Σε ένα άρθρο του στην εβδομαδιαία βρετανική εφημερίδα The Observer, ένας κριτικός γαστρονομίας περιέγραψε σχεδόν αηδιασμένος την γαλλική κουζίνα ενός από τα μεγαλύτερα εστιατόρια του Παρισιού, του Cinq, το οποίο βρίσκεται μέσα στο χλιδάτο ξενοδοχείο George V, στο 8ο διαμέρισμα της πόλης.
Το άρθρο του είναι μια δολοφονία με λέξεις:
«Πρόκειται μακράν για την χειρότερη εμπειρία που έζησα σε ένα εστιατόριο, στα 18 χρόνια καριέρας», γράφει ο βρετανός δημοσιογράφος. Ας σημειωθεί ότι ο κριτικός γαστρονομίας δεν μπόρεσε να χωνέψει το γεγονός ότι πλήρωσε 600 ευρώ για να φάνε δύο άτομα.
Εγραψε για την ατμόσφαιρα:
«Η αίθουσα είναι διακοσμημένη σε τόνους ποντικού, μπισκότου και περιφρόνησης, με κάποιες δόσεις χρυσού όπως συνηθίζεται σε αυτό το ξενοδοχείο. Πρόκειται για μια διακόσμηση τόσο κομψή και ραφινάτη όσο κι ένας όχλος οπαδών ποδοσφαίρου που ουρλιάζει στον διαιτητή. Δίπλα στο τραπέζι υπάρχει σκαμπουδάκι για να τοποθετούν οι κυρίες την τσάντα τους -απαραίτητο, φαίνεται».
Το απεριτίφ
«Η πρώτη μπουκιά με την οποία σας καλούν να αρχίσετε το γεύμα συνίσταται σε μια διαφανή μπίλια τοποθετημένη πάνω σε κουτάλι: αυτό το στρογγυλό πράγμα, το οποίο έγινε μόδα πριν από είκοσι χρόνια από τον σεφ Ferran Adriá στο εστιατόριό του El Bulli, στην Καταλονία, θυμίζει πρόσθεμα στήθους από σιλικόνη μεγέθους Μπάρμπι. Οταν η μπίλια σκάει μέσα στο στόμα σας αφήνει μια μυρωδιά σάπιου τζίτζερ. Η συνοδός μου άρχισε τις γκριμάτσες: Εχω την εντύπωση ότι τρώω παλιό προφυλακτικό, το οποίο ξέχασαν στο πάτωμα, στην αποθήκη ενός μαγαζιού με φρούτα και λαχανικά».
Το πρώτο πιάτο
«Το φθηνότερο είναι το «γκρατινέ κρεμμυδιών α λα παριζιέν» (70 ευρώ) για το οποίο μας λένε ότι ξαναβρίσκει τις γεύσεις της παραδοσιακής κρεμμυδόσουπας της γαλλικής κουζίνας. Δεν έχει όμως καμία σχέση με την παραδοσιακή κρεμμυδόσουπα. Πρόκειται για μια σούπα μαύρη όπως οι εφιάλτες μας και κολλώδη όπως το πάτωμα μετά από πάρτι εφήβων. Εχει κάποια γεύση κρεμμυδιού αλλά επικρατεί μια αίσθηση καμένου και υπάρχουν παντού μπίλιες στρογγυλές από πουρέ κρεμμυδιού οι οποίες σκάνε ενοχλητικά στον ουρανίσκο μας».
Το κυρίως πιάτο
«Ζήτησα το περιστέρι μου καλοψημμένο (95 ευρώ) και μου το σέρβιραν ροζέ, έτσι που μοιάζει έτοιμο να αναστηθεί. Συνοδεύεται από ένα χυμό αχλαδιού τόσο άνοστο που θυμίζει πουρέ από κάρδαμο. Ενα μικροσκοπικό κομμάτι αρνιού, το οποίο κοστίζει 95 ευρώ, κρύβει την ανύπαρκτη γεύση του κάτω από ένα βουνό κουσκούς».
Το γλυκό
«Τα τσιγάρα από δαντέλα κρέπας, γεμιστά με μους σοκολάτας δείχνουν να στέκονται καλά, αν μπορέσετε να ξεχάσετε το γεγονός ότι είναι ντυμένα με μια πέτσα γάλατος καθώς και ότι δείχνουν σαν να βγήκαν καμμένα. Παραμένουν ωστόσο καλύτερα από το cheesecake (40 ευρώ) που έχει γρόμπους από κατεψυγμένο μαϊντανό. Και ενώ ρώτησα την σερβιτόρα τι είναι αυτά τα πράσινα πράγματα μέσα στο γλυκό μου, μου απαντάει μαγεμένη: «Δεν είναι τέλεια;» Οχι, δεν είναι. Δεν έχω ξαναφάει κάτι χειρότερο, της απάντησα, θυμίζει κουρεμένο γκαζόν. Ο μαϊντανός είναι εκπληκτικός με το ψάρι, αλλά στο cheesecake τι δουλειά έχει; Μην το υπολογίσετε στον λογαριασμό». Πηγή φωτογραφιών restaurant-lecinq.com