Οι αρχές της ανατολικής Λιβύης γνωστοποίησαν την Πέμπτη ότι συνέλαβαν και θα απελάσουν 81 μετανάστες από την Ερυθραία, την Αιθιοπία και τη Σομαλία που απέδρασαν από τους διακινητές τους αφού δεν κατάφεραν να ταξιδέψουν προς την Ευρώπη.
Οι μετανάστες καταγγέλθηκαν στις αρχές από τον ιμάμη ενός τεμένους σε μια παραθαλάσσια πόλη νότια της Βεγγάζης, διευκρίνισε ένας αξιωματούχος.
«Συνελήφθησαν σε μια περιοχή στην Αζ Ζουεϊτίνα, σε έναν καταυλισμό παράνομων μεταναστών», ανέφερε ο Άχμεντ αλ Αρίφι, στέλεχος της υπηρεσίας καταπολέμησης της παράνομης μετανάστευσης στη Βεγγάζη. «Κρατούνται ενόψει της απέλασής τους στις χώρες τους», συμπλήρωσε.
Από τη Λιβύη αναχωρούν οι περισσότεροι μετανάστες που προσπαθούν να φθάσουν στην Ευρώπη διά θαλάσσης· σχεδόν 120.000 έκαναν τον διάπλου της κεντρικής Μεσογείου το 2017.
Σχεδόν όλοι αναχωρούν από τη δυτική Λιβύη, όπου όμως οι αποπλεύσεις μειώθηκαν ραγδαία μετά τον Ιούλιο, αφού ορισμένες ένοπλες ομάδες άρχισαν να τις εμποδίζουν. Η πλειονότητα των μεταναστών είναι υπήκοοι κρατών της δυτικής Αφρικής, αλλά υπάρχουν επίσης και πολλοί από κράτη της ανατολικής Αφρικής που μπαίνουν στη Λιβύη από το Σουδάν.
Ο Αρίφι είπε ότι συνολικά πέρυσι απελάθηκαν από την ανατολική Λιβύη 5.686 μετανάστες, σχεδόν οι διπλάσιοι από τους 2.912 που είχαν απελαθεί το 2016.
Ένας από τους μετανάστες από την Ερυθραία, μιλώντας σε δημοσιογράφους στο κέντρο κράτησης στη Βεγγάζη, αφηγήθηκε ότι έφθασε στη Λιβύη τον Μάρτιο μέσω Σουδάν, αφού πλήρωσε 4.000 δολάρια για το ταξίδι.
Τον μετέφεραν κατά μήκος της ερήμου της Σαχάρας στην πόλη Σαμπράτα, όπου δρουν δίκτυα διακινητών, και περίμενε εκεί μαζί με άλλους μετανάστες για περίπου τέσσερις μήνες ωσότου τους είπαν ότι η θαλάσσια οδός προς την Ευρώπη έκλεισε.
Ένοπλες ομάδες άρχισαν να εμποδίζουν τις αποπλεύσεις από τη Σαμπράτα το Ιούλιο, ενώ μια ένοπλη οργάνωση που επιδιδόταν στη διακίνηση ανθρώπων απωθήθηκε από την πόλη τον Σεπτέμβριο.
Ο άνδρας από την Ερυθραία είπε πως μαζί με άλλους μετανάστες έφυγαν και, περνώντας από την πόλη Μπάνι Ουάλιντ, κινήθηκαν προς την Ατζνταμπίγια, κοντά στη Ζουεϊτίνα. Οι διακινητές απαίτησαν κι άλλα χρήματα –2.000 δολάρια– για το ταξίδι προς την Ευρώπη, αλλά δεν είχε πια να τους πληρώσει κι αποφάσισε να δραπετεύσει για να σωθεί από την κακομεταχείρισή τους.
«Ήθελα να πάω στην Ιταλία για να βρω δουλειά, αλλά δυστυχώς δεν ήταν δυνατόν», είπε. «Στη χώρα μας έχουμε τρομερή φτώχεια και ένα δικτατορικό σύστημα. Επειδή μας μεταχειρίστηκαν άσχημα οι διακινητές, είμαστε άρρωστοι κι έχουμε δερματικές παθήσεις. Δεν θέλουμε να γυρίσουμε πίσω στην Ερυθραία, θέλουμε να πάμε στην Ευρώπη», επέμεινε.