Την απαλλαγή του Γιάννη Διώτη, πρώην επικεφαλής του ΣΔΟΕ για τους χειρισμούς του με την λίστα Λαγκάρντ, ζήτησε η εισαγγελέας της έδρας στην αγόρευση της, ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων.
Για την εισαγγελική λειτουργό ο Γ. Διώτης δεν είχε δόλο, ούτε προέκυψε ζημία από τους χειρισμούς του για το ελληνικό δημόσιο, αφού τελικά η λίστα ελέγχθηκε και δεν χάθηκαν χρήματα για τα δημόσια ταμεία. «Οι έλεγχοι διενεργήθηκαν, δεν προκλήθηκε παραγραφή και κατ’ επέκταση δεν στοιχειοθετείται η πράξη της απιστίας, αλλά μόνο με τη μορφή της απόπειρας» είπε η εισαγγελέας η οποία όμως δεν μπορεί να αποδοθεί στον κατηγορούμενο.
Κατά την εισαγγελική κρίση, «δεν προέκυψε από κανένα στοιχείο ότι γνώριζε πως θα επέλθη ελάττωση της δημόσιας περιουσίας. Αλλωστε, παρέμεινε στη θέση αυτή μόνο 1,5 έτος και δεν γνωρίζουμε τί θα έκανε αν συνέχιζε τη θητεία του».
Σύμφωνα με την κ. Νταγιάντα, ο δόλος του πρώην επικεφαλής του ΣΔΟΕ αναιρείται από το γεγονός ότι αντέγραψε το usb, διασώζοντας τα 2.059 αρχεία και παραδίδοντάς το στον πρώην υπουργό Οικονομικό Ευάγγελο Βενιζέλο.
«Μόνο κάποιος αφελής θα έλεγε ότι δεν έδωσε εντολή για να αποτρέψει τον έλεγχο, ενώ η λίστα ήταν σε γνώση άλλων προσώπων. Δεν ήταν μόνο ο Διώτης που γνώριζε για τη λίστα, έτσι ώστε να την καταστρέψει. Μόνο ένας ανόητος θα μπορούσε να πιστέψει ότι θα ματαίωνε τον έλεγχο», είπε η εισαγγελέας.
Απολογούμενος την προηγούμενη εβδομάδα, ο Ι. Διώτης, υποστήριξε ότι η νομική του θέση-αφού είχε υπάρξει επί μακρόν εισαγγελέας- ήταν ότι η λίστα δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί, γιατί ήταν προϊόν υποκλοπής, θέση που είχε διατυπώσει και όταν βρισκόταν στο τιμόνι του ΣΔΟΕ.
Η απόφαση του δικαστηρίου για την ποινική μεταχείριση του Ι. Διώτη θα εκδοθεί στις 24 Οκτωβρίου.