Για κάποιους είναι μία από τις μεγαλύτερες καλλιτεχνικές ιδιοφυίες όλων των εποχών, ο μετα-ιμπρεσιονιστής ζωγράφος που ενέπνευσε μια ολόκληρη γενιά, ανάμεσά τους και τον Πικάσο.
Για άλλους, ο Πολ Γκογκέν ήταν ένας άνθρωπος που ξυλοκοπούσε την γυναίκα του, και έφυγε για «σεξουαλικό τουρισμό» στην Ταϊτή, προτού πεθάνει από τη σύφιλη και το αλκοόλ.
Με αφορμή μια ταινία «Γκογκέν» η οποία βρίσκεται στις γαλλικές αίθουσες από τις 20 Σεπτεμβρίου, και στην οποία πρωταγωνιστεί ο Βανσέν Κασέλ, μια τεράστια δημόσια συζήτηση ξεκίνησε στη Γαλλία.
Θα έπρεπε η ταινία να αναφέρει ότι ο Γκογκέν ήταν παιδόφιλος και ότι έπασχε από σύφιλη, την οποία μετέδωσε και σε πολλές παρτενέρ του;
Πράγματι, γράφει η Le Monde, η ταινία δεν αναφέρει ότι η γυναίκα που παντρεύτηκε στην Ταϊτή ο Γκογκέν, η Tehura, ήταν 13 ετών. Η ηθοποιός που παίζει στην ταινία είναι πολύ μεγαλύτερη. Ο Πολ Γκογκέν είχε κι άλλες ερωμένες στα ταξίδια του στην Πολυνησία και ήταν όλες σε παρόμοια ηλικία, σχεδόν παιδιά.
Στο σάιτ «Jeune Afrique», μάλιστα, αναρτήθηκε ένα άρθρο με τίτλο «Ταξίδι στην Ταϊτή: Η παιδοφιλία ενοχλεί λιγότερο στους τροπικούς», το οποίο προκάλεσε έντονες συζητήσεις στα γαλλικά social media, ο αρθρογράφος αναφέρει:
«Στην ταινία για τον Γκογκέν, ο σκηνοθέτης Edouard Deluc αποσιωπά εντελώς τις σεξουαλικές σχέσεις του καλλιτέχνη στην Ταϊτή. Και αποκαλύπτει την δυσκολία των Γάλλων να μιλήσουν για τη βία που ασκούσαν στις πρώην αποικίες τους.
Η εικόνα είναι προκλητική. Μια Ταϊτινή, γυμνόστηθη, αισθησιακή, μπροστά σε μια μεγάλη φωτιά, ενώ ακούγεται το τραγούδι της φυλής, πραγματική γυναίκα είναι η Tehura. Η ταινία εξιστορεί πώς αυτή η γυναίκα υπνώτισε τον γάλλο ζωγράφο και του ενέπνευσε μερικούς από τους ωραιότερους πίνακές του.
...Πρόκειται για ψέμματα, αδέξια και απορριπτέα. Γιατί η ταινία δεν λέει πουθενά ότι η Tehura ήταν μόνο 13 ετών και ο Γκογκέν 43 όταν παντρεύτηκαν το 1891.
Και παρά τα όσα λέει η ταινία, δεν ήταν η μοναδική γυναίκα που μοιράστηκε τη ζωή του στο νησί. Υπήρχε επίσης μια πόρνη ονόματι Titi, μια άλλη Pau’ura και μια τρίτη Vaeoho, όλες 14 ετών.
Τέλος, αυτό που ξέχασε η ταινία ήταν ότι ο ζωγράφος είχε προσβληθεί από σύφιλη, μια σεξουαλικά μεταδιδόμενη θανατηφόρα αρρώστεια, την οποία ο Γκογκέν γενναιόδωρα έσπειρε σε όλη την Ταϊτή. Στην ταινία ο Γκογκέν υποτίθεται ότι πάσχει από ...διαβήτη και θα κλαίγαμε από τα γέλια αν δεν ήταν κάτι τόσο σοβαρό».
Ο καθηγητής γεωγραφίας Jean-François Staszak, στο πανεπιστήμιο της Γενεύης, αναφέρει, στην εφημερίδα Le Monde, ότι η ταινία για την ζωή του Πολ Γκογκέν προσπαθεί να εξωραϊσει την εικόνα του. Δεν περιέχει καμία πληροφορία για τις γαλλικές αποικίες και τον τρόπο εκμετάλλευσης των ιθαγενών και δεν αναφέρεται ποτέ στα προβλήματα του ζωγράφου: τον περιγράφει μόνο ως έναν «άγριο ανάμεσα σε άγριους», απομονωμένο από τις ζώνες όπου ζούσαν Ευρωπαίοι στο νησί Ταϊτή.
Ο ίδιος καθηγητής αναφέρει ότι η ερωτική ιστορία του Γκογκέν με την Tehura θέτει πολλά προβλήματα, εκτός από την ηλικία της. Ο Γκογκέν της φέρεται πολύ άσχημα και καταλήγει να την κλείσει σε τρελάδικο γιατί τον απατά με έναν νεαρό ντόπιο. «Στη σχέση τους δεν υπάρχει καν έρωτας. Στα γράμματα που στέλνει ο ζωγράφος στους φίλους του στην Ευρώπη, επαίρεται ότι είχε πολλές ερωμένες, ότι τις μοίραζε για λίγα ανταλλάγματα και ότι οι σχέσεις του είχαν συχνά χαρακτήρα πορνείας. Μιλάει για σεξ, όχι για συναισθήματα».
To 2011 η βρετανίδα δισέγγονή του, Μέτε Γκογκέν, αποφάσισε να ορθώσει το ανάστημά της και να υπερασπιστεί την τιμή και την υπόληψή του.
«Ακούστηκαν διάφορα, ότι εκμεταλλευόταν σεξουαλικά τις κοπέλες που ζωγράφιζε στην Ταϊτή... ότι εγκατέλειψε τα παιδιά και την γυναίκα του έφυγε για εξωτικά μέρη για να διασκεδάσει. Δεν ήταν καθόλου έτσι. Πιστεύω ότι ήταν ένας απίστευτα γενναίος, και θαρραλέος άνθρωπος», είπε η Μέτε Γκογκέν στον Independent. Επιμένει ότι ο προπάππους της αναγκάστηκε να φύγει από το Παρίσι, όπου δούλευε ως χρηματιστής, μετά το κραχ στο χρηματιστήριο το 1882. Η οικογένεια μετακόμισε στην Κοπεγχάγη, την πατρίδα της γυναίκας του, αλλά «ήταν μια καταστροφή για τον Πολ, που δεν μιλούσε λέξη στα δανέζικα», είπε η δισέγγονή του, η οποία ζει στη Βρετανία από παιδί.
Η επιθυμία του για μια δημιουργική καριέρα στην τέχνη τον οδήγησε μακριά από την Δανία. «Πάντοτε τον ενδιέφερε η τέχνη. Αλλά η Μέτε (σσ η γυναίκα του) θεωρούσε την ζωγραφική περισσότερο σαν χόμπι. Τα πεθερικά του δεν τον έβλεπαν με καλό μάτι. Πίστευαν ότι έχανε τον καιρό του ζωγραφίζοντας και ότι δεν έβγαζε αρκετά χρήματα για να ζήσει την οικογένεια». Παρά τις περιπέτειές του σε τόπους μακρινούς, δεν διέκοψε ποτέ την επαφή με την οικογένειά του, επιμένει η Μέτε.
«Αλληλογραφούσε μαζί τους επί 12 χρόνια. Σε πολλά από τα γράμματα έγραφε πόσο ήθελε να έχει κοντά του την οικογένειά του, και τους καλούσε στην Ταϊτή. Εγκατέλειψε την ιδέα της επανένωσης με την οικογένεια όταν η αγαπημένη κόρη του Αλίν πέθανε από πνευμονία, στα 18 της».
Η Μέτε Γκογκέν επιμένει ότι δεν υπάρχει καμία απόδειξη ότι ο παππούς της βίασε κάποια κοπέλα, ούτε ότι έκανε σεξ με ανήλικες, ούτε ότι έπασχε από σύφιλη. Οσο για την αιτία του θανάτου του, στην γαλλική Πολυνησία το 1903, ήταν καρδιακή προσβολή, όπως έγραφε και το πιστοποιητικό της εποχής.
Γύρω στο 1888, ο Πολ Γκογκέν είχε έρθει σε επαφή με το έργο του Βίνσεντ βαν Γκογκ, έργο το οποίο αναγνώρισε ως ιδιαίτερα σημαντικό, και συνδέθηκε φιλικά μαζί του, τόσο ώστε να συγκατοικήσουν για 2 μήνες στην Αρλ, της Γαλλίας, από όπου και ο παρακάτω πίνακας.
Εξαιτίας όμως της κατάθλιψης από την οποία έπασχαν αμφότεροι, η συγκατοίκηση αυτή κατέληξε σε έντονη διαμάχη μεταξύ τους με αποτέλεσμα ο βαν Γκογκ να κόψει μέρος του αριστερού αυτιού του, αφού προηγουμένως είχε απειλήσει να σκοτώσει τον Γκογκέν.