Δεκάδες πολίτες και στρατιώτες έχασαν τη ζωή τους όταν εξερράγη παγιδευμένο με εκρηκτικά αυτοκίνητο έξω από τράπεζα, όπου περίμεναν να πληρωθούν τους μισθούς τους στην πόλη Λάσκαρ Γκαχ στη νότα επαρχία Χελμάντ του Αφγανιστάν.
Σύμφωνα με το γραφείο του τοπικού κυβερνήτη τουλάχιστον 29 άνθρωποι σκοτώθηκαν και πάνω από 60 τραυματίστηκαν στην επίθεση που έγινε το μεσημέρι τοπική ώρα καθώς ο κόσμος περίμενε στην ουρά να πληρωθούν τους μισθούς τους ενόψει της μουσουλμανικής εορτής Έιντ αλ Φιτρ, που αρχίζει αύριο Παρασκευή.
Διασώστες και εθελοντές προσπάθησαν να περισυλλέξουν τους τραυματίες ανάμεσα στις διασκορπισμένες σορούς των θυμάτων και να τους μεταφέρουν με ΙΧ και ό,τι άλλο μέσο υπήρχε διαθέσιμο εκείνη την ώρα στα τοπικά νοσοκομεία. Ιατρικές πηγές εκφράζουν φόβους ότι ο αριθμός των νεκρών θα αυξηθεί καθώς συνεχίζουν να μεταφέρονται θύματα στα νοσοκομεία.
Μέχρι στιγμής δεν υπάρχει ανάληψη ευθύνης, αλλά οι Ταλιμπάν και το «Ισλαμικό Κράτος» έχουν εξαπολύσει στο παρελθόν ανάλογες επιθέσεις σε υποκαταστήματα τραπεζών, όπου πληρώνονται τους μισθούς τους στρατιώτες, αστυνομικοί και δημόσιοι υπάλληλοι.
Το Αφγανιστάν συγκλονίζεται από ένα νέο κύμα βίας αφότου οι Ταλιμπάν κήρυξαν την έναρξη της εαρινής τους επίθεσης, αλλά και από την έναρξη του Ραμαζανιού στις 26 Μαϊου.
Οι περισσότερες από τις επιθέσεις που έκαναν το γύρο του κόσμου μέσω των ειδησεογραφικών πρακτορείων έγιναν στην Καμπούλ, ωστόσο δεκάδες άλλα περιστατικά σημειώθηκαν τους τελευταίους μήνες σ’ ολόκληρη τη χώρα και ιδιαίτερα στην επαρχία Χελμάντ, παραδοσιακό προπύργιο των Ταλιμπάν.
Η πλέον πολύνεκρη επίθεση από την αμερικανική εισβολή το 2001 έγινε στην περιοχή όπου βρίσκονται οι πρεσβείες στην Καμπούλ στις 3 Ιουνίου, όταν σκοτώθηκαν 150 άνθρωποι και τραυματίστηκαν άλλοι 400. Αν και δεν ανέλαβε κανείς την ευθύνη, οι μυστικές υπηρεσίες της χώρας θεωρούν ότι ήταν έργο του δικτύου Χακάνι, που συνεργάζεται με τους Ταλιμπάν.
Αν και οι τελευταίοι έχασαν τον έλεγχο της χώρας μετά τον πόλεμο του 2001, ανακτούν συνεχώς εδάφη μετά την αποχώρηση της πλειοψηφίας των αμερικανικών και συμμαχικών στρατευμάτων το 2014 και ελέγχουν πλέον το 40% της επικράτειας του Αφγανιστάν. Μέσα σ’ αυτό το χάος το «Ισλαμικό Κράτος» κατάφερε να βάλει πόδι στις απομακρυσμένες ανατολικές επαρχίες του Αφγανιστάν.
Η επιδείνωση των συνθηκών ασφαλείας πυροδότησε κύμα διαμαρτυριών με τους διαδηλωτές να ζητούν την παραίτηση κυβερνητικών αξιωματούχων. Πολλοί χάνουν την υπομονή τους με την αδύναμη, διχασμένη κυβέρνηση του προέδρου Ασράφ Γκάνι, η οποία, όπως θεωρούν, δεν λαμβάνει αρκετά μέτρα για να προστατέψει τους αμάχους απ’ τη βία των εξτρεμιστών. Προ ημερών αστυνομικοί άνοιξαν πυρ εναντίον οργισμένου πλήθους που πλησίαζε το προεδρικό μέγαρο ζητώντας ενίσχυση των μέτρων ασφαλείας με αποτέλεσμα να σκοτωθούν αρκετοί άνθρωποι.
13.000 Αμερικανοί και νατοϊκοί στρατιώτες βρίσκονται αυτή τη στιγμή στο Αφγανιστάν. Την περασμένη εβδομάδα ο Ντόναλντ Τραμπ ενέδωσε στις πιέσεις του Πενταγώνου και του υπουργού Άμυνας Τζέιμς Μάτις να εκχωρήσει στο στρατό την εξουσία να αποφασίζει για το πόσοι στρατιώτες είναι αναγκαίο να αναπτυχθούν στη χώρα.