Λιγότερα από τρία 24ωρα απομένουν μέχρι την πρώτη ψηφοφορία (Κυριακή, 12 Νοεμβρίου) για την ανάδειξη του αρχηγού της «κεντροαριστεράς», του νέου δηλαδή πολιτικού φορέα που θα ιδρυθεί επίσημα μετά την οριστική (αν απαιτηθεί και δεύτερος γύρος, την Κυριακή 22 Νοεμβρίου) ανακήρυξη του επικεφαλής της.
Και η τελευταία παρέμβαση του προέδρου της επιτροπής για την όλη διαδικασία, του καθηγητή κ. Νίκου Αλιβιζάτου, (ο οποίος θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι θα είναι επικεφαλής του ψηφοδελτίου Επικρατείας του νέου κόμματος, ασχέτως του ποιος θα εκλεγεί αρχηγός του) σ’ αυτή την χρονική στιγμή, εκ των πραγμάτων κρίνεται ως πολύ σοβαρή και υπεύθυνη. Και ως ύστατη προσπάθεια να διασκεδαστούν οι αρνητικές εντυπώσεις που έχουν αφήσει τόσο τα ανούσια ντιμπέϊτς μεταξύ των συνυποψηφίων, όσο και οι καταγεγραμμένες ουσιαστικές διαφορές απόψεων που τους χαρακτηρίζουν και οι οποίες δημιουργούν εύλογα ερωτηματικά ως προς την ενότητα και την λειτουργικότητα (δηλαδή, την πολιτική αποτελεσματικότητα...) του υπό δημιουργία νέου φορέα.
Πολιτικό «στίγμα» από τον κ. Αλιβιζάτο
Ο κ. Αλιβιζάτος, δεν περιορίσθηκε στο να απευθύνει έκκληση για συμμετοχή και την πρώτη αλλά και την δεύτερη Κυριακή-διευκρινίζοντας μάλιστα ότι στον δεύτερο γύρο θα έχουν δικαίωμα προσέλευσης και ψήφου μόνον όσοι ψήφισαν την πρώτη Κυριακή, δηλαδή μεθαύριο. Ο κ. Αλιβιζάτος, προχώρησε ένα βήμα παραπέρα, με μια ουσιαστική καθαρά πολιτική τοποθέτηση, που εκτιμήθηκε ως ύστατη προσπάθεια να δοθεί ένα συγκεκριμένο στίγμα στην υπό διαμόρφωση «κεντροαριστερά», απολύτως χρήσιμης μετά την θολούρα ως προς την «επόμενη μέρα» που καλλιέργησαν οι κόντρες και οι διαφορές των υποψηφίων. Μίλησε, συγκεκριμένα, για την αναγκαιότητα επιτυχίας του εγχειρήματος καθώς, όπως είπε, «όλες οι μεγάλες τομές και μεταρρυθμίσεις στη χώρα είναι ιστορικά συνδεδεμένες με την προοδευτική παράταξη, ενώ οι αποτυχίες με τη συντηρητική παράταξη πλην της περιόδου του Κωνσταντίνου Καραμανλή».
Και θέλοντας, προφανώς, να δείξει τον αναγκαίο προσανατολισμό του νέου κόμματος,υπογράμμισε με σημασία ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ δεν επιθυμεί τις μεταρρυθμίσεις και κατά βάθος επιδιώκει τη ρήξη, ενώ ο Κυριάκος Μητσοτάκης θέλει να γίνουν μεταρρυθμίσεις, αλλά δεν το επιτρέπουν οι δομές της συντηρητικής παράταξης. Αυτό το κενό πρέπει να καλύψει η προοδευτική παράταξη, παρά τον κατακερματισμό και τις διαφωνίες, κι όποτε το έκανε η χώρα πήγε μπροστά», υπογράμμισε ο Νίκος Αλιβιζάτος
Το επίμαχο της συμμετοχής
Το επίμαχο, όπως προκύπτει και από δηλώσεις των 9 συνυποψηφίων, είναι η συμμετοχή που θα εκδηλωθεί σ’ αυτήν την διαδικασία. Ο κ. Θεοδωράκης του Ποταμιού, κρίνει ότι κάτω από 200.000 θα είναι μεγάλη αποτυχία, ο κ. Μανιάτης θα θεωρήσει επιτυχία την προσέλευση 150.000 «μελών και φίλων», η κ. Γεννηματά έχει αποφύγει να ορίσει με συγκεκριμένο αριθμό τον «πήχη» της απαιτούμενης συμμετοχής, για να θεωρηθεί επιτυχής η διαδικασία και απλώς ελπίζει «να είναι μεγάλη», ενώ άλλοι κρίνουν ότι και με 100.000 προσελεύσεις στις κάλπες, θα «είναι καλά».
Δεδομένης της συγκυρίας, των προβλημάτων λόγω κρίσης που βάρυναν τον συγκεκριμένο πολιτικό χώρο, της σταδιακής εκλογικής απίσχανσης του βασικού κορμού του χώρου, του ΠΑΣΟΚ, αλλά και της γενικής απαξίωσης της κοινωνίας προς το πολιτικό σύστημα, θα ήταν άδικο να συγκριθούν οι σημερινές προσδοκίες συμμετοχής, με εκείνη που εξασφάλισε η «εκλογή» του Γιώργου Παπανδρέου από περίπου 1 εκατομμύριο μέλη και φίλους του Κινήματος, όπως τουλάχιστον είχε υποστηριχθεί από την Χαριλάου Τρικούπη..
Είναι, όμως, σίγουρο ότι για την όποια επιτυχία,αξιοπιστία και δυναμική ελπίζουν να έχει ο νέος φορέας όλες οι δυνάμεις κι τα πρόσωπα που τον οραματίζονται μεγάλο ρόλο θα παίξει η συμμετοχή στην διαδικασία ανάδειξης του νέου αρχηγού. Από την στιγμή, μάλιστα, που το νέο κόμμα ουσιαστικά θα ιδρυθεί από τον μελλοντικό αρχηγό του, σε μια λογική... αντιστροφή της φυσιολογικής πορείας των πραγμάτων.