Αντιμέτωπες με αυξανόμενη βία, έλλειψη χρηματοδότησης και κλειστά ανδροκρατούμενα δίκτυα, πολλές γυναίκες διστάζουν να ασχοληθούν με την πολιτική, αναφέρουν οι ειδικοί.
Μόλις ένας στους τέσσερις κοινοβουλευτικούς σε όλο τον κόσμο είναι γυναίκα, λιγότερο από ένας στους πέντε υπουργούς είναι γυναίκα και ο αριθμός των γυναικών ηγετών αναμένεται να μειωθεί φέτος από 17 σε 15, σύμφωνα με έρευνες.
Ωστόσο έχει γίνει ευρέως αποδεκτό ότι όταν οι γυναίκες βρίσκονται σε ηγετικές θέσεις, σε τοπικό ή εθνικό επίπεδο, υπάρχει διαφορά, με τις γυναίκες να θέτουν στην ατζέντα ζητήματα που συχνά παραβλέπονται, όπως η βία εναντίον τους και η ενδυνάμωσή τους.
Στόχος η ίση εκπροσώπηση των γυναικών στην πολιτική ως το 2030
Με τους παγκόσμιους στόχους του ΟΗΕ, τους Βιώσιμους Αναπτυξιακούς Στόχους, να περιλαμβάνουν και την ίση εκπροσώπηση των γυναικών στην πολιτική ως το 2030, οι βουλευτίνες και οι ειδικοί σε θέματα γυναικών τονίζουν ότι πρέπει να αλλάξει ο τρόπος που λειτουργεί η πολιτική.
Επισημαίνουν ότι τα πολιτικά κόμματα θα πρέπει να αρχίσουν να προσελκύουν γυναίκες, οι γυναίκες πολιτικοί να στηρίζονται και τα κοινοβούλια να πάψουν να μοιάζουν με «αντρικά κλαμπ».
Η Σιλβάνα Κοχ-Μέριν, ιδρύτρια του Women In Parliaments a Global Forum (WIP), ένα δίκτυο βουλευτίνων, αναφέρει ότι ο αριθμός των γυναικών στα κοινοβούλια έχει αυξηθεί, ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι έχουν αλλάξει οι πολιτικές ή η δυναμική στη λήψη αποφάσεων.
«Σε κάποιες χώρες ο πραγματικό κύκλος εξουσίας παραμένει ανέγγιχτος», δήλωσε η Κοχ- Μέριν στο Thomson Reuters Foundation.
«Μπορεί κανείς να βρει πολλές γυναίκες ενεργές σε μη κυβερνητικές οργανώσεις και άλλες οργανώσεις, όμως αρνούνται να ενταχθούν σε ένα πολιτικό κόμμα διότι σπαταλιέται τόσος χρόνος σε πισώπλατα μαχαιρώματα και στη δημιουργία σχέσεων και λιγότερος στην επεξεργασία πολιτικών (…) Μπορούν να κερδίσουν περισσότερα ασχολούμενες με τις επιχειρήσεις», πρόσθεσε.
«Ωστόσο το θετικό είναι ότι πλέον είναι ευρέως αποδεκτό πως οι γυναίκες είναι απαραίτητες για την ανάπτυξη της κοινωνίας και την ύπαρξη ίσων ευκαιριών, τόσο στις ανεπτυγμένες όσο και στις αναπτυσσόμενες χώρες», σημείωσε η Κοχ- Μέριν.
Τα στοιχεία από την Διακοινοβουλευτική Ένωση (IPU), έναν διεθνή οργανισμό, δείχνουν ότι οι γυναίκες κατείχαν το 23,6% των εδρών σε 193 κοινοβούλια την 1η Σεπτεμβρίου 2017, αύξηση σε σχέση με το 17,7% που ήταν πριν από μία δεκαετία και από το 11,8% το 1997.
Δεν υπάρχει καμία διεθνής έρευνα που να καταδεικνύει κάποια σύνδεση μεταξύ της παρουσίας των γυναικών στην πολιτική και αλλαγές στη λήψη αποφάσεων, όμως κάποιες έρευνες σε εθνικό επίπεδο έχουν δείξει ότι υπάρχει θετική επίδραση.
Για παράδειγμα, μια έρευνα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι όταν συμμετέχουν γυναίκες σε μια διαδικασία ειρήνευσης -ως μάρτυρες, μεσολαβήτριες ή διαπραγματεύτριες- υπάρχει αύξηση 20% στις πιθανότητες να βρεθεί λύση που θα διαρκέσει τουλάχιστον δύο χρόνια.
Βουλευτίνες πρωτοστατούν
Η πρόεδρος της Χιλής Μισέλ Μπατσελέτ διαδραμάτισε φέτος κεντρικό ρόλο στην υιοθέτηση νέας νομοθεσίας που επιτρέπει τις αμβλώσεις όταν βρίσκεται σε κίνδυνο η ζωή της μητέρας, όταν το έμβρυο δεν έχει πιθανότητες επιβίωσης ή όταν η εγκυμοσύνη είναι αποτέλεσμα βιασμού. Μέχρι πρότινος οι αμβλώσεις στη Χιλή απαγορεύονταν εντελώς.
Στο Μαλάουι οι βουλευτίνες πρωτοστάτησαν στην τροποποίηση του Συντάγματος που κατέστησε παράνομο τον γάμο παιδιών.
Πλέον τα 18 είναι η νόμιμη ηλικία γάμου.
Η βουλευτίνα Ουάφα Μπάνι Μουστάφα, μια από τις 20 γυναίκες στην κάτω βουλή της Ιορδανίας σε σύνολο 130 βουλευτών, δήλωσε ότι τα σημαντικότερα επιτεύγματά της στη διάρκεια των τριών θητειών που έχει υπηρετήσει αφορούσαν στην προάσπιση των δικαιωμάτων των γυναικών, όπως η προστασία τους στην περίπτωση διαζυγίου και η ποινικοποίηση της σεξουαλικής παρενόχλησης.
Ωστόσο είναι περισσότερη περήφανη για τη νίκη της τον Αύγουστο, όταν το ιορδανικό κοινοβούλιο ψήφισε για να ακυρωθεί ο νόμος που επέτρεπε στους βιαστές να μην τιμωρούνται, αν δεχόντουσαν να παντρευτούν το θύμα τους.
Η Μπάνι εξήγησε ότι συχνά οι γονείς των θυμάτων δεχόντουσαν αυτούς τους γάμους για να περιορίσουν «την οικογενειακή ντροπή», όμως τόνισε ότι κανένα κορίτσι δεν θα πρέπει «να παρουσιάζεται ως δώρο» στον βιαστή του.
Ακόμη όμως και όταν οι γυναίκες εκλέγονται στα κοινοβούλια, κάποιες φορές είναι δύσκολο να παραμείνουν στη θέση τους.
«Βλέπουμε γυναίκες να εγκαταλείπουν την έδρα τους ή να μην θέτουν ξανά υποψηφιότητα γιατί υπάρχουν τόσα πολλά εμπόδια στο πολιτικό σύστημα», δήλωσε η Τζούλι Μπάλινγκτον, σύμβουλος πολιτικής σε θέματα πολιτικής συμμετοχής στον ΟΗΕ Γυναίκες.
«Τα αυξανόμενα επεισόδια βίας εναντίον των γυναικών που συμμετέχουν στην πολιτική ζωή επίσης αποτρέπουν πολλές γυναίκες από το να θέτουν υποψηφιότητα», πρόσθεσε. «Όμως το να έχουμε γυναίκες στην εξουσία αλλάζει τις φιλοδοξίες και δείχνει ότι οι γυναίκες μπορούν να είναι ηγέτιδες», τόνισε.
Οι βουλευτίνες κατήγγειλαν ότι ο αυξανόμενος αριθμός επιθέσεων στους ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης, καθώς και οι σωματικές επιθέσεις στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας αποτρέπουν πολλές γυναίκες από το να θέσουν υποψηφιότητα, όπως και η συνεχής προσοχή που δίνεται στην εξωτερική τους εμφάνιση.
Μια έρευνα της IPU πέρυσι κατέληξε στο συμπέρασμα ότι σχεδόν το 45% των βουλευτίνων έχουν δεχθεί απειλές για τη ζωή τους ή για βιασμό, ξυλοδαρμό και απαγωγή στη διάρκεια της θητείας τους, ενώ περισσότερο από το 80% έχουν αντιμετωπίσει ψυχολογική κακοποίηση, κυρίως στους ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης.
Η χώρα με τις περισσότερες γυναίκες στην κάτω βουλή της είναι η Ρουάντα, όπου οι γυναίκες κατέχουν το 61,3% των εδρών. Μετά τη γενοκτονία του 1994, το 70% του πληθυσμού της χώρας ήταν γυναίκες. Νωρίτερα οι γυναίκες κατείχαν μόνο το 10-15% των εδρών.
Ακολουθεί η Βολιβία, όπου οι γυναίκες κατέχουν το 53,1% των εδρών και η Κούβα με 48,9%.
Ακόμη πέντε χώρες σε σύνολο 193 που περιλαμβάνονται στον κατάλογο της IPU δεν έχουν καμία βουλευτίνα. Μεταξύ αυτών είναι το Κατάρ και η Υεμένη στη Μέση Ανατολή, και το Βανουάτου, η Μικρονησία και η Παπούα- Νεά Γουινέα στον Ειρηνικό.
Στη Μικρονησία δεν έχουν θέσει υποψηφιότητα ποτέ γυναίκες στις εκλογές, ενώ η Παπούα- Νέα Γουινέα, η οποία κατέχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά βίας εναντίον των γυναικών, δεν εξέλεξε φέτος καμία γυναίκα στο κοινοβούλιό της για πρώτη φορά έπειτα από 25 χρόνια.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ