Στις ιστοσελίδες των βουλευτών και στελεχών του ΠΑΣΟΚ Ηλία Καρανίκα, Συμεών Κεδίκογλου, Ηλία Μόσιαλου, Γιώργου Ντόλιο, Θανάση Οικονόμου, Φραγκίσκου Παρασύρη και Γιάννη Ραγκούση έχει αναρτηθεί ένα πολιτικό μανισφέστο για την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί και έχει φέρει τη χώρα στο χείλος του γκρεμού.
Ο υπουργός, ο πρώην υπουργός και οι βουλευτές που «υπογράφουν» το κείμενο αναφέρουν πως το πολιτικό σύστημα έχει εξαντλήσει τη δυναμική και το ρόλο του. Το σύστημα διαμόρφωσης κυβερνητικών πολιτικών και αντιπολίτευσης θέτει σήμερα σε κίνδυνο τα κεκτημένα της χώρας και την θέση της στην Ευρωζώνη. Τα μέτρα όσο δύσκολα και αν είναι θα πρέπει να περάσουν και στη συνέχεια θα πρέπει να έρθει μια πολιτική πρόταση που θα αποτελέσει την αφετηρία για την μεγάλη ανατροπή στην στρεβλή λειτουργία του κομματικού συστήματος, το τέλος των πελατειακών δεσμεύσεων που έρχονται από τον παρελθόν και θα απελευθερώσει τις υγιείς προοδευτικές δυνάμεις αυτού του τόπου.
Τονίζουν πως δεν υπάρχουν περιθώρια για να μην ψηφιστούν τα νέα μέτρα. Υποστηρίζουν χαρακτηριστικά «πρέπει να το πούμε καθαρά πως το «όχι» στην δανειακή σύμβαση ισοδυναμεί με το οριστικό τέλος κάθε ελπίδας ανάκαμψης και σημαίνει την άνευ όρων παράδοση της κοινωνίας σε νέους μαυραγορίτες, αλλά και σε εκείνους που ευθύνονται για το ελλιπές κράτος πρόνοιας και παροχής υπηρεσιών, το ασθενές κράτος δικαίου, τη διόγκωση της διαφθοράς, την απαξίωση των θεσμών. Το «ναι» η αφετηρία της σωτηρίας, θα πρέπει πλέον η μεγάλη δημοκρατική και προοδευτική παράταξη, οι ενεργοί πολίτες και η κοινωνία των πολιτών να κηρύξουν τον πόλεμο στα πελατειακά δίκτυα, τον κρατισμό και τον λαϊκισμό».
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο
«Είναι πανθομολογούμενο πως το πολιτικό σύστημα που προέκυψε μετά την πτώση της δικτατορίας έχει εξαντλήσει τη δυναμική και το ρόλο του. Είναι όμως επίσης αλήθεια πως όλα αυτά τα χρόνια στη χώρα έγιναν βαθιές αλλαγές. Την ίδια στιγμή όμως όλες οι θετικές αλλαγές που πραγματοποιήθηκαν κινδυνεύουν να καταρρεύσουν, γιατί όλα αυτά τα κτίσαμε πάνω στην άμμο ενός κρατικοδίαιτου και παρασιτικού οικονομικού μοντέλου και ενός πολιτικού συστήματος που αναπαράγονταν μέσα σε συνθήκες λαϊκισμού και κυριαρχίας των πελατειακών σχέσεων. Αν είχαμε ένα διαφορετικό πολιτικό σύστημα και συνδικαλιστικό κίνημα, τότε θα είχαμε αποφύγει πολλές αρνητικές πλευρές του σημερινού μας παραγωγικού μοντέλου και της δημοσιονομικής κρίσης. Δεν έγιναν μεγάλες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις σε κρίσιμους τομείς, όπως είναι η απασχόληση, ο ρυθμιστικός ρόλος του κράτους και ο έλεγχος των μονοπωλίων/ολιγοπωλίων και των τιμών, η απελευθέρωση των επαγγελμάτων, το κοινωνικό κράτος και η δικαιοσύνη.
Σήμερα αν δεν θέλουμε να χάσουμε τα πάντα, χρειάζεται να προχωρήσουμε όχι σε μισές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, αλλά σε ολοκληρωμένες και ριζικές ανατροπές του παραγωγικού μας μοντέλου. Οι μισές λύσεις θα αναπαράγουν το συνολικό μίζερο μοντέλο, οι ριζικές κοινωνικές λύσεις θα δώσουν την πνοή που τόσο χρειάζεται η δημιουργική ελληνική κοινωνία για να ανασάνει.
Αυτή η δημιουργική κοινωνία είναι οι μισθωτοί του ιδιωτικού τομέα που σε καθημερινή βάση παράγουν τα υλικά αγαθά αυτού του τόπου, οι εξωστρεφείς αγρότες που παράγουν προϊόντα που εξάγονται σ' όλο τον κόσμο, οι φιλότιμοι και εργατικοί δημόσιοι υπάλληλοι που δεν τους επέτρεπε ο κομματισμός και ο συντεχνιασμός να αναδειχθούν και να προσφέρουν, οι εξωστρεφείς μη κρατικοδίαιτοι επιχειρηματίες, με δυο λόγια εκείνη η Ελλάδα που μέχρι σήμερα ασφυκτιούσε συνθλιβόμενη στις συμπληγάδες πέτρες του συντεχνιασμού και του κομματισμού, των πελατειακών σχέσεων και της αδιαφάνειας.
Η αδυναμία του πολιτικού συστήματος αλλά και εκείνων που παρόλο που ήσαν εκτός πίεζαν για ακόμη πιο λαϊκίστικες πολιτικές μας οδήγησαν στο σημερινό σημείο. Αυτές οι πολιτικές και οι πιέσεις οδήγησαν σε αδυναμία προώθησης εκείνων των μεταρρυθμίσεων που θα εγγυούνταν πως οι όποιες θυσίες της κοινωνίας θα οδηγούσαν σε μια αισιόδοξη προοπτική.
Όλο αυτό το σύστημα διαμόρφωσης κυβερνητικών πολιτικών και αντιπολίτευσης θέτει σήμερα σε κίνδυνο τα κεκτημένα της χώρας και την θέση της στην ευρωζώνη. Τεράστιες ευθύνες έχουν και οι συντηρητικές δυνάμεις στην Ευρώπη για την αδυναμία οικοδόμησης έγκαιρων και επαρκών μηχανισμών αντιμετώπισης της κρίσης.
Η Ελλάδα όμως πρέπει να αντέξει με συλλογικότητα και υπευθυνότητα μέχρι να δημιουργηθούν οι κατάλληλοι πολιτικοί συσχετισμοί σε Ευρωπαϊκό επίπεδο και τα αναγκαία χρηματοδοτικά εργαλεία που θα αντιμετωπίζουν την κρίση με ολοκληρωμένο τρόπο και θα δίνουν αναπτυξιακές προοπτικές. Το αποτέλεσμα ήταν η χώρα να βουλιάξει στον παρατεταμένο φόβο πιθανής χρεοκοπίας ή εξόδου από το Ευρώ που είχε ως συνέπεια να οδηγηθούμε στην βαθιά ύφεση που βιώνει η ελληνική οικονομία.
Πρέπει να το πούμε καθαρά πως το «όχι» στην δανειακή σύμβαση ισοδυναμεί με το οριστικό τέλος κάθε ελπίδας ανάκαμψης και σημαίνει την άνευ όρων παράδοση της κοινωνίας σε νέους μαυραγορίτες, αλλά και σε εκείνους που ευθύνονται για το ελλιπές κράτος πρόνοιας και παροχής υπηρεσιών, το ασθενές κράτος δικαίου, τη διόγκωση της διαφθοράς, την απαξίωση των θεσμών.
Είμαστε σίγουροι πως το «όχι» θα είναι η αρχή της εξαθλίωσης, αλλά για να γίνει το «ναι» η αφετηρία της σωτηρίας, θα πρέπει πλέον η μεγάλη δημοκρατική και προοδευτική παράταξη, οι ενεργοί πολίτες και η κοινωνία των πολιτών να κηρύξουν τον πόλεμο στα πελατειακά δίκτυα, τον κρατισμό και τον λαϊκισμό.
Όσο οι πολίτες δεν βλέπουν από κανέναν εκτός και εντός κυβέρνησης να παράγει προτάσεις που να μετατρέπουν το θυμό σε ιδέα, σε μεταρρυθμιστική πρόταση, τόσο θα παρασύρονται από τις σειρήνες του μίσους, της υπεραπλούστευσης και των λογικών του άσπρου- μαύρου. Η κοινωνία μπορεί να κάνει υπομονή όταν ξέρει πως υπάρχει σχέδιο, το οποίο θέτει όρια και ορίζοντα στα μέτρα. Όμως αυτό σήμερα δεν φαίνεται. Δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι δεν θα χρειαστούν νέα μέτρα όσο οι πολιτικοί αντιλαμβάνονται το ρόλο τους με τον σημερινό τρόπο.
Ακόμη και την κρίσιμη αυτή στιγμή, το πολιτικό σύστημα αρνείται να αναλάβει την ευθύνη και να σταθεί με αξιοπρέπεια απέναντι στην πραγματικότητα, λέγοντας την αλήθεια στον ελληνικό λαό για τις επιλογές του αλλά και στους δανειστές μας για τις πραγματικές δυνατότητες της χώρας να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της. Ακόμη και τώρα οι εκφραστές του λαϊκισμού, οι οποίοι εκτείνονται οριζόντια στο πολιτικό σύστημα και οι εκφραστές νεοφιλελεύθερων λύσεων βλέπουν την μεγάλη εθνική πίεση ως ευκαιρία κομματικής ενδυνάμωσης.
Την ανάγκη για εθνικό σχέδιο την αντιλαμβάνονται ως μπλόφα προς τους ξένους ή ως ανέξοδες υποσχέσεις εξόδου από την κρίση χωρίς δημοσιονομική προσαρμογή. Άλλοι πάλι επιθυμούν την παραμονή μας στο Ευρώ, θέλουν το νέο δάνειο αλλά δεν λένε τι θα κάνουν για να μειώσουν τα ελλείμματα. Κάποιοι άλλοι ισχυρίζονται ότι θα εκβιάσουν καλύτερα με απέλαση της τρόικας, ταυτίζοντας εσκεμμένα το αντιμνημονιακό με το δραχμολαγνικό.
Μπροστά στο πιεστικό δίλλημα που έχει ιστορικές διαστάσεις, η όποια απάντηση είναι βέβαιο ότι θα έχει ανυπολόγιστες εθνικές συνέπειες.
Υπογραμμίζουμε ότι το δικό μας «ναι» στη σημερινή ψηφοφορία δίνεται αναμένοντας ότι η αναδιάρθρωση του Ελληνικού χρέους μέσω του PSI θα έχει ως αποτέλεσμα την βιώσιμη διαχείριση του χρέους. Και θεωρούμε ότι στο PSI θα πρέπει να συμμετάσχει και ο επίσημος τομέας και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Παράλληλα, είναι απαραίτητο να δομηθούν άμεσα ξεκάθαρες πολιτικές και προγραμματικές θέσεις, οι οποίες θα στοιχειοθετούν μια ολοκληρωμένη πρόταση εξόδου από την κρίση. Την πρόταση της δημοκρατικής παράταξης. Μια πρόταση ανάπτυξης στη βάση της αξιοκρατίας, της αξιολόγησης της προσφοράς του καθενός, της παραγωγικότητας, της διαφάνειας και της λογοδοσίας.
Μια πρόταση, η οποία δεν θα φοβηθεί να κοιτάξει κατάματα την πραγματικότητα, να πει αλήθειες, και αναδείξει ένα προοδευτικό μεταρρυθμιστικό σχέδιο. Εμείς θεωρούμε ως πρώτιστη αξία τη φροντίδα για τη συνεχή μείωση των ανισοτήτων σε μια κοινωνία που παράγει ή ίδια τα μέσα προς αναδιανομή. Σ' αυτό το πλαίσιο βεβαίως γνωρίζουμε πως καμία μόνιμη αναδιανομή δεν μπορεί να υπάρξει αν αυτή δεν στηρίζεται σε μια υγιή ανάπτυξη βασισμένη στην υγιή επιχειρηματικότητα και ανταγωνισμό.
Κυρίως μια πολιτική πρόταση που θα αποτελέσει την αφετηρία για την μεγάλη ανατροπή στην στρεβλή λειτουργία του κομματικού συστήματος, το τέλος των πελατειακών δεσμεύσεων που έρχονται από τον παρελθόν και θα απελευθερώσει τις υγιείς προοδευτικές δυνάμεις αυτού του τόπου. Που θα πει τα πράγματα με το όνομά τους, ώστε κάθε μας πράξη να συνδέεται με τη βούληση για λύση που θα σχεδιάσει η χώρα. Εμείς οι Έλληνες πρέπει να ορίσουμε ξανά το κοινωνικό συμφέρον».