Μπορεί η περιπετειώδης εκταμίευση των 800 εκατ. ευρώ να έφερε χαμόγελα στην Αθήνα, ωστόσο βρισκόμαστε τουλάχιστον 5 δισ. ευρώ μακριά από τον σχεδιασμό της τελευταίας φάσης του προγράμματος, λόγω των καθυστερήσεων στην υλοποίηση των προαπαιτούμενων.
Μετά την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης τον περασμένο Ιούνιο, οι Ευρωπαίοι έβαλαν κάτω τις δανειακές ανάγκες της χώρας καθώς και το τεράστιο stock των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου, καταλήγοντας στο πώς μπορούν να εκταμιευθούν δόσεις ως το καλοκαίρι του 2018. Έτσι, τον Οκτώβριο, με την ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης θα εκταμιεύονταν 5 δισ. ευρώ -θα είχε προηγηθεί η εκταμίευση της υποδόσης των 800 εκατ. ευρώ- τον Ιανουάριο άλλα 5 δισ. ευρώ, 5 δισ. ευρώ ακόμα τον Απρίλιο και 3,4 δισ. ευρώ τον Ιούλιο του 2018, πριν από τη λήξη του προγράμματος. Δηλαδή, συνολικά 18,4 δισ. ευρώ, υπό την προφανή προϋπόθεση οι αξιολογήσεις να «τρέχουν».
Αυτή τη στιγμή, στο καλύτερο σενάριο, η αξιολόγηση δεν αναμένεται να ολοκληρωθεί νωρίτερα από τις αρχές του Ιανουαρίου, δηλαδή περίπου δυόμισι μήνες αργότερα από τον προγραμματισμό, αφού, αν και μπαίνουμε στον Νοέμβριο, μόλις και μετά βίας έχει καλυφθεί το 20% των 95 προαπαιτούμενων. Κι αυτό σημαίνει ότι η προγραμματισμένη εκταμίευση των 5 δισ. ευρώ μεταφέρεται για το 2018. Υπάρχει περίπτωση να έρθει διπλή δόση, δηλαδή τα 5 δισ. ευρώ της τρίτης αξιολόγησης + τα 5 δισ. ευρώ του Ιανουαρίου; Με τα σημερινά δεδομένα, κάτι τέτοιο θα πρέπει να θεωρείται απίθανο.
Στην πραγματικότητα από αυτά τα 18,4 δισ. ευρώ, τα μόνα που θα πρέπει να θεωρούνται σίγουρα είναι τα 5 δισ. ευρώ της τρίτης αξιολόγησης, καθώς, αν εξαιρέσει κανείς την τελική αξιολόγηση, όπου θα κριθεί συν τοις άλλοις αν η Ελλάδα μπορεί να πετύχει τους δημοσιονομικούς στόχους του 2019 ή θα πρέπει να έρθει νωρίτερα η περαιτέρω μείωση του αφορολογήτου, κανείς δεν βάζει το χέρι του στη φωτιά ότι θα έχουν προηγηθεί δύο ή έστω μια ακόμα «επίσκεψη» των Θεσμών στην Αθήνα.
«Άγνωστος Χ» παραμένει το ΔΝΤ
Αν και έχει επιβάλει ως τώρα τη σκληρή γραμμή του στα δημοσιονομικά, υποχρεώνοντας την ελληνική πλευρά, εκτός των άλλων, στην ψήφιση προληπτικών μέτρων για τη διετία 2019-2020, δηλαδή για τη διετία μετά τη λήξη του τρίτου Μνημονίου, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα χρηματοδοτήσει περαιτέρω την Ελλάδα. Υπενθυμίζεται ότι η τελευταία εκταμίευση του ΔΝΤ προς τη χώρα ήταν στις 30 Μαΐου του 2014 και ανερχόταν στα 3,4 δισ. ευρώ.
Το πρόβλημα για την ελληνική πλευρά δεν είναι φυσικά αν το Ταμείο θα βάλει το χέρι στην… τσέπη, αλλά αν θα εγείρει νέες απαιτήσεις στη διάρκεια των επόμενων μηνών, προκαλώντας καθυστερήσεις και αναταράξεις. Ήδη το ΔΝΤ έχει προειδοποιήσει πως η πρώτη του αξιολόγηση, θεωρητικά μέσα στον Φεβρουάριο, θα είναι επικεντρωμένη στο τραπεζικό σύστημα, ενώ ουδείς τρέφει αυταπάτες ότι το Ταμείο θα αφήσει στην τύχη του τον Προϋπολογισμό του 2018, αν εντοπίσει εστίες κινδύνου μέσα στο πρώτο τρίμηνο του επόμενου έτους.
Από το συνολικό «πακέτο» των 86 δισ. ευρώ, έχουν εκταμιευθεί ως τώρα 40,2 δισ. ευρώ. Ακόμα κι αν δοθεί το σύνολο των 18,4 δισ. ευρώ -ενδεχόμενο λίαν αμφίβολο- που προβλέπει ο σχεδιασμός του ESM ως το επόμενο καλοκαίρι, μένουν στον «κουμπαρά» του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας περίπου 27,5 δισ. ευρώ. Το ερώτημα που «καίει» προ πολλού τους αναλυτές είναι τι θα γίνει με αυτό το «πακέτο», το οποίο, ειρήσθω εν παρόδω, ανταποκρίνεται στις χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας ως το τέλος του 2022...