Η μέση ηλικία των ανθρώπων που θεωρούνται οι πιο όμορφοι στον κόσμο, συνεχώς αυξάνεται και πλησιάζει πλέον τα 40.
Επιστήμονες στις ΗΠΑ συνέκριναν τον κατάλογο των διάσημων «Πιο Όμορφων Ανθρώπων» του περιοδικού People για το 1990, με τον αντίστοιχο κατάλογο του 2017. Διαπιστώθηκε ότι μέσα σε αυτές τις σχεδόν τρεις δεκαετίες η μέση ηλικία των πιο όμορφων «σταρ» του πλανήτη αυξήθηκε από τα 33,2 στα 38,9 έτη.
Ηθοποιοί όπως η Μισέλ Πφάιφερ και η Σάρον Στόουν που παραμένουν γοητευτικές στα 59 τους, έχουν συμβάλει στο να αυξηθεί η μέση ηλικία των πιο όμορφων ανθρώπων.
Μια άλλη σταρ του Χόλιγουντ, η 49χρονη Τζούλια Ρόμπερτς, ανακηρύχθηκε φέτος δια ψηφοφορίας μεταξύ του κοινού, ως η πιο όμορφη γυναίκα στον κόσμο - για πέμπτη φορά (πράγμα που αποτελεί ρεκόρ). Και οι τρεις - Πφάιφερ, Στόουν και Ρόμπερτς- είχαν συμπεριληφθεί επίσης στη λίστα του 1990.
Οι ερευνητές της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Βοστώνης, με επικεφαλής τη δρα Νίλαμ Βάσι, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό περιοδικό δερματολογίας "JAMA Dermatology", διαπίστωσαν επίσης ότι με το πέρασμα των χρόνων, αυξάνονται οι πιο όμορφες με σκουρόχρωμο δέρμα.
Ενώ το 1990 (έτος που εγκαινιάσθηκε ο ετήσιος κατάλογος "World's Most Beautiful" από το People, με πρώτη νικήτρια τη Μισέλ Πφάιφερ) το 88% των διασημοτήτων στον κατάλογο είχαν ανοιχτού χρώματος δέρμα, φέτος το ποσοστό αυτό έχει μειωθεί στο 70%. Αντίστοιχα, έχει αυξηθεί από 12% το 1990 σε 30% φέτος το ποσοστό όσων έχουν σκούρο δέρμα.
Έχει, επίσης, αυξηθεί σε 40% το 2017, από 24% το 1990, το ποσοστό των όμορφων που δεν ανήκουν στη λευκή φυλή. Όμως μόνο τέσσερις γυναίκες μη λευκές έχουν πάρει την πρώτη θέση: οι Χάλι Μπέρι, Τζένιφερ Λόπεζ, Μπιγιονσέ και Λουπίτα Νιγιόνγκο.
Ακόμη, η λίστα των πιο όμορφων κυριαρχείται πλέον από γυναίκες: ενώ το 1990 ήσαν το 52% του καταλόγου, το 2017 ήσαν πια το 88%. Οι μόνοι άνδρες που έχουν κερδίσει τον επίζηλο τίτλο του «πιο όμορφου ανθρώπου» ήσαν επί τρία συνεχόμενα χρόνια οι ηθοποιοί Μελ Γκίμπσον (1996), Τομ Κρουζ (1997) και Λεονάρντο ΝτιΚάπριο (1998).
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ