Η Γαλλία βρίσκεται αντιμέτωπη με μια μεγάλη έλλειψη βουτύρου που πολλοί τη χαρακτηρίζουν ως τη χειρότερη από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και παρόλο που οι αρτοποιοί παλεύουν για να φτιάξουν τα πεντανόστιμα κρουασάν τους, αρνούνται να υποκύψουν στην οικονομική πίεση και να χρησιμοποιήσουν μαργαρίνη.
Η νέα μανία της Δύσης για τα λιπαρά αλείμματα, σε συνδυασμό με την αυξανόμενη ζήτηση για γαλλικά αρτοσκευάσματα στην Ασία, έχουν δημιουργήσει ελλείψεις στο βούτυρο στην πατρίδα των κρουασάν.
Σε όλη τη χώρα, τα καταστήματα δυσκολεύονται να γεμίσουν τα ράφια τους. «Λόγω έλλειψης γαλλικού γάλακτος, οι προμηθευτές μας δεν μπορούν να εκπληρώσουν τις παραγγελίες βουτύρου μας» ανέφερε μία πινακίδα την περασμένη εβδομάδα σε ένα σούπερ μάρκετ στην βόρεια πόλη Ρουέν, που βρίσκεται στην καρδιά της Νορμανδίας.
Ακόμη και στο Παρίσι όμως, μια από τις πιο δημοφιλείς μάρκες βουτύρου – μια αλμυρή ποικιλία από την δυτική περιοχή της Βρετάνης – έχει εξαφανιστεί.
«Οι πελάτες συγκεντρώνουν προμήθειες, ιδιαίτερα οι ιδιοκτήτες εστιατορίων. Προς το παρόν, μπορούμε να το διαχειριστούμε, αλλά αναμένουμε μεγαλύτερες ελλείψεις» δήλωσε ο διευθυντής ενός καταστήματος.
Η αναταραχή στην αγορά βουτύρου άρχισε όταν η Ευρωπαϊκή Ένωση κατάργησε το σύστημα ποσοστώσεων γάλακτος το 2015. Η κίνηση προκάλεσε αρχικά μια «πλημμύρα» στις προμήθειες γάλακτος, προκαλώντας κατάρρευση των παγκόσμιων τιμών που ώθησαν τους γαλακτοπαραγωγούς να μειώσουν στη συνέχεια την παραγωγή τους. Η μείωση της παραγωγής ήρθε την ώρα που το βούτυρο άρχισε να κατακτά τη Δύση, έπειτα από έρευνες που υποδηλώνουν πως τα κορεσμένα λίπη – τα οποία συνδέονται με καρδιακές παθήσεις – δεν είναι τόσο επιβλαβή όπως θεωρούνταν μέχρι πρότινος.
«Η αποκατάσταση των ζωικών λιπών έχει προκαλέσει μία έκρηξη στη ζήτηση βουτύρου σε όλο τον κόσμο» δήλωσε ο Τζέραρντ Κάλμπριξ, επικεφαλής οικονομικών υποθέσεων στην Ένωση Γάλλων παραγωγών γαλακτοκομικών προϊόντων.
Η αύξηση της ζήτησης είναι ιδιαίτερα έντονη στις αναδυόμενες οικονομίες, όπως η Κίνα και η Μέση Ανατολή, όπου τα κρουασάν και άλλες βουτυρώδεις απολαύσεις γίνονται όλο και περισσότερο της μόδας.
Η αύξηση της ζήτησης προκάλεσε πτώση των τιμών, ενώ το βιομηχανικό βούτυρο αυξήθηκε από τα 2.500 ευρώ τον τόνο τον Απρίλιο του 2016 στα 7.000 ευρώ τον τόνο αυτό το καλοκαίρι.
«Εάν αυτό συνεχιστεί, θα πρέπει να αυξήσουμε τις τιμές μας επειδή πρέπει να πληρώσουμε μισθούς» δήλωσε ο Χοσέ Πιρς, διευθυντής ενός πολυσύχναστου αρτοποιείου στην περιοχή Montorgueil του κεντρικού Παρισιού, που χρησιμοποιεί μόνο εξαιρετικής ποιότητας βούτυρο για τις δημιουργίες του.
«Η μαργαρίνη δεν υποκαθιστά το βούτυρο»
Όπως και πολλοί άλλοι αρτοποιοί που έδωσαν συνέντευξη στο AFP, απέκλεισε την υποκατάσταση του βουτύρου με φθηνότερη μαργαρίνη στα κρουασάν του και τα σάντουιτς του.
«Δεν μπορούμε να αλλάξουμε τη συνταγή. Αυτό θα ήταν αντιεπαγγελματικό» δήλωσε.
Ο Τιερί Λούκας, ιδιοκτήτης αρτοποιείου στην περιοχή Finistere της Νορμανδίας, δήλωσε ότι αύξησε τις τιμές των κρουασάν του κατά 5 σεντς για την κάλυψη των εξόδων του. Για να εξοικονομήσει χρήματα, είχε αρχίσει να αγοράζει του βούτυρό του από ένα σούπερ μάρκετ που δεν είχε ακόμη αυξήσει τις τιμές του, εξοικονομώντας πάνω από 1.000 ευρώ τον τόνο.
Δεν μπόρεσαν όμως όλοι να βρουν λύση. Στην κεντρική περιοχή Cher, ο Κλοντ Φρανσουάζ, ιδιοκτήτης ενός μικρού ζαχαροπλαστείου, δήλωσε ότι μείωσε τις εργάσιμες ώρες κατά 70% επειδή δεν μπορούσε να βρει αρκετό βούτυρο για να διατηρήσει την παραγωγή. «Έχουμε ελλείψεις από τον Αύγουστο. Λαμβάνουμε μόνο έναν τόνο την εβδομάδα όταν χρειαζόμαστε τρεις τόνους... Δεν μπορούμε αν συνεχίσουμε έτσι για πολύ» δήλωσε.