Σε προφανή αμηχανία βρέθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ- κυβέρνηση και κόμμα- σ’ ότι αφορά τις εξελίξεις στην Ισπανία εξ αιτίας του δημοψηφίσματος απόσχισης στην Καταλονία.
Κατά τρόπο αξιοπρόσεκτο, για το ταμπεραμέντο της «πρώτη φορά αριστεράς», η μεν κυβέρνηση συνολικά αλλά και οι γνωστοί για την «επαναστατικότητά» τους υπουργοί, απέφυγαν επιμελώς να πάρουν θέση (σε αντίθεση, λ.χ. με τις δραματικές εξελίξεις στην Βενεζουέλα και την αναφανδόν στήριξη στο καθεστώς Μαδούρο) απέφυγαν επιμελώς – σε επίσημο επίπεδο-το οποιοδήποτε σχόλιο.
Αλλά στο ίδιο μήκος κύματος, κινήθηκε και ο αριστερότερος και περισσότερο ριζοσπαστικός μηχανισμός του κυβερνώντος κόμματος. Πάλι σε επίσημο επίπεδο...
Σ’ αυτό το επίπεδο, λοιπόν, από τον ΣΥΡΙΖΑ εκδόθηκε μετά τα πρωτοφανή και απάνθρωπα επεισόδια που σημειώθηκαν κατά την διεξαγωγή του δημοψηφίσματος από πλευράς της αστυνομίας, μια αυτονόητη ανακοίνωση (παρόμοια εκείνων που εκδόθηκαν σ’ όλες τις χώρες του κόσμου) ότι «η καταστολή και η βία απέναντι σε πολίτες είναι μια καταδικαστέα και αυταρχική επιλογή που μόνο λάδι στη φωτιά ρίχνει, παρά λύνει προβλήματα. Μόνος δρόμος ο δημοκρατικός διάλογος. Αυτή είναι η μόνη επιλογή στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών αξιών».
Μόνο στο ανεπίσημο επίπεδο, σε άρθρα και σχόλια που δημοσιεύθηκαν σε φιλοΣΥΡΙΖΑϊκά σάιτς και εφημερίδες εκφράσθηκε η ταύτιση του κόμματος με το αποσχιστικό κίνημα στην Καταλονία, το οποίο επιχειρήθηκε να εμφανισθεί ως (αποκλειστικά, τουλάχιστον...) προϊόν της αριστερής τοποθέτησης της πλειοψηφίας της καταλανικής κοινωνίας, και μάλιστα σε... αναδρομική θεώρηση της ιστορίας.
Κάτι που ούτε οι επικεφαλής της αποσχιστικής κίνησης επικαλέσθηκαν, ενώ οι περισσότεροι αναλυτές αιτιολογούν την διάθεση της πλειοψηφίας της κοινωνίας με καθαρά οικονομικούς όρους (η Καταλονία, ακμάζει οικονομικά σε σχέση με την υπόλοιπη Ισπανία, διακινεί το μεγαλύτερο μέρος των εθνικών εξαγωγών, κατέχει αξιοσημείωτη βιομηχανία κ.λ.π.) και της δυσφορίας τους λόγω της αυξημένης φορολογίας.