Mε μια παγκόσμια πρεμιέρα, μια ρομαντική κομεντί από τον ανεξάρτητο αμερικανικό κινηματογράφο και τρεις σημαντικές επαναπροβολές, μια εκ των οποίων και το «Λιμάνι της αγωνίας» του Ελία Καζάν με τον αξεπέραστο Μάρλον Μπράντο αυτή η κινηματογραφική εβδομάδα έχει ενδιαφέρον και μας καλεί να την εξερευνήσουμε στα θερινά σινεμά.
- Το μόνο αγόρι στη Νέα Υόρκη
- (The only boy living in New York)
- Σκηνοθεσία: Μαρκ Γουέμπ
- Παίζουν: Καλουμ Τέρνερ, Τζεφ Μπρίτζες, Κέιτ Μπεϊκινσέιλ, Πιρς Μπρόσναν, Σίνθια Νίξον, Κίρσι Κλέμονς
Περίληψη: Περιπλανώμενος στη Νέα Υόρκη, ο Τόμας πιστεύει ότι η ζωή του είναι βαρετή. Κάτι που σίγουρα θα αλλάξει όταν γνωρίσει την ερωμένη του πατέρα του.
Mια ενδιαφέρουσα ιστορία ενηλικίωσης με στοιχεία δραμεντί από τον Μαρκ Γουεμπ ( 500 μέρες με την Σάμερ), κάνει την παγκόσμια πρεμιέρα της στην Ελλάδα.
Ο Τόμας είναι ένας νεαρός άνδρας , γιος ενός μεγάλου εκδότη και μιας εύθραυστης γυναίκας με καλλιτεχνικές ανησυχίες. Έχοντας μόλις αποφοιτήσει από το κολέγιο, επιστρέφει στη Νέα Υόρκη και αναζητάει έναν σκοπό στη ζωή του. Έτσι μετακομίζει από το Μανχάταν , όπου ζουν οι γονείς, στο Lower East side. Η γνωριμία με τον εκκεντρικό γείτονά του και συγγραφέα θα του αλλάξει τον τρόπο που βλέπει τη ζωή, ενώ ταυτόχρονα θα μπλεχτεί σε ένα ερωτικό τρίγωνο με την ερωμένη του πατέρα του.
Ο Γουέμπ αποδεικνύει για ακόμα μια φορά ότι ξέρει να εμβαθύνει στους χαρακτήρες της ιστορίας του, καταγράφοντας με χειρουργικό τρόπο τα κίνητρα και τις προθέσεις τους, ενώ φροντίζει να καθοδηγεί τους ηθοποιούς σε σύνθετες ερμηνείες. Έχοντας στα χέρια του μια καλή ιστορία, που επιφυλάσσει στο τέλος και μια ενδιαφέρουσα ανατροπή, κινηματογραφεί τα πρόσωπά του στο αστικό περιβάλλον της Νέας Υόρκης σε γουντιαλενικό στυλ. Χωρίς μελοδραματικές εξάρσεις καταφέρνει εστιάζοντας στην εσωτερική κατά βάση ζωή των ηρώων να υπερβεί τα γεγονότα, που στα χέρια κάποιου άλλου σκηνοθέτη θα θύμιζαν εύκολα σήριαλ της ελληνικής τηλεόρασης, και έτσι φτιάχνει μια ευαίσθητη ιστορία ενηλικίωσης , υπογραμμίζοντας τελικά ότι «μεγαλώνω» σημαίνει κατά βάση «καταλαβαίνω και συγχωρώ».
Ο Τζεφ Μπρίτζες στο ρόλο του εκκεντρικού συγγραφέα ακόμα μια φορά αποδεικνύει το μέγεθός του. Η Κέιτ Μπεϊκινσέιλ, που ερμηνεύει την «πέτρα του σκανδάλου» δεν στέκεται μόνο στη φυσική της γοητεία, άλλα αποκαλύπτει τις αδύναμες πλευρές της ηρωίδας της. Ο Πιρς Μπρόσναν είναι καλύτερος από ποτέ, ενώ η Σίνθια Νίξον φαίνεται πως πλέον έχει ξεπεράσει τον ρόλο της Μιράντα από το «Sex and the city» και κινείται σε άλλους δρόμους. Αποκάλυψη όμως είναι ο νεαρός Κάλουμ Τέρνερ στον κεντρικό ρόλο, που ισορροπεί θαυμάσια ανάμεσα στην εφηβική αθωότητα και την ενήλικη ωριμότητα, κάνοντας μια αξιομνημόνευτη ερμηνεία.
- Έρωτας μετ’ εμποδίων
- (The Big Sick)
- Σκηνοθεσία: Μάικλ Σοουγουόλτερ
- Παίζουν: Κουμάιλ Ναντζιάνι, Ζόε Καζάν, Χόλι Χάντερ, Ρέι Ρομάνο
Περίληψη: O Κιουμέλ, ένας ανερχόμενος κωμικός γεννημένος στο Πακιστάν, γνωρίζει την φοιτήτρια Έμιλι σε μία από τις stand-up comedy παραστάσεις του. Ενώ η γνωριμία τους ξεκινάει σαν one night stand, εξελίσσεται σύντομα σε μία όμορφη σχέση. Όσο σοβαρεύει η κατάσταση τόσο μπερδεύονται οι ζωές και των δύο, και κυρίως του Κιουμέλ που δυσκολεύεται να αποκαλύψει στους παραδοσιακούς μουσουλμάνους γονείς του ότι είναι ερωτευμένος με μία Αμερικανίδα.
Η αληθινή ιστορία του Κουμάιλ Ναντζιάνι , που πρωταγωνιστεί και συνυπογράφει το σενάριο με τη σύζυγό του Έμιλι Γκόρντον, γίνεται η αφορμή για μια τρυφερή ρομαντική κομεντί , που θίγει το ζήτημα της πολυπολιτισμικότητας τόσο σε κοινωνικό όσο και σε προσωπικό επίπεδο.
Ο Κιουμέλ ένας Πακιστανός stand up comedian ερωτεύεται την Έμιλι. Όμως οι παραδοσιακοί μουσουλμάνοι γονείς του δεν μπορούν να δεχτούν εύκολα μια Αμερικανίδα για νύφη τους. Φοβούμενος ότι θα χάσει την αγάπη της οικογένειάς του, αναγκάζεται να χωρίσει με την καλή του. Όταν εκείνη προσβληθεί από μια θανατηφόρο αρρώστια, ο Κιουμέλ θα βρεθεί δίπλα της στο δωμάτιο του νοσοκομείου και θα γνωρίσει τους δικούς της γονείς.
Ο Ναντζιάνι αντιμετωπίζει το προσωπικό του βίωμα με επικοινωνιακή διάθεση, κι έτσι αποφεύγει την αυτοαναφορικότητα. Αντίθετα χρησιμοποιεί τη δική του ιστορία για να δείξει πώς η κοινωνία αντιμετωπίζει το «διαφορετικό », προτείνοντας ουσιαστικά την αγάπη ως τον μόνο τρόπο αποδοχής. Επειδή μάλιστα τα πρόσωπα που μπλέκονται στο δράμα του είναι άνθρωποι που ο ίδιος αγαπάει, καταφέρνει να αποφύγει τους διδακτισμούς και τις επικρίσεις, εστιάζοντας ουσιαστικά στη βαθύτερη ρίζα του φαινομένου, αποκαλύπτοντας ταυτόχρονα το δίκιο όλων των πλευρών. Οι γονείς του έχουν μάθει να ζουν με ένα παραδεδομένο σύστημα αξιών, η Έμιλι, ως γνήσιο παιδί της Δύσης, έχει μάθει να ζει με μια ελευθερία σκέψης που όμως δεν της επιτρέπει να καταλάβει την άλλη πλευρά. Οι δικοί της γονείς με τη σειρά τους υπερασπίζονται το καλό της κόρης τους, ενώ ο Κιούμελ που συνειδητοποιεί πως όλη αυτή η διαμάχη είναι ανώφελη, προσπαθεί να βρει τις ισορροπίες του.
Ο Μάικλ Σοουγουόλτερ εκμεταλλεύεται το έξυπνο σενάριο του πρωταγωνιστή του και ακολουθώντας σωστούς ρυθμούς φτιάχνει μια διαφορετική ρομαντική κομεντί , που αν και βγαλμένη από τη ζωή, διαθέτει κινηματογραφικότητα και ευαισθησία, υπογράφοντας τελικά μια ενδιαφέρουσα ταινία του ανεξάρτητου αμερικανικού σινεμά, που έχει όλα τα φόντα να γίνει και εμπορική επιτυχία.
- Perfetti Sconosciuti
- Σκηνοθεσία: Πάολο Τζενοβέζε
- Παίζουν: Τζιουζέπε Μπατιστόν, Ανα Φολιέτα, Μάρκο Τζιαλίνι, Εντοάρντο Λεό, Βαλέριο Μασταντρέα, Αλμπα Ρορβάχερ, Κάσια Σμούτνιακ
Περίληψη: Επτά επιστήθιοι φίλοι μαζεύονται στο σπίτι του ενός, για δείπνο. Όταν αποφασίσουν να μοιραστούν μεταξύ τους το περιεχόμενο κάθε μηνύματος, email και κλήσης που λαμβάνουν, πολλά μυστικά βγαίνουν στην επιφάνεια και οι ισορροπίες διαταράσσονται.
H τεράστια εισπρακτική επιτυχία του Πάολο Τζενοβέζε, πάνω στην οποία βασίστηκαν οι «Τέλειοι Ξένοι» του Θοδωρή Αθερίδη, έρχεται και στην Ελλάδα.
Επτά φίλοι που φαινομενικά έχουν υπέροχες ζωές και είναι δεμένοι μεταξύ τους με ισχυρούς δεσμούς μαζεύονται για δείπνο. Όταν ένας από αυτούς έχει τη φαεινή ιδέα να παίξουν ένα παιχνίδι κατά το οποίο τα κινητά τους θα είναι προσβάσιμα από όλους, πολλά κρυμμένα μυστικά θα έρθουν στο φως και οι σχέσεις τους θα διαταραχτούν.
Ο Πάολο Τζενοβέζε αξιοποιεί την εμμονή του σύγχρονου κόσμου με την τεχνολογία και αποκαλύπτει πως αν και τα πάντα κοινοποιούνται στα social media, πάντα υπάρχουν σκοτεινές αθέατες πλευρές. Ισορροπώντας ανάμεσα στην ελαφράδα της ρομαντικής κομεντί και τη σοβαρότητα μιας δραματικής ταινίας, αποκαλύπτει τη σαθρότητα των προσωπικών μας σχέσεων και τις εύθραυστες ισορροπίες της ζωής.
Ακολουθεί σφιχτά με την κάμερά του τα επτά πρόσωπα της ιστορίας του, επιμένοντας στις πιο μικρές λεπτομέρειες, εκείνες που μπορούν να τινάξουν τα πάντα στον αέρα και δημιουργεί μια ατμόσφαιρα σασπένς, την οποία υποστηρίζει ενεργητικά το καστ του, αξιοποιώντας τη θεατρικότητα του σεναρίου.
- Η Δικιά Μας Οικογένεια
- (Belles Familles)
- Σκηνοθεσία: Ζαν-Πολ Ραπενό
- Παίζουν: Ματιέ Αμαλρίκ, Μαρίν Βακτ, Ζιλ Λελούς, Νικόλ Γκαρσιά, Καρίν Βιάρ
Περίληψη: Ο Ζερόμ μένει στη Σαγκάη. Περαστικός από το Παρίσι, μαθαίνει πως στον τόπο όπου μεγάλωσε έχει ξεσπάσει μια διαμάχη γύρω από το οικογενειακό του σπίτι. Αποφασίζει να πάει εκεί για να βρεθεί μια λύση. Αυτή η εξόρμησή του στην επαρχία θα του αλλάξει τη ζωή.
Ο Ζαν Πολ Ραπενό ( «Συρανό Ντε Μπερζεράκ») σκηνοθετεί μια οικογενειακή δραμεντί, με μπουρλέσκ στοιχεία, γεμάτη αποκαλύψεις και μυστικά που αναστατώνουν τις κατά τα άλλα τακτοποιημένες ζωές μιας οικογένειας.
Ο Ζερόμ είναι ένας πολυάσχολος επιχειρηματίας, που ζει στην Σανγκάη. Μετά από το θάνατο του πατέρα του, μαθαίνει πως το οικογενειακό της σπίτι αποτελεί αντικείμενο διαμάχης. Καταφτάνοντας στη Γαλλία θα μάθει για την ερωμένη του πατέρα του και την πανέμορφη κόρη της, που έχουν εκδιωχθεί κακήν κακώς από τον αδερφό του. Εκείνος αποφασίζει υπερασπιζόμενος το δίκαιο, αλλά και γοητευμένος από την παραλίγο ετεροθαλή αδερφή του να βρει τι ακριβώς έχει συμβεί με την κληρονομιά.
Το σενάριο ακολουθεί τη λογική της γαλλικής φάρσας όπου τα πρόσωπα μπερδεύονται μεταξύ τους σε μια αλληλουχία απίστευτων συμπτώσεων, που όλες οδηγούν στη λύση του «μυστηρίου». Ο Ραπενό μπολιάζει την ταινία με ρεαλιστικά στοιχεία, επιμένοντας στις σχέσεις των ηρώων του, με χιούμορ μεν, αλλά χωρίς ρυθμούς ακραίας κωμωδίας, πράγμα τελικά που δεν επιτρέπει στο όλο εγχείρημα να αποκτήσει ξεκάθαρο προσανατολισμό.
Συγκεντρώνοντας όμως ένα all star cast με τα πλέον γοητευτικά πρόσωπα του γαλλόφωνου σινεμά που φέρουν το προσωπικό τους στυλ, « Η δικιά μας οικογένεια» παρά τις αδυναμίες της καταφέρνει να διατηρεί το ενδιαφέρον του θεατή και τη γαλλική της φινέτσα.
- Πρόσεχε τι εύχεσαι
- (Wish Upon)
- Σκηνοθεσία: Τζον Ρ. Λεονέτι
- Παίζουν: Τζόι Κινγκ, Ράιαν Φελίπε, Κι Χονγκ Λι, Μίτσελ Σλάγκερτ, Σάνον Πέρσερ
Περίληψη: Η δεκαεφτάχρονη Κλερ προσπαθεί να επιβιώσει από την «κόλαση» του Λυκείου, παρέα με τις φίλες της, Μέρεντιθ και Τζουν . Όταν ο πατέρας της της χαρίζει ένα μουσικό κουτί με μία επιγραφή που υπόσχεται πως εκπληρώνει τις ευχές του κατόχου, σκέφτεται πως δεν έχει τίποτα να χάσει. Η Κλερ κάνει την πρώτη της ευχή και, προς μεγάλη της έκπληξη, πραγματοποιείται. Όλα μοιάζουν τέλεια, μέχρι τη στιγμή που οι πιο κοντινοί της άνθρωποι αρχίζουν να πεθαίνουν με φρικιαστικούς τρόπους. Γεμάτη ενοχές, η Κλερ πρέπει να ξεφορτωθεί το κουτί, πριν αναγκαστεί, μαζί με αυτούς που αγαπά, να πληρώσει το απόλυτο τίμημα.
Ο σκηνοθέτης του «Άναμπελ» μπορεί μεν να κατέχει καλά την τεχνική του κινηματογραφικού τρόμου, σε αυτή όμως την εφηβική ουσιαστικά ταινία μοιάζει διεκπεραιωτικός.
Η έφηβη Κλερ, ορφανή από μητέρα, ζει με τον πατέρα της που παραπαίει από τη θλίψη. Ταυτόχρονα η ζωή στο σχολείο της είναι μια σκέτη κόλαση, αφού κανείς δεν ασχολείται μαζί της εκτός από δυο καλές της φίλες, ενώ το αγόρι που έχει ερωτευτεί αδιαφορεί παντελώς για το άτομό της. Όταν στα χέρια της πέσει ένα μαγικό κουτί, που υπόσχεται να εκπληρώσει τις ευχές της, η ζωή της αλλάζει ριζικά. Αποκτάει χρήματα, δημοτικότητα και τον νεαρό που ονειρευόταν. Η μεγάλη της τύχη όμως συνοδεύεται από μια σειρά θανάτων και περίεργων συμβάντων. Η Κλερ θα ανακαλύψει τη σκοτεινή δύναμη του κουτιού και τότε θα πρέπει να πάρει μια μεγάλη απόφαση: αν θα το ξεφορτωθεί, χάνοντας τα πάντα, ή αν θα συνεχίσει να εύχεται και να πληρώνει το μακάβριο τίμημα.
Χρησιμοποιώντας στοιχεία και κλισέ από πολλές ταινίες τρόμου, ο Λεονέτι βαριεστημένα μάλλον σκηνοθετεί ένα άνευρο και καθόλα προβλέψιμο σενάριο, όπου όλα είναι ξεκάθαρα από το πρώτο λεπτό , οπότε αν και η ταινία του – κυρίως χάρη στη φωτογραφία του
Μάικλ Γκαλμπρέιθ – έχει μια αισθητική, δεν καταφέρνει ούτε στο ελάχιστο να δημιουργήσει σασπένς.
Η ιδέα του μαγικού και θανατηφόρου κουτιού είναι τόσο κοινότοπη, όχι όμως και το δίλημμα της μικρής Κλερ, που δυστυχώς οι σεναριογράφοι ξεπερνούν βιαστικά. Ούτε όμως η νεαρή Τζόι Κινγκ διαθέτει την υποκριτική εμπειρία για να δώσει μια άλλη διάσταση στις ηθικές συγκρούσεις της ηρωίδας της , οπότε το μόνο ενδιαφέρον ίσως στοιχείο μιας ιστορίας που θυμίζει τόσες άλλες, εξανεμίζεται πριν καν προλάβει ο θεατής να αναρωτηθεί σχετικά με τις δικές του ευχές και το κόστος που πρέπει να πληρώσει για να εκπληρωθούν.
- Επιχείρηση: Καζίνο
- (The House)
- Σκηνοθεσία: Άντριου Τζέι Κοέν
- Παίζουν: Γουίλ Φέρελ, Έιμι Πόλερ, Τζέισον Μαντζούκας, ΡάιανΣίμπκινς
Περίληψη: Αφότου ο Σκοτ και η Κέιτ χάνουν τα χρήματα που προόριζαν για τις σπουδές της κόρης τους, Άλεξ, προσπαθούν απεγνωσμένα να τα κερδίσουν πίσω, ώστε να μπορέσει το παιδί τους να σπουδάσει στο πανεπιστήμιο. Με τη βοήθεια του γείτονά τους Φρανκ, αποφασίζουν να ανοίξουν ένα παράνομο καζίνο στο υπόγειο του σπιτιού τους.
Ο Γουίλ Φέρελ («Get Hard», «Zoolander 2») και η Έιμι Πόλερ («Sisters», «Parks and Recreation»), πρωταγωνιστούν στο σκηνοθετικό ντεμπούτο του Άντριου Τζέι Κοέν, που αν και έχει στα χέρια του δυο καλούς κωμικούς ηθοποιούς ελλείψει βασικής ιστορίας, αλλά και έξυπνων διαλόγων, δεν καταφέρνει να κάνει το χειλάκι μας να σκάσει.
Ο Σκοτ και η Κέιτ ζουν σε ένα τεράστιο σπίτι, άρα εμφανώς έχουν οικονομική άνεση, αν και ποτέ δεν μαθαίνουμε ακριβώς τι δουλειά κάνουν, ή πώς ζουν. Όταν όμως η κόρη τους Άλεξ καταφέρνει να γίνει δεκτή στο πανεπιστήμιο των ονείρων της, αποκαλύπτεται ότι οι γονείς της δεν έχουν τα χρήματα να στηρίξουν τις σπουδές της. Παρ’ όλα αυτά εκείνη παίρνει μια υποτροφία , όμως η δημοτική αρχή της πόλης αποφασίζει να διαθέσει το ποσό αυτό για την κατασκευή μας πισίνας. Τότε ο Σκοτ και η Κέιτ με τη βοήθεια του γείτονά τους Φρανκ αποφασίζουν να ανοίξουν ένα παράνομο καζίνο στο υπόγειο του σπιτιού τους για να συγκεντρώσουν τα χρήματα που χρειάζονται.
Κάπου εδώ εξαντλείται και η έμπνευση των σεναριογράφων, που προσπαθούν μετά βίας να εφεύρουν κάποιο αστείο περιστατικό μέσα στο παράνομο στέκι, αλλά τελικά δεν καταφέρνουν να στήσουν ούτε καν ένα έξυπνο γκανγκ , προκαλώντας απλώς την πλήξη μας. Κάπως έτσι ο Άντριου Τζει Κοέν χάνει την ευκαιρία του να συνεργαστεί με δυο αστέρια της αμερικανικής κωμωδίας, εξαιρετικά αγαπητά στο ευρύ κοινό, και να μας προσφέρει μια καλοκαιρινή κωμωδία που άνετα θα βλέπαμε με ποπ κορν, αν είχε έστω ένα υποτυπώδες σενάριο.
Επαναπροβολές:
- Το λιμάνι της αγωνίας
- (On The Waterfront),
- Σκηνοθεσία: Ελία Καζάν
- Παίζουν: Μάρλον Μπράντο, Καρλ Μάλντεν, Λι Τζ. Κομπ, Ροντ Στάιγκερ, Εβα Μαρί Σεντ
Στο Νιού Τζέρσεϊ της δεκαετίας του ‘50 μια ομάδα γκάνγκστερ έχει πάρει με τη βία την αρχηγεία του συνδικάτου των εργατών του λιμανιού. Οι εγκληματίες βγάζουν χρήματα εκμεταλλευόμενοι την εργασία των εργατών, στους οποίους σπέρνουν τον τρόμο. Όσοι επαναστατούν τιμωρούνται, ακόμα και με θάνατο. Αρχηγός της σπείρας είναι ο Τζόνι Φρέντλι και δεξί του χέρι ο Τσάρλι Μαλόι. Όταν ο αδερφός του Τσάρλι, Τέρι , ένας αποτυχημένος πυγμάχος, γίνεται αυτόπτης μάρτυρας της δολοφονίας ενός εκ των εργαζομένων του λιμανιού, αρχίζει να δέχεται πιέσεις από την αστυνομία για να καταθέσει εναντίον του Τζόνι Φρέντλι.
Ο Τέρι αρχικά αρνείται, αλλά οι τύψεις τον βαραίνουν και μεγαλώνουν, όταν γνωρίζει και ερωτεύεται την αδελφή του θύματος Ίντι Ντόιλ. Εκείνη που καταλαβαίνει ότι ο καλός της γνωρίζει πολλά περισσότερα για τη δολοφονία του αδελφού της, τον φέρνει σε επαφή με τον παπά της ενορίας, πατέρα Μπάρι, ο οποίος τον πείθει να καταδώσει στις αρχές τη σπείρα. Ο Τέρι παίρνει την απόφαση να μιλήσει και έρχεται σε κόντρα τόσο με τον αδελφό του, όσο και με τους εγκληματίες με μοιραίες συνέπειες.
Το φιλμ χαρακτηρίστηκε από πολλούς ως η απάντηση του Καζάν σε όλους όσους τον κατέκριναν για το γεγονός ότι το 1952 κατέδωσε οκτώ από τους συναδέλφους του ως κομμουνιστές στην Επιτροπή Αντιαμερικανικών Δραστηριοτήτων του Μακάρθι. Ο Μπαντ Σούλμπεργκ , που υπογράφει το σενάριο, είχε επίσης καταδώσει συναδέλφους του την ίδια περίοδο με τον Καζάν.
Με το «Λιμάνι της αγωνίας» πολλοί είπαν ότι οι δύο δημιουργοί προσπάθησαν να αποδείξουν ότι μπορεί να υπάρχει ηρωισμός στην ψυχή του ατόμου που καταδίδει. Ο Άρθουρ Μίλερ πάντως, ο οποίος υπήρξε φίλος με τον Καζάν, αλλά κατέκρινε δημόσια την πράξη του να καταδώσει συναδέλφους, απάντησε στην ταινία με τη συγγραφή του θεατρικού του έργου «Ψηλά από τη Γέφυρα».
Το φιλμ προτάθηκε για 12 βραβεία Όσκαρ και απέσπασε οκτώ, μεταξύ των οποίων και το Όσκαρ καλύτερης ταινίας. Το 1997 μάλιστα έλαβε την όγδοη θέση ως μία από τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών από το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου.
- Η Αλίκη Στις Πόλεις
- (Alice in the Cities)
- Σκηνοθεσία: Βιμ Βέντερς
- Παίζουν: Ρούντιγκερ Βόγκλερ, Γιέλα Ροτλάντερ
Ο Γερμανός δημοσιογράφος Φιλίπ Βίντερ διασχίζει την Αμερική με αυτοκίνητο, με σκοπό να γράψει μια ιστορία για τη χώρα. Απογοητευμένος και χωρίς έμπνευση, αποφασίζει να επιστρέψει σπίτι, χωρίς να τα έχει καταφέρει. Παράλληλα, συμφωνεί απρόθυμα να πάρει μαζί του την εννιάχρονη Αλίκη, καθώς η μητέρα της - την οποία συνάντησε στη Νέα Υόρκη την ημέρα της αναχώρησής του- έχει μια επείγουσα δουλειά.
Όταν η μητέρα δεν εμφανίζεται στην προκαθορισμένη τους συνάντηση, οι δύο συνοδοιπόροι ξεκινούν την αναζήτηση της γιαγιάς της μικρής. Κατά τη διάρκεια αυτής της απρόσμενης διαδρομής, η αρχική αμοιβαία τους αντιπάθεια εξελίσσεται σε εγκάρδια φιλία.
Τυπικά, η «Αλίκη στις Πόλεις» είναι η τέταρτη ταινία του Βέντερς, αλλά ο ίδιος αναφέρεται συχνά σε αυτήν ως «η πρώτη του», καθώς μέσα από αυτή ανακάλυψε το είδος του roadmovie. Αργότερα θα αποτελέσει το πρώτο μέρος της τριλογίας των «ταινιών δρόμου», μαζί με το «Wrong Move» και το « Kings of the Road» . Επίσης αποτελεί την πρώτη ταινία του Βέντερς που γυρίστηκε εν μέρει στην Αμερική, καθώς και η πρώτη στην οποία πρωταγωνιστεί το alterego του, Φιλίπ Βίντερ.
- Ενθουσιασμός – Η συμφωνία του Ντονμπάς
- (Entuziazm-Simfoniya Donbassa)
- Σοβιετική Ένωση 1931
- Σενάριο - Σκηνοθεσία: Τζίγκα Βέρτοφ
Το πρώτο ομιλούν σοβιετικό ντοκιμαντέρ, με τη μουσική των Νικολάι Τιμοφέγιεφ και Ντμίτρι Σοστακόβιτς.
Η ταινία είναι γυρισμένη στα ανθρακωρυχεία του Ντονμπάς, περιοχή της ανατολικής Ουκρανίας, γνωστή για τη βαριά της βιομηχανία. Στην καινούργια χώρα, όλα πρέπει να είναι νέα, γι’ αυτό, ίσως, μέχρι το τέλος της ταινίας, στα πλάνα, δεν υπάρχει ούτε ένας ηλικιωμένος. Τα πλάνα γεμίζουν με νεολαία γεμάτη ενθουσιασμό, η οποία ονειρεύεται με όλη την καρδιά της να χτίσει τον σοσιαλισμό. Στην ταινία συμμετέχουν και εργάτες των κολχόζ και των σοβχόζ, αλλά και ανθρακωρύχοι του Ντονμπάς, της περιοχής στην σημερινή Ανατολική Ουκρανία, γνωστής για τα ορυχεία της.
Αν και ντοκιμαντέρ τυπικά, ο Βέρτοφ, με εκπληκτική μαεστρία, συνθέτει ένα πραγματικό κινηματογραφικό ποίημα, χρησιμοποιώντας τους ανθρώπους ως «ηθοποιούς» άθελά τους και το μοντάζ ως «ζωντανό» σενάριο. Έτσι από τη μία ο θεατής αδυνατεί να πιστέψει ότι αυτό που βλέπει είναι καταγραφή της πραγματικότητας, από την άλλη, είναι αδύνατον να θεωρήσει ότι παρακολουθεί το προϊόν μιας μυθοπλασίας. Μάλιστα ο Τσάρλι Τσάπλιν έχει πει για τον « Ενθουσιασμό»: «Δεν μπορούσα ποτέ να φανταστώ ότι οι βιομηχανικοί ήχοι μπορούν να οργανωθούν με τέτοιον τρόπο, που να φαίνονται υπέροχοι. Θεωρώ ότι ο «Ενθουσιασμός» είναι μία από τις πιο συναρπαστικές συμφωνίες που έχω ακούσει ποτέ. Ο κύριος Τζίγκα Βέρτοφ είναι μουσικός. Οι προφέσορες πρέπει να μάθουν από αυτόν και να μη διαφωνούν μαζί του».