Το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά τιμά τον σπουδαίο εργάτη του θεάτρου και ονομάζει την κεντρική του σκηνή «Δημήτρης Ροντήρης».
Ο Δημήτρης Ροντήρης σφράγισε με την αισθητική και υποκριτική του άποψη το ελληνικό θέατρο του 20ού αιώνα, επιδόθηκε συστηματικά στην προσπάθεια σκηνικής ερμηνείας του αρχαίου δράματος.
Δάσκαλος και σκηνοθέτης αφιέρωσε όλη του τη ζωή στην αναβίωση και την διάδοση του αρχαίου δράματος.
Πειραιώτης στη καταγωγή ο Δημήτρης Ροντήρης, «επέστρεψε» στην πόλη του, όταν τον Ιούλιο του 2016 η κόρη και μοναδική κληρονόμος του σκηνοθέτη, Κωστούλα Ροντήρη, παραχώρησε το αρχείο του πατέρα της στο Δήμο Πειραιά, προκειμένου αυτό να οργανωθεί, να μελετηθεί και να προβληθεί, ώστε οι νεώτερες γενιές να γνωρίσουν το έργο του.
Πρόκειται για ένα πλούσιο αρχείο το οποίο φέρνει στο φως στοιχεία τα οποία αφορούν στην ξεχωριστή προσωπικότητα του Δημήτρη Ροντήρη αλλά και πληροφορίες σημαντικές - τεκμήρια γνώσης – για την καλλιτεχνική του πορεία καθώς και τη σχέση του με την πόλη του Πειραιά και το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.
Με μεγάλο σεβασμό και ευγνωμοσύνη προς το πρόσωπο του μεγάλου σκηνοθέτη και σε ένδειξη τιμής και αναγνώρισης του έργου του, ο Δήμος Πειραιά μετονομάζει την κεντρική σκηνή του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά σε «Σκηνή Δημήτρης Ροντήρης» την Δευτέρα 2 Οκτωβρίου 2017, στις 20:30.
Ο ιδρυτής της «Ελληνικής Σκηνής» και του «Πειραϊκού Θέατρου»
Ο Δημήτρης Ροντήρης γεννήθηκε το 1899 στον Πειραιά.
Οπως αναφέρει το wikipedia, κατ' αρχήν εισήλθε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, την οποία, μετά από διετή φοίτηση, εγκατέλειψε για χάρη της νομικής του σπουδής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Η θεατρική του σταδιοδρομία άρχισε το 1919, ως ηθοποιός.
Στη συνέχεια μετέβη στην Αυστρία, όπου και σπούδασε θέατρο, ιστορία τέχνης και αρχαία ελληνική φιλολογία. Με το πέρας των σπουδών του εκεί, μετέβη στο Βερολίνο παρά τον μεγάλο σκηνοθέτη Μαξ Ράινχαρντ.
Επανήλθε στην Ελλάδα και διορίσθηκε το 1933 σκηνοθέτης στο Βασιλικό θέατρο αλλά και στο «Θέατρο Ωδείου», όπου εμφανίστηκε πρώτα ως σκηνοθέτης, με το μουσικό δράμα του Μανώλη Καλομοίρη «Το δαχτυλίδι της μάνας».
Αργότερα, διετέλεσε σκηνοθέτης του Εθνικού Θεάτρου, του οποίου ανέλαβε και τη διεύθυνση κατά τους χρόνους 1946-1950 και 1953-1955.
Το 1950 ίδρυσε την «Ελληνική Σκηνή» και το 1957 το «Πειραϊκό Θέατρο», επικεφαλής του οποίου έκανε περιοδείες σε πολλές χώρες της Ευρώπης, της Βόρειας και Νότιας Αμερικής και της Ασίας, όπου παρουσίασε θεατρικές παραστάσεις αρχαίας τραγωδίας.
Σκηνοθέτησε πολλά έργα του παγκόσμιου κλασικού αλλά και νεότερου δραματολογίου, μεταξύ των οποίων 11 έργα του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ καθώς και πολλές αρχαίες τραγωδίες.
Η σκηνοθεσία του στην Ηλέκτρα και στον Άμλετ, τα οποία ο θίασος του Βασιλικού Θεάτρου ανέβασε το 1939 στην Αγγλία και τη Γερμανία, προκάλεσε τις πλέον ενθουσιώδεις κριτικές των ειδικών του χώρου. Ιδιαίτερα η παράσταση της τριλογίας του Αισχύλου Ορέστεια στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού το 1949, παρουσία της πολιτειακής και πολιτικής αρχής της χώρας, θεωρήθηκε ως εξαιρετικό καλλιτεχνικό επίτευγμα.
Πέθανε στις 20 Δεκεμβρίου 1981.