Η ώρα της κρίσης έφθασε για τον Μάρτιν Σουλτς καθώς αύριο ξεκινά το τριήμερο συνέδριο των Σοσιαλδημοκρατών στο Βερολίνο, όπου θα αποφασιστεί κατά πόσον το SPD θα στηρίξει το σχέδιό του για έναρξη διερευνητικών επαφών με τα δύο κόμματα της Χριστιανικής Ένωσης (CDU και CSU) για τη συγκρότηση μεγάλου συνασπισμού, αλλά και κατά πόσο θα στηρίξει τον ίδιο που διεκδικεί την επανεκλογή του στην ηγεσία του SPD.
Αναλυτές επισημαίνουν ότι ακόμη κι αν περάσει αυτά τα δύο κρίσιμα τεστ ο ηλικίας 61 ετών ηγέτης του SPD θα αντιμετωπίσει προσεχώς κι άλλες δοκιμασίες καθώς δεν είναι διόλου σίγουρο ότι οι διαβουλεύσεις με την παράταξη της Άνγκελα Μέρκελ για το σχηματισμό κυβέρνησης θα οδηγήσουν σε συμφωνία και ακόμη και σε μια τέτοια περίπτωση η συμφωνία θα πρέπει να εγκριθεί από τα κομματικά στελέχη.
Τα μάτια στη γερμανική πολιτική σκηνή στράφηκαν από τον περασμένο μήνα στον Σουλτς από τη στιγμή που κατέρρευσαν οι διαπραγματεύσεις για τον «συνασπισμό Τζαμάικα» καθώς η συγκρότηση μιας κυβέρνησης μειοψηφίας ή μια νέα προσφυγή στις κάλπες που θα παρήγαγε σχεδόν το ίδιο αποτέλεσμα, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, δεν φάνταζαν ως βιώσιμες λύσεις.
Αρχικά ο ηγέτης των Σοσιαλδημοκρατών απέκλεισε το ενδεχόμενο να μετάσχει το κόμμα του ξανά ως ελάσσων εταίρος σ’ ένα νέο μεγάλο συνασπισμό υπό τη Μέρκελ, αλλά αναγκάστηκε να ανακρούσει πρύμνα υπό την πίεση συνεργατών του και του προέδρου της Δημοκρατίας, Φρανκ Βάλτερ Στάινμαγιερ.
Την περασμένη Δευτέρα έθεσε κόκκινες γραμμές σε μια τετρασέλιδη λίστα προκειμένου να ξεκινήσουν επίσημα διαπραγματεύσεις, όπως η κατάργηση της ιδιωτικής ασφάλισης υγείας, τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος για την καταπολέμηση της φτώχειας των ηλικιωμένων, αυστηρότερους στόχους για την προστασία του κλίματος και τον τερματισμό της απαγόρευσης να φέρουν ορισμένοι αιτούντες άσυλο μέλη της οικογένειας στη χώρα. Αλλά οι διαπραγματεύσεις αναμένονται δύσκολες, αφού το αδελφό κόμμα των Χριστιανοδημοκρατών της Μέρκελ, οι Χριστιανοκοινωνιστές της Βαυαρίας έσπευσαν να απορρίψουν τον όρο για τους αιτούντες άσυλο, καθώς επιρρίπτουν στην πολιτική των ανοικτών συνόρων που ακολούθησε η καγκελάριος την ευθύνη για τις βαριές απώλειες που υπέστησαν στις εκλογές.
Αν οι Σοσιαλδημοκράτες σύνεδροι απορρίψουν την εισήγηση του Σουλτς τότε η προοπτική συγκρότησης νέου μεγάλου συνασπισμού θα εξαλειφθεί οριστικά. Αλλά ακόμη και αν δεν την απορρίψουν, αυτό δεν σημαίνει ότι θα προκύψει αυτόματα μια νέα κυβέρνηση με τη συνεργασία των δύο παρατάξεων, απλώς ότι το SPD θα ξεκινήσει συζητήσεις για διάφορες επιλογές, περιλαμβανομένης και της στήριξης με ψήφο ανοχής μιας κυβέρνησης μειοψηφίας.
Ενόψει του συνεδρίου το SPD είναι διχασμένο σε δύο στρατόπεδα, εκείνων που δεν θέλουν με τίποτε έναν νέο μεγάλο συνασπισμό και εκείνον που τον θεωρούν «αναγκαίο κακό». Είναι χαρακτηριστικό ότι σε τελευταία δημοσκόπηση μόλις το 27,9 % των μελών του SPD τάχθηκαν υπέρ μιας νέας συγκυβέρνησης με τη Μέρκελ.
Ο βουλευτής Μάρκο Μπιούλοφ προειδοποίησε το κόμμα να μην ξεκινήσει μια νέα συμμαχία με την Χριστιανική Ένωση. «To SPD μπορεί να διακινδυνεύσει την πολιτική του επιβίωση», είπε στην εφημερίδα Frankfurter Rundschau εκφράζοντας την πεποίθηση ότι ο Μάρτιν Σουλτς θέλει την ανανέωση του κόμματος, «αλλά ακούει πολύ μια παλιά κλίκα συμβούλων, βασικός στόχος των οποίων ήταν ανέκαθεν ένας μεγάλος συνασπισμός». Από την άλλη ο εκπρόσωπος της συντηρητικής πτέρυγας των Σοσιαλδημοκρατών, Γιοχάνες Καρς απηύθυνε έκκληση στους συνέδρους να συναινέσουν στην έναρξη επαφών με τους Χριστιανοδημοκράτες. «Κανείς μέσα στο SPD δεν θέλει με όλη του την καρδιά ένα νέο μεγάλο συνασπισμό, αλλά στην παρούσα φάση το θέμα δεν είναι τα συναισθήματα, αλλά να αναλάβουμε ευθύνες κι αυτό σημαίνει ότι πρέπει τουλάχιστον να μιλήσουμε με την Ένωση», δήλωσε.
Αλλά και για τον ίδιο τον Σουλτς η επανεκλογή στην ηγεσία του κόμματος δεν αναμένεται να γίνει με το συντριπτικό ποσοστό που είχε εξασφαλίσει τον περασμένο Μάρτιο. Η βαριά ήττα στις ομοσπονδιακές εκλογές του Σεπτεμβρίου και οι μια σειρά ήττες σε τοπικές εκλογές έχουν προκαλέσει έντονη γκρίνια εις βάρος του. Κι όπως σημειώνουν αναλυτές, το SPD συνηθίζει να τιμωρεί μετά από τέτοιες ήττες τους ηγέτες του που περιέπεσαν σε δυσμένεια.
Προ διετίας ο τότε επικεφαλής των Σοσιαλδημοκρατών, Zίγκμαρ Γκάμπριελ, επανεξελέγη μ’ ένα «ταπεινωτικό» 74,3% κι αν οι σύνεδροι επιφυλάξουν ανάλογη μοίρα στον Σουλτς, τότε θα βγει αποδυναμωμένος από τη μάχη που δίνει εδώ και δύο μήνες να κρατηθεί στην ηγεσία.
OΛίντνερ αποκλείει νέα εκδοχή διερευνητικών συζητήσεων για Τζαμάικα
Στο μεταξύ ο πρόεδρος των Φιλελευθέρων Κρίστιαν Λίντνερ διέψευσε μέσω Twitter τον αντιπρόεδρο του κόμματος Βόλφγκανγκ Κούμπικι, ο οποίος άφησε χθες να εννοηθεί ότι το FDP θα μπορούσε να μετάσχει σε νέες διαβουλεύσεις για συνασπισμό με τους Χριστιανοδημοκράτες και τους Πράσινους. «Σε αυτήν την κοινοβουλευτική περίοδο η Τζαμάικα δεν αποτελεί πλέον για κανέναν θέμα», έγραψε στο twitter ο Λίντνερ.
«Ένα πράγμα είναι ξεκάθαρο: Εάν αποτύχει η προσπάθεια για μεγάλο συνασπισμό έχουμε μια νέα κατάσταση. Φυσικά και θα αξιολογήσουν οι Φιλελεύθεροι εκ νέου την κατάσταση υπό το φώς των εξελίξεων. Σε τελευταία ανάλυση δεν είμαστε δογματικοί», είχε πει χθες ο Κούμπικι στο RND πυροδοτώντας σχετικές εικασίες.
«Ο Βόλφγκανγκ ερμηνεύτηκε λάθος», διευκρίνισε στο twitter ο Κρίστιαν Λίντνερ. «Κυβερνήσεις μειοψηφίας θα τις συνοδεύαμε εποικοδομητικά. Η Χριστιανοδημοκρατική Ενωση (CDU/CSU) δεν πρέπει να αφεθεί να εκβιαστεί από τους Σοσιαλδημοκράτες», πρόσθεσε.
Ο ηγέτης των Φιλελευθέρων έγραψε επίσης ότι η δήλωση του κ. Κουμπίκι «αποτελεί έναν συνήθη κανόνα και δεν είναι καθόλου εντυπωσιακή, διότι φυσικά και θα πρέπει όλες οι πολιτικές δυνάμεις να ασχοληθούν με την κατάσταση σε περίπτωση αποτυχίας σχηματισμού κυβέρνησης μεγάλου συνασπισμού».