάσμα μεγαλώνει. Τα εισοδήματα σε ορισμένες περιοχές των ΗΠΑ ανεβαίνουν κατακόρυφα, ενώ σε άλλες καταρρέουν.
Ο Moretti υπερασπίζεται την ιδέα, σωστή σύμφωνα με πολλούς οικονομολόγους, ότι αυτό το καινούριο χάσμα οφείλεται στο γεγονός ότι δημιουργούνται κυψέλες υψηλά ειδικευμένων εργαζομένων -μετανάστες οι περισσότεροι- οι οποίο συνήθως απασχολούνται στα μεγάλα πανεπιστήμια. Αυτό δημιουργεί έναν θετικό κύκλο ανάπτυξης και καινοτομίας. Και όπως αποδείχτηκε στις εκλογές του 2016, οι περιοχές που αναπτύσσονται συγκρούστηκαν με εκείνες που οπισθοχωρούν. Αυτό εξηγεί γιατί οι πολιτείες που κέρδισε η Χίλαρι Κλίντον, η οποία έχασε σε ποσοστό ψήφων, εκπροσωπούν το 64% του αμερικανικού ΑΕΠ, δηλαδή δύο φορές περισσότερο από τις περιοχές στις οποίες επικράτησε ο Τραμπ.
Είναι προφανές ότι απαιτούνται μέτρα ώστε να διαμοιραστούν τα οφέλη της ανάπτυξης και της καινοτομίας σε όλους. Αλλά ο Τραμπισμός τι κάνει; Προσπαθεί να μειώσει το χάσμα ανάμεσα στις πολιτείες, όχι επιτρέποντας στις φτωχές περιοχές να ανέβουν, αλλά κόβοντας τα πόδια στις περιοχές που εξελίσσονται γρήγορα. Γιατί αυτό κάνει με τις επιθέσεις του εναντίον των βασικών στοιχείων της επιτυχίας: της εκπαίδευσης και της μετανάστευσης.
Επομένως, οι σύγχρονοι άσχετοι θα πάρουν το πάνω χέρι; Δεν έχω ιδέα. Είναι ωστόσο προφανές, ότι αν αυτό συμβεί, τότε δεν θα ξανακάνουν μεγάλη την Αμερική, αλλά θα σκοτώσουν αυτό που έκανε την Αμερική μεγάλη».