Η Βίκυ Βολιώτη δεν μοιάζει με τους άλλους. Εχει ένα δικό της στίγμα και σαν άνθρωπος και σαν ηθοποιός.
Σαν ένας συνδυασμός αυστηρότητας και διαρκούς νεανικής γοητείας -ένα κράμα Γερμανίας και Ελλάδας, όπως η καταγωγή της. Μοιρασμένη ανάμεσα στη δουλειά και τη ζωή της, βλέπει την κόρη της να μεγαλώνει και προβληματίζεται για παθογένειες που χαρακτηρίζουν, λιγότερο ή περισσότερο τις οικογένειες.
«Ημουν χαρούμενο παιδί. Εχω πολύ ωραίες αναμνήσεις από τα παιδικά μου χρόνια και από τη Γερμανία όπου γεννήθηκα και μετά από την Ελλάδα -ήρθα στα πέντε μου. Η μητέρα μου ήταν Γερμανίδα, αλλά γρήγορα ενσωματώθηκε στο ελληνικό στοιχείο. Αγαπούσε πολύ την Ελλάδα και όσα την γοήτευαν από νέα, τα έκανε δικά της. Εγινε σε πολλά μια μαμά Ελληνίδα. Με τον πατέρα μου γνωρίστηκε στη Γερμανία όταν εκείνος είχε πάει για σπουδές.
Κάποιοι έρωτες με καθόρισαν, κάποιες σχέσεις ήταν πολύ καθοριστικές. Δεν ξέρω πως ξεχωρίζεις τη σχέση που θα σε πάει παρακάτω, κι αυτό δεν έχει να κάνει με τη λογική. Μάλλον έχει να κάνει με τον βαθμό οικειότητας, με την έννοια ότι ο άλλος είναι ο δικός σου άνθρωπος, κάτι που νομίζω ότι το καταλαβαίνεις από την πρώτη στιγμή. Σε όλες μου τις σχέσεις ήξερα από την αρχή ότι είναι για τόσο και όχι για παραπάνω. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι έκατσα όσο έπρεπε, μάλλον έκατσα πιο πολύ. Είμαι σχεσάκιας.
Οχι, ποτέ δεν σκεφτόμουν να κάνω οικογένεια ή να βρω τον άνθρωπό μου. Ισως γιατί είχα και έχω πολλούς φίλους, σαν οικογένεια. Δεν ήμουν από τις γυναίκες που τους ενδιέφερε να παντρευτούν και να κάνουν παιδιά...»
Διαβάστε όλη τη συνέντευξη της Βίκυς Βολιώτη στο Bovary.gr