Τους στόχους αλλά και το πλαίσιο στο οποίο θα κινηθούν οι τράπεζες τα επόμενα χρόνια και ιδιαίτερα μετά το τέλος του προγράμματος έθεσαν οι Ελληνες τραπεζίτες στο ετήσιο επενδυτικό συνέδριο της Capital Link στη Νέα Υόρκη.
Το «παρών» στο συνέδριο έδωσαν εκπρόσωσοι και των τεσσάρων συστημικών τραπεζών και οι οποίοι φάνηκαν αισιόδοξοι για την «επόμενη μέρα». Ειδικότερα, ο πρόεδρος της Ελληνικής Ενωσης Τραπεζών και πρόεδρος της Eurobank, Νικόλαος Καραμούζης εξέφρασε την εκτίμηση ότι οι όποιες επιπτώσεις από τις εποπτικές αλλαγές και τα stress tests θα είναι «διαχειρίσιμες» για τις ελληνικές τράπεζες.
Όπως σημείωσε ο κ. Καραμούζης «το ελληνικό τραπεζικό σύστημα βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι και καλείται να αντιμετωπίσει μια σειρά από προκλήσεις, ορισμένες εκ των οποίων κληροδοτήθηκαν από την πρωτοφανή κρίση μεταξύ των οποίων:
- το βελτιούμενο μεν αλλά υπαρκτό ακόμα πρόβλημα της ρευστότητας και την επιστροφή των καταθέσεων
- τους περιορισμούς στην ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων
- τη συρρίκνωση των δανειακών χαρτοφυλακίων
- Τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα τα οποία μειώνονται.
Παράλληλα, ο κ. Καραμούζης σημείωσε ότι «η κεφαλαιακή επάρκεια, η ποιότητα του ενεργητικού, οι συνθήκες ρευστότητας και η κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών βαίνουν όμως βελτιούμενες, τα σχέδια αναδιάρθρωσης οδεύουν στη σωστή κατεύθυνση και οι ελληνικές τράπεζες έχουν επιστρέψει σε οργανική κερδοφορία μετά από χρόνια σωρευτικών ζημιών στα πλαίσια μίας ανακάμπτουσας οικονομίας».
Σε επιταχυνόμενη τροχιά εξομάλυνσης έχουν εισέλθει οι ελληνικές τράπεζες, καταγράφοντας σημαντική μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων και σταθερή επαναφορά των καταθέσεων του ιδιωτικού τομέα, τόνισε, μεταξύ άλλων, ο διευθύνων σύμβουλος του Ομίλου της Τράπεζας Πειραιώς Χρήστος Μεγάλου.
Η κεφαλαιακή θέση των ελληνικών τραπεζών είναι ισχυρή και ενισχύεται περαιτέρω μέσω κινήσεων ενεργούς διαχείρισης των κινδύνων ισολογισμού, ενώ παράλληλα και η ρευστότητα βελτιώνεται, καθώς το εγχώριο τραπεζικό σύστημα ανακτά την πρόσβαση στις αγορές και μειώνει τη χρηματοδότησή του από το ευρωσύστημα, σημείωσε ο κ. Μεγάλου.
Όπως εξήγησε, οι επιδόσεις αυτές επιτεύχθηκαν κυρίως λόγω της πολιτικής σταθερότητας, της βελτίωσης του μακροοικονομικού περιβάλλοντος και των αποφασιστικών κινήσεων που πραγματοποίησαν οι νέες διοικητικές ομάδες των ελληνικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.
Ο διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Πειραιώς υπογράμμισε ότι οι προκλήσεις παραμένουν ενόψει των επικείμενων εποπτικών ασκήσεων, συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής του προτύπου IFRS9, την ίδια στιγμή που τα υπόλοιπα των προβληματικών δανείων παραμένουν υψηλά και το πρόγραμμα αποεπενδύσεων μη κύριων στοιχείων ενεργητικού απαιτητικό.
Σε κάθε περίπτωση, οι προοπτικές των τραπεζών στην Ελλάδα, σε ευθυγράμμιση με την πορεία της οικονομίας, είναι τώρα στο πιο ευνοϊκό σημείο από την έναρξη της κρίσης, τόνισε ο κ. Μεγάλου.
«Σε επίπεδο οικονομίας, τα σημάδια ανάκαμψης είναι πλέον ορατά», τόνισε ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας, Λεωνίδας Φραγκιαδάκης. «Πέραν του απόλυτου ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ έχει ιδιαίτερη σημασία η ευρεία συμμετοχή εταιριών όλων των μεγεθών και τομέων της οικονομίας σε αυτή την ανάκαμψη, ώστε να μπορούν τα οφέλη να διαχυθούν στην οικονομία.
Για τις τράπεζες, η επιστροφή στην κανονικότητα σηματοδοτείται από δυο χαρακτηριστικά: αύξηση εσόδων μέσω πιστωτικής επέκτασης και αύξηση της κερδοφορίας από την αποκλιμάκωση των προβλέψεων», υπογράμμισε.
«Το τραπεζικό σύστημα έχει διανύσει μια πορεία ανάκαμψης και σταθεροποίησης. Η επίτευξη σταθερής κερδοφορίας, η συνεχής βελτίωση της ποιότητας χαρτοφυλακίου και η πρόσβαση στις διεθνείς αγορές είναι στοιχεία απαραίτητα αλλά και αρκετά για να βεβαιώσουν και να συνεχίσουν την επιτυχημένη πορεία του κλάδου έως τώρα» κατέληξε.