Ένα από τα χειρότερα εγκλήματα που έχουν δει το φως της ημέρας στην Ελλάδα, χαρακτήρισε τη δολοφονία του 63χρονου ναυτικού, ο εισαγγελέας της έδρας, υποστηρίζοντας ότι τόσο η πρώην σύζυγός του όσο και η συγκατηγορουμένη της σκότωσαν με την βοήθεια των συνεργών τους, σε ήρεμη ψυχική κατάσταση.
«Ήταν το τέλος αυτό που άξιζε στον άνθρωπο αυτό, όποιος κι αν ήταν;» διερωτήθηκε ο εισαγγελικός λειτουργός, λέγοντας «από την αρχαία Ελλάδα υπήρχε ένας σεβασμός στο νεκρό. Ο συγκεκριμένος άνθρωπος αντί για τάλαντα και τιμές έλαβε έναν καταψύκτη».
Σύμφωνα με τον εισαγγελέα, στόχος της πρώην συζύγου ήταν να πάρει την περιουσία του ναυτικού και επειδή δεν μπορούσε να εκτελέσει το σχέδιο της, προχώρησε ένα βήμα περισσότερο. Ο εισαγγελικός λειτουργός εξέφρασε την βεβαιότητα πως η κατηγορούμενη λειτούργησε μεθοδικά και με ένα δόλιο σχέδιο, επιχειρώντας να αφαιρέσει όλες τις υποψίες από πάνω της. Μάλιστα, ο εισαγγελέας ήταν καταπέλτης και για την 27χρονη κατηγορούμενη στην οποία απέδωσε κομβικό ρόλο στην υπόθεση, αφού γνώρισε στη φίλη της τόσο τον άνδρα που διαφεύγει όσο και τους άλλους δράστες.
«Εξύφαινε μέρα- μέρα το εγκληματικό της σχέδιο. Ηρθε σε επαφή με τον τρίτο κατηγορούμενο από τον οποίο ζήτησε έναν καταψύκτη και στη συνέχεια ισχυρίστηκε πως ήταν φιλοξενούμενη σε φιλικό σπίτι, γεγονός που δεν το ανέφερε ο συγκεκριμένος άνθρωπος διότι στην πραγματικότητα έμενε στο σπίτι που έγινε το έγκλημα...Τον κάλεσε να έρθει στο σπίτι, ενώ η παγίδα ήταν έτοιμη με το πρόσχημα ότι το παιδί ήταν άρρωστο. Ήταν όλη η συμμορία μέσα στο σπίτι και τον περίμεναν, τον χτύπησαν, τον οδήγησαν στο δωμάτιο και τον στραγγάλισαν» τόνισε ο εισαγγελέας.
Ο εισαγγελέας απευθύνθηκε στους ενόρκους τους οποίους κάλεσε να μην πιστέψουν τους ισχυρισμούς της 50χρονης ότι ήθελε μόνο να απειλήσουν τον πρώην σύζυγο της και να μην συγκινηθούν από τα δάκρυα της.
«Απευθύνομαι στους ενόρκους και λέω να μη συγκινηθούν από τα δάκρυα των κατηγορουμένων. Μπορεί να ήταν δάκρυα τύψης και όχι αθωότητας...».