Επενδύσεις πάνω από 300 εκατ. ευρώ και 10.000 θέσεις εργασίας έχουν χαθεί τα τελευταία τέσσερα χρόνια στη Στερεά Ελλάδα από τα λουκέτα που έβαλαν βιομηχανικές και μεταποιητικές επιχειρήσεις.
Περισσότερες από 100 επιχειρήσεις ανέστειλαν τις εργασίες τους ή έκλεισαν οριστικά ενώ αρκετές μετέφεραν τις δραστηριότητές τους σε γειτονικές χώρες των Βαλκανίων. Η οικονομική κρίση έπληξε ιδιαίτερα την άτυπη Βιομηχανική Συγκέντρωση των Οινοφύτων Σχηματαρίου επισημαίνει ο πρόεδρος του Συνδέσμου Βιομηχανιών Στερεάς Ελλάδας κ. Ν. Κουδούνης.
Σε ειδικό αφιέρωμα του ΣΕΒ «Η Ελλάδα που παράγει» ο κ. Κουδούνης σημειώνει:
Η κατακρήμνιση της εγχώριας αγοράς τα capital controls, η στενότητα των χρηματοδοτήσεων, το υψηλό κόστος ενέργειας και η υψηλή φορολογία δημιούργησαν περαιτέρω ύφεση και κυρίως αρνητική ψυχολογία και άπνοια επενδύσεων. Η περαιτέρω επιδείνωση της πληθυσμιακής εξέλιξης της Περιφέρειας (μείωση στη δεκαετία κατά 9,66% έναντι 1,61 στο σύνολο της επικράτειας), σε συνδυασμό με την ταχύτερη πληθυσμιακή γήρανση (163,2 ηλικιωμένοι ανά 100 παιδιά, έναντι 137 ανά 100 παιδιά σε επίπεδο χώρας).
Σήμερα που η Οικονομία διέρχεται σοβαρή κρίση, ο πυλώνας Βιομηχανία ο οποίος συμμετέχει στη διαμόρφωση του ΑΕΠ σε ποσοστό 9% με μέσο όρο ΕΕ 16% και στόχο για την ΕΕ 20%, χρειάζεται περισσότερο από ποτέ μία νέα βιομηχανική πολιτική προσαρμοσμένη σε ένα νέο Εθνικό Στρατηγικό Σχεδιασμό.
Ο ΣΒΣΕ έχει ήδη προτείνει την ίδρυση Συμβουλίου Βιομηχανικής Πολιτικής που πιστεύουμε ότι θα συμβάλει με εποικοδομητικές προτάσεις στη χάραξη της αναπτυξιακής πολιτικής, στη διαμόρφωση της ενεργειακής πολιτικής, στη βελτίωση των αδειοδοτικών διαδικασιών και στην εμπέδωση κλίματος αξιοπιστίας και σταθερότητας του κράτους απέναντι στους εγχώριους και ξένους επενδυτές.
Δεν είναι δυνατό να περιμένει κανείς ανάπτυξη με το ισχύον φορολογικό καθεστώς τη στιγμή που στη γειτονιά μας υπάρχει πολύ ελκυστική φορολογική αντιμετώπιση. Άλλωστε οι προσδοκώμενοι να εισπραχθούν φόροι πρέπει να βασίζονται περισσότερο στη διεύρυνση της φορολογικής βάσης και όχι στο ύψος του ποσοστού με το οποίο υπολογίζονται.
Κανείς δεν πιστεύει ότι θα δούμε επενδύσεις αν δεν δούμε προηγουμένως βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της Ελληνικής Οικονομίας. Η εφαρμοζόμενη σήμερα τιμολογιακή πολιτική στην ηλεκτρική ενέργ εια και στο φυσικό αέριο που διαμορφώνουν σημαντικά το κόστος παραγωγής δεν συμβάλει στην βελτίωσή της. Οι αντίστοιχες τιμές που εφαρμόζονται στους ανταγωνιστές μας στην ΕΕ είναι πολύ χαμηλότερες.