Σε αχαρτογράφητα ύδατα πλέει πλέον η Γερμανία μετά την αιφνιδιαστική απόφαση των Φιλελευθέρων να αποχωρήσουν τη νύχτα από τις διερευνητικές επαφές για το σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού – κίνηση που βυθίζει τη χώρα σε μια περίοδο πολιτικής αβεβαιότητας, όπου κανείς δεν μπορεί να προβλέψει την έκβασή της.
«Είναι καλύτερα να μην κυβερνήσουμε, παρά να κυβερνήσουμε εσφαλμένα», δήλωσε ο αρχηγός του FDP Κρίστιαν Λίντνερ στο Βερολίνο λίγο πριν τα μεσάνυχτα εξηγώντας ότι δεν κατέστη εφικτό να βρεθεί μια βάση εμπιστοσύνης ή ένα κοινό όραμα για τον εκσυγχρονισμό της χώρας κάτι που θεωρούσε προϋπόθεση ώστε η επόμενη κυβέρνηση να παραμείνει σταθερή καθ' όλη την τετραετή κοινοβουλευτική περίοδο.
«Μετά από εβδομάδες [διαβουλεύσεων] υπάρχουν αναρρίθμητες αντιφάσεις, ανοικτά ζητήματα και συγκρούσεις ως προς τους στόχους». Κι όπου υπήρξαν συμφωνίες, είπε, είτε εξαγοράστηκαν με χρήματα των φορολογουμένων είτε με συμβιβαστικές λύσεις.
Ο αρχηγός του FDP, Κρίστιαν Λίντνερ
Οι διαφορές ανάμεσα στα δύο κόμματα της Χριστιανικής Ένωσης (CDU και CSU) και τους Φιλελεύθερους μπορούσαν να γεφυρωθούν, είπε ο Λίντνερ. Επεσήμανε όμως ότι στη διάρκεια της χθεσινής ημέρας (Κυριακής) δεν σημειώθηκε καμία πρόοδος, αντιθέτως είχαμε οπισθοδρομήσεις, διότι αμφισβητήθηκαν συγκεκριμένοι συμβιβασμοί. «Δεν κατηγορούμε κανένα επειδή μένει πιστός στις αρχές του. Το κάνουμε όμως και εμείς αυτό», τόνισε στους δημοσιογράφους.
Έτσι η Γερμανίδα καγκελάριος βρίσκεται αντιμέτωπη με τη χειρότερη κρίση στη 12ετή θητεία της και η χώρα της, οκτώ εβδομάδες μετά τις εκλογές, μ’ ένα ασαφές πολιτικό μέλλον.
Το ευρώ υποχωρούσε έναντι του ιαπωνικού γεν και του αμερικανικού δολαρίου στις ασιατικές αγορές λίγη ώρα αφού ο επικεφαλής του νεοφιλελεύθερου FDP, ο Κρίστιαν Λίντνερ, ανακοίνωσε, περί τις 01:00 (ώρα Ελλάδας) ότι το κόμμα του αποσύρεται από τις συνομιλίες διότι δεν βρέθηκε κοινός τόπος για ζητήματα-κλειδιά.
Οι αντιδράσεις των κομμάτων
Η Άνγκελα Μέρκελ, οι συντηρητικοί της οποίας βγήκαν εξασθενημένοι από τις εκλογές που κέρδισαν μεν αλλά με μειωμένο αριθμό εδρών, δήλωσε λίγη ώρα μετά την αποχώρηση του FDP από τις διερευνητικές συνομιλίες ότι το πρωί θα ενημερώσει τον πρόεδρο της χώρας Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ ότι δεν μπορεί πλέον να σχηματίσει κυβερνητικό συνασπισμό.
«Είναι μια ημέρα βαθιάς περισυλλογής για το πώς θα προχωρήσει η Γερμανία», δήλωσε εμφανώς κουρασμένη στην κοινή συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε με τον επικεφαλής των Χριστιανοκοινωνιστών της Βαυαρίας, Χορστ Ζεχόφερ και πρόσθεσε: «Ως καγκελάριος, θα κάνω τα πάντα για να εγγυηθώ πως αυτή η χώρα θα κυβερνηθεί καλά τις δύσκολες εβδομάδες που θα έλθουν». Αλλά και ο Ζεχόφερ εξέφρασε τη λύπη για τον τερματισμό των διερευνητικών επαφών τη στιγμή που ήταν κοντά μια συμφωνία.
Υψηλόβαθμα στελέχη των Χριστιανοδημοκρατών άφησαν αιχμές για τη στάση των Φιλελευθέρων. Η αναπληρώτρια πρόεδρος του κόμματος Γιούλια Γκλέκνερ έκανε λόγο για «καλά προετοιμασμένο αυθορμητισμό» του FDP μέσω Twitter. «Αλλά συνεχίζουμε να αντιμετωπίζουμε όλους με σεβασμό, όπως και την απόφαση. Το σωστό θα ήταν όλοι οι επικεφαλής των κομμάτων να ανακοινώσουν μαζί τη ρήξη».
Κριτική για τη λήξη της προσπάθειας σχηματισμού τετραμερούς κυβέρνησης άσκησαν και οι Πράσινοι. Ο επικεφαλής τους Τζεμ Εζντεμίρ κατηγόρησε τους Φιλελεύθερους ότι δεν ήταν μόνον χθες που έδειξαν ανέτοιμοι για «συνασπισμό Τζαμάικα», ενώ ένα από τα ηγετικά στελέχη τους, ο Γιούργκεν Τριτίν έκανε λόγο για μια «δύσκολη» κατάσταση που αντιμετωπίζει η Γερμανία. «Είναι σαφές ότι βρισκόμαστε σε μια κατάσταση που η χώρα θα πρέπει για πρώτη φορά να μάθει να ζει με μια υπηρεσιακή κυβέρνηση, εκτός κι αν αλλάξουν στάση οι Σοσιαλδημοκράτες».
Οι τελευταίοι άσκησαν δριμεία κριτική στην ηγεσία των Φιλελευθέρων. Ο βουλευτής και σημαίνον στέλεχος του SPD, Καρλ Λάουτερμπαχ χαρακτήρισε «σόουμαν» τον Λίντνερ μέσω Twitter.
Από το Αριστερό Κόμμα η επικεφαλής της Κ.Ο. Σάρα Βάγκενκνεχτ κάλεσε τους Σοσιαλδημοκράτες να εξάγουν τα σωστά συμπεράσματα και να ακολουθήσουν πλέον μια αριστερή πορεία. «Οι νέες εκλογές μόνον τότε θα δημιουργήσουν πιθανότητες για νέες [κυβερνητικές] πλειοψηφίες αν οι ηττημένοι του μεγάλου συνασπισμού των τελευταίων εκλογών υιοθετήσουν νέα στάση σε προσωπικό επίπεδο αλλά και ως προς τις θέσεις τους», είπε.
Πώς σχολιάζει ο γερμανικός Τύπος το ναυάγιο
Στον Τύπο της χώρας επικρατεί απογοήτευση για την κατάρρευση των διερευνητικών επαφών. «Λες και θα ήταν ήττα ο συμβιβασμός», σχολιάζει η Sueddeutsche Zeitung.
«Έρχονται τώρα νέες εκλογές;» διερωτάται η κεντροδεξιά Frankfurter Allgemeine Zeitung, επισημαίνοντας ότι το κλειδί για μια πρόωρη προσφυγή στις κάλπες βρίσκεται στα χέρια του προέδρου της Γερμανίας.
«Και τώρα βρίσκομαστε ενώπιον της απειλής νέων εκλογών - λόγω αποδεδειγμένης ανικανότητας», υπογραμμίζει απογοητευμένη η Welt σε άρθρο γρνώμης επιρρίπτοντας την ευθύνη για την κατάρρευση των συνομιλιών κυρίως στο FDP. Κι επισημαίνει ότι «μ' αυτό το πόκερ για μια σταθερή κυβέρνηση αφυπνίζονται επικίνδυνες δυνάμεις».
«Αποτυχία σε αργή κίνηση», αναφωνεί η κεντροαριστερή Zeit πετώντας το μπαλάκι των ευθυνών στους Φιλελεύθερους. Και διερωτάται μήπως ήταν προσχεδιασμένη η αποτυχία.
Αγεφύρωτες διαφορές στο προσφυγικό, τη φορολογία και τις δημόσιες δαπάνες
Από χθες το μεσημέρι οι εκπρόσωποι των τεσσάρων κομμάτων διαπραγματεύονταν, αλλά οι διαφορές σε θέματα όπως το προσφυγικό, η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, οι δημόσιες δαπάνες και η φορολογία αποδείχθηκαν αγεφύρωτες. Ένα από τα μείζονα ζητήματα που προκαλούσαν τριβές ήταν η απαίτηση της CSU να τεθεί όριο στον αριθμό των αιτούντων άσυλο που υποδέχεται η Γερμανία κάθε χρόνο, στην οποία εναντιώνονταν οι Πράσινοι.
Το γερμανικό βιομηχανικό και εμπορικό επιμελητήριο (DIHK) έκρινε ότι μια παρατεταμένη περίοδος πολιτικής αβεβαιότητας θα ζημιώσει τη γερμανική οικονομία.
«Υπάρχει ο κίνδυνος η δουλειά στα μείζονα θέματα για το μέλλον της χώρας μας να καθυστερήσει για μια παρατεταμένη χρονική περίοδο», προειδοποίησε ο πρόεδρος του επιμελητηρίου,Έρικ Σβάιτσερ. «Οι γερμανικές εταιρείες πρέπει τώρα να προετοιμαστούν για μια πιθανόν μακρά περίοδο αβεβαιότητας. Αυτό είναι πάντα δύσκολο για την οικονομία».
Η 63χρονη Μέρκελ, στην εξουσία από το 2005, είδε την ισχύ της να μειώνεται όταν ψηφοφόροι εξοργισμένοι για την απόφασή της να ανοίξει τα σύνορα της Γερμανίας το 2015 και να επιτρέψει την έλευση ενός εκατομμυρίου και πλέον προσφύγων μέσα σε δύο χρόνια τιμώρησαν τα κυβερνητικά κόμματα, πολλοί επιλέγοντας να ψηφίσουν το ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD). Η ανησυχία αρκετών είναι ότι εάν προκηρυχθούν νέες εκλογές, η AfD θα καταλάβει ποσοστό ακόμη υψηλότερο από το σχεδόν 13% που απέσπασε τον Σεπτέμβριο.
Η αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης στη Γερμανία ενδέχεται να έχει επιπτώσεις για πολλά ζητήματα ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος, από τις μεταρρυθμίσεις στην ευρωζώνη ως την πολιτική της ΕΕ έναντι της Ρωσίας και της Τουρκίας.
Και τώρα τι γίνεται;
Οι Σοσιαλδημοκράτες είχαν ξεκαθαρίσει μετά το εκλογικό στραπάτσο του Σεπτεμβρίου ότι δεν πρόκειται να μετάσχουν σε νέο μεγάλο συνασπισμό – απόφαση που επιβεβαίωσε και την περασμένη Παρασκευή η επικεφαλής της ΚΟ Αντρέα Νάλες, αλλά και στη διάρκεια της νύχτας ο αντιπρόεδρος του SPD Ραλφ Στέγκνερ μέσω Twitter επισημαίνοντας ότι με την απόρριψη από τους Φιλελεύθερους της κυβερνητικής συμμαχίας με τα κόμματα της Χριστιανικής Ένωσης και τους Πράσινους «δεν αλλάζει η κατάσταση για το SPD».
Αν εμμείνουν σ’ αυτή τη θέση τους οι Σοσιαλδημοκράτες, τότε απομένουν μόνον δύο λύσεις: Κυβέρνηση μειοψηφίας CDU/CSU ή νέα προσφυγή στις κάλπες.
Κυβέρνηση μειοψηφίας
Σε περίπτωση που οι Χριστιανοδημοκράτες και οι Χριστιανοκοινωνιστές τα βρουν με τους Φιλελεύθερους θα υπολείπονται κατά 29 έδρες της αυτοδυναμίας και θα χρειάζονται ψήφους από άλλα κόμματα στις ψηφοφορίες στη Μπούντεσταγκ. Το ίδιο ισχύει και σε περίπτωση συμμαχίας CDU/CSU -Πρασίνων, όπου θα υπολείπονται κατά 42 έδρες της αυτοδυναμίας. Μόνον που ο Γιούργκεν Τριτίν απέκλεισε στη διάρκεια της νύχτας ενδεχόμενο σύμπραξης με τα κόμματα της Ένωσης. «Η Γερμανία πρέπει να κυβερνηθεί σταθερά και γι’ αυτό χρειάζεται πλειοψηφία στη βουλή. Αν επιμείνει η SPD στην άρνησή της, δεν γνωρίζω πώς μπορεί να προκύψει πλειοψηφία», δήλωσε στο δεύτερο δίκτυο της κρατικής τηλεόρασης, το ZDF.
Νέες εκλογές
Εφόσον εξαντληθούν όλες οι άλλες δυνατότητες ο πρόεδρος της χώρας, Φρανκ Βάλτερ Στάινμαγιερ μπορεί να διαλύσει τη βουλή και να προκηρύξει πρόωρες εκλογές. Θα πρέπει, όμως, να θέσει πρώτα σε κίνηση μια περίπλοκη διαδικασία που περιλαμβάνει και μια ψηφοφορία για την ανάδειξη της Μέρκελ ως μεταβατικής καγκελαρίου.
Αναλυτές σημειώνουν ότι μια πιθανή προσφυγή και πάλι στις κάλπες θα ενίσχυε το εθνολαϊκιστικό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) και θα έκανε ακόμη πιο δύσκολη την εύρεση πλειοψηφιών για σχηματισμό κυβέρνησης. Θεωρητικά πάντα θα υπήρχε και ένα δεύτερος γύρος διερευνητικών για σχηματισμό κυβέρνησης Τζαμάικα μετά από μια χρονική περίοδο ψυχραιμότερης αντιμετώπισης της πραγματικότητας.
Η δημόσια συζήτηση στη Γερμανία εστιάστηκε το τελευταίο διάστημα στις διαφορές πολιτικής μεταξύ των κομμάτων, αλλά τώρα αναμένεται να επικεντρωθεί στη Μέρκελ και το κατά πόσον διαθέτει ακόμη επαρκή δύναμη για να συγκρατήσει μια ισχυρή κυβέρνηση.
Καταστροφή για τη Μέρκελ
Η κατάρρευση των διερευνητικών επαφών είναι μια καταστροφή για την Μέρκελ. Αποδυναμωμένη μετά την ισχνή επίδοση του κόμματός της στις εκλογές του Σεπτεμβρίου περιορίστηκε σε ρόλο μεσολαβητή και απέτυχε. Οι Φιλελεύθεροι την εμπόδισαν να βρει ένα νέο αφήγημα και να αναπτύξει μια νέα ιδέα κυβερνητικής συμμαχίας, που θα μπορούσε να να κινηθεί πέρα απ’ τους παλιούς, δοκιμασμένους δρόμους και να επωφεληθεί από το νέο πολιτικό κλίμα που διαμορφώθηκε με μια νέα δέσμη ιδεών.
Τώρα πασχίζει για την πολιτική της επιβίωση. Το ναυάγιο της Τζαμάικα είναι δικό της ναυάγιο, σχολιάζουν πολιτικοί αναλυτές, επισημαίνοντας ότι η μέθοδος Μέρκελ -ο συνδυασμός ενός απεριόριστου ρεαλισμού με τη μέγιστη ιδεολογική ευελιξία- δεν αποδίδει πλέον.
Καταστροφικό είναι όμως το ναυάγιο και για την ίδια τη χώρα, καθώς για πρώτη φορά στη μεταπολεμική της ιστορία παραμένει άγνωστο πώς θα αποκτήσει σταθερή κυβέρνηση. «Η Γερμανία βρίσκεται σ’ ένα κρίσιμο σταυροδρόμι», σχολιάζει η Deutsche Welle. «Η οικονομική επιτυχία δεν απομακρύνει τους φόβους των ανθρώπων για ένα μέλλον, στο οποίο οι πρόσφυγες συμβολίζουν τις αβεβαιότητες που που προκαλεί ο παγκοσμιοποιημένος κόσμος. Η Γερμανία δεν είναι η μόνη χώρα που ξύπνησε σοκαρισμένη τη Δευτέρα, αλλά και ο ολόκληρη η Ευρώπη...»