Μορφή χιονοστιβάδας παίρνουν οι αποκαλύψεις γύρω από την σεξουαλική κακοποίηση στον χώρο του θεάματος στις ΗΠΑ μετά το σκάνδαλο Γουάινσταϊν.
Τη σκυτάλη πήρε ένα πρώην μέλος των Pussycat Dolls, που υποστήριξε ότι το γυναικείο συγκρότημα λειτουργούσε ως «κύκλωμα πορνείας» κι ότι τα μέλη του γκρουπ αναγκάζονταν να έχουν σεξουαλικές επαφές με διευθυντικά στελέχη της βιομηχανίας του θεάματος.
Η Kaya Jones
Η 33χρονη Kaya Jones με μια σειρά tweets το Σαββατοκύριακο εξαπέλυσε σφοδρά πυρά κατά μάνατζερ και διευθυντικών στελεχών ότι εκμεταλλεύονταν σεξουαλικά το συγκρότημα στο οποίο εκείνη εντάχθηκε όταν ήταν έφηβη ακόμη το 2003.
«Η δική μου αλήθεια. Δεν ήμουν σε γυναικείο γκρουπ. Ήμουν σε ένα κύκλωμα πορνείας. Α, και παράλληλα τύχαινε να τραγουδάμε και να είμαστε διάσημες. Τα λεφτά τα έβγαζαν εκείνοι στους οποίους ανήκαμε», έγραψε. «Πόσο άσχημο ήτανς ρωτά ο κόσμος. Αρκετά άσχημο για να εγκαταλείψω τα όνειρά μου, τις συναδέλφους μου στο γκρουπ κι ένα συμβόλαιο 13 εκατομμυρίων δολαρίων. Γνωρίζαμε ότι θα γίνουμε νούμερο ένα», πρόσθεσε.
H Robin Antin
Η Robin Antin, που ίδρυσε τις Pussycat Dolls, έσπευσε να απορρίψει τους ισχυρισμούς της Jones ως «αηδιαστικά γελοία ψέμματα», κατηγορώντας την ότι «αποζητεί το δικό της 15λεπτο διασημότητας». Κι υποστήριξε ότι η Jones δεν ήταν ποτέ πραγματικό μέλος του group, αλλά μια από τις δεκάδες μουσικούς που έκαναν δοκιμαστικά.
Δεν είναι η πρώτη φορά που η Jones καταγγέλλει κάτι τέτοιο. Το έχει ξανακάνει πριν από τουλάχιστον δέκα χρόνια, αλλά ουδέποτε κατονόμασε συγκεκριμένους άνδρες ότι εκμεταλλεύτηκαν την ίδια και τις συναδέλφους της σεξουαλικά.
Σε συνέντευξη που παραχώρησε το Σαββατοκύριακο είπε ότι αποφάσισε να προβεί τώρα στις αποκαλύψεις επειδή επηρεάστηκε βαθιά από το μακελειό στη συναυλία στο Λας Βέγκας, που έγινε λίγη ώρα αφότου η ίδια αποχώρησε για να πάει σ’ ένα κοντινό μπαρ ενός φίλου της εκεί κοντά.
Οι Pussycat Dolls είναι ένα από τα πλέον εμπορικά γυναικεία συγκροτήματα όλων των εποχών και μέχρι τη διάλυσή τους το 2010 είχαν πουλήσει 53 εκατομμύρια δίσκους παγκοσμίως.
Η Jones εγκατέλειψε το γκρουπ το 2005, μετά από μόλις δύο χρόνια συμμετοχής. Σύμφωνα με όσα κατήγγειλε τα μέλη του συγκροτήματος υποχρεούνταν να κοιμούνται με διευθυντικά στελέχη:
«Για να είσαι μέλος της ομάδας πρέπει να παίζεις ομαδικά. Δηλαδή να κοιμάσαι με όποιον σου λένε. Αν δεν το κάνεις δεν έχουν τίποτε εναντίον σου. Που σημαίνει ότι αφού σε “βγάλουν στο κλαρί” ή σε εθίσουν στα ναρκωτικά, το χρησιμοποιούν εναντίον σου. Θυματοποιούν ξανά το θύμα».
Η Jones εξαπέλυσε σφοδρές κατηγορίες και κατά της Robin Antin αναφερόμενη, όπως φαίνεται, στην αυτοκτονία το 2014 της Simone Battle, μέλους των G.R.L., ενός άλλου γυναικείου συγκροτήματος που ίδρυσε η Antin.
«Θέλω να ομολογήσει η μάνα του λημεριού της κόλασης γιατί αυτοκτόνησε άλλο ένα από τα κορίτσια των γυναικείων συγκροτημάτων της. Πες στον κόσμο πώς μας διέλυσες νοητικά», έγραψε σε ένα από τα tweet της.
«Η Robin και η δισκογραφική της εταιρεία έβγαζαν όλα τα λεφτά. Εμείς ως Pussycat Dolls πληρωνόμασταν 500 δολάρια τη βομάδα, την ώρα που μας κακοποιούσαν και μας χρησιμοποιούσαν. Είναι γεγονός!»
Η Jones είπε ότι είχε προσπαθήσει και στο παρελθόν να μιλήσει, αλλά τα ΜΜΕ κώφευαν. Τώρα, ένιωσε ότι ήρθε η ώρα:
«Ελπίζω να βγουν κι άλλες γυναίκες και άνδρες και να μιλήσουν για την κακοποίηση που υπέστησαν και τον πόνο που ένιωσαν. Πρέπει να χύσουμε άπλετο φως σ’ αυτό το θέμα στη βιομηχανία του θεάματος».