Η πρώτη μέρα των συνομιλιών μεταξύ Μ. Βρετανίας και ΕΕ για το Brexit έληξε με αντικρουόμενες εντυπώσεις από τις δύο πλευρές.
Η ΕΕ, σύμφωνα με το Reuters, επιμένει ότι ο χρόνος περνά για την Βρετανία, τη στιγμή που ο υπουργός του Brexit Ντέιβιντ Ντέιβις δήλωσε αισιόδοξος ότι το αποτέλεσμα θα είναι θετικό και για τις δύο πλευρές.
Δεν είναι ίσως τυχαίο ότι η ΕΕ επέλεξε τον Μπαρνιέ ως επικεφαλής, έναν σκληροπυρηνικό Γάλλο, ο οποίος λέγεται ότι αρνείται να μιλήσει αγγλικά.
«Το ρολόι χτυπά» δήλωσε ο επικεφαλής της πλευράς της ΕΕ, Μισέλ Μπαρνιέ στην κοινή συνέντευξη τύπου με τον Ντέιβις.
«Δεν είμαι ούτε αισιόδοξος, ούτε απαισιόδοξος. Είμαι αποφασισμένος» πρόσθεσε επικαλούμενος φράση του Ζαν Μονέ, του ιδρυτή του εμπορικού μπλοκ που αργότερα έγινε Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ο Ντέιβις, από την πλευρά του, προτίμησε τον Ουίστον Τσόρτσιλ αναφέροντας πως «ο πεσιμιστής βλέπει τη δυσκολία με κάθε ευκαιρία, ο αισιόδοξος βλέπει την ευκαιρία σε κάθε δυσκολία. Επομένως, για να γεφυρώσουμε τον Τσόρτσιλ και τον Μονέ, σίγουρα είμαι ένας αποφασισμένος αισιόδοξος».
Ερωτηθείς, απάντησε ότι οι διαπραγματευτική θέση της Βρετανίας δεν έχει αλλάξει μετά τα αποτελέσματα των εκλογών. Η Βρετανία, είπε, θα αναζητήσει να φύγει και από την ενιαία αγορά και από την τελωνειακή ένωση και να δημιουργήσει μια ξεχωριστή εμπορική συμφωνία πλέον.
Και οι δύο άντρες υποστήριξαν ότι αφιέρωσαν μεγάλο μέρος της συζήτησής τους στη Βόρειο Ιρλανδία, όπου όλα τα μέρη επιδιώκουν να υποστηρίξουν τα ελεύθερα σύνορα.
Οι αβεβαιότητες
Ο Μπαρνιέ από την πλευρά του επεσήμανε ότι πρέπει να διευθετηθούν οι αβεβαιότητες που προκαλεί το Brexit. Μεταξύ αυτών, τα δικαιώματα των ομογενών πολιτών και τα προβλήματα, που δημιουργεί το νέο σύνορο μεταξύ ΕΕ και Ηνωμένου Βασιλείου, κυρίως σε ολόκληρη την Ιρλανδία. Ωστόσο, δεν ανέφερε μια τρίτη προτεραιότητα της ΕΕ, η οποία αφορά στη διευθέτηση από πλευράς Βρετανίας «λογαριασμού» ύψους δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ πριν αποχωρήσει από την ΕΕ σε 21 μήνες.
Το οικονομικό ζήτημα είναι ήδη μία σημαντική πτυχή της διαμάχης, ειδικά μετά την άρνηση των Βρυξελλών να συζητήσουν μια νέα συμφωνία ελεύθερου εμπορίου μέχρι να επιλυθεί το φλέγον Brexit.
Ενώ ο Μπαρνιέ επιμένει στην «αλληλουχία» των συνομιλιών, έτσι ώστε οι εμπορικές διαπραγματεύσεις να μην αρχίσουν μέχρι τον Ιανουάριο πιθανώς, η εύρεση ενός τρόπου αποφυγής ενός «σκληρού» τελωνειακού περιθωρίου για προβληματικές χώρες της Βόρειας Ιρλανδίας μπορεί να συνεπάγεται από πριν συζήτηση του θέματος.
Ένα ακόμη μεγαλύτερο πρόβλημα, που καλούνται να επιλύσουν οι Βρετανοί είναι τι είδους εμπορική σχέση θέλουν. Ενώ οι σκληροί της γραμμής Ντέβις επιθυμούν την τακτική της Μέι με καθαρή, ενιαία αγορά και τελωνειακή ένωση, ο υπουργός οικονομικών Φίλιπ Χάμοντ και άλλοι έκαναν λόγο για ένα λιγότερο σκληρό Brexit και πιο στενούς τελωνιακούς δεσμούς.
Το μπλοκ ωστόσο έχει επεκταθεί σταθερά από την αρχή της ίδρυσής του, από το 1957 οπότε και υπεγράφη η σύσταση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας μεταξύ Γαλλίας, Δυτικής Γερμανίας, Ιταλίας, Ολλανδίας, Βελγίου και Λουξεμβούργου. Πλέον αριθμεί 28 μέλη και η Βρετανία είναι η πρώτη χώρα που ζήτησε να αποχωρήσει.
«Είμαστε αποφασισμένοι να χτίσουμε μία σκληρή και ιδιαίτερη συνεργασία μεταξύ μας, μαζί με τους Ευρωπαίους συμμάχους και φίλους μας» είπε ο Ντέιβις πριν την έναρξη των συνομιλιών.
Τα παρελκόμενα της συζήτησης
Πριν από το γεύμα, το οποίο περιελάμβανε βελγικά σπαράγγια, κόκκινα μπαρμπούνια και κέικ μαρέγκας, που απόλαυσαν οι επικεφαλής, οι δύο άντρες αντάλλαξαν δώρα, που είχαν σχέση με την κοινή τους αγάπη, την πεζοπορία.
Ο Ντέιβις πήρε ένα ειδικό ραβδί για πεζοπορία από τις γηγενείς Άλπεις της Σαβουά και ο Μπαρνιέ, μια πρώτη έκδοση των απομνημονευμάτων Γάλλων ορειβατών στα Ιμαλάια «Regards vers Annapurna».
Ο Μπαρνιέ επεσήμανε ότι η συμφωνία για το διαζύγιο θα είναι έτοιμη μέχρι τον Οκτώβριο του 2018, προκειμένου να υπάρχει χρόνος για την βουλευτική έγκρισή του. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες θέλουν η Μέι να αφήσει τις απειλές ότι θα αποχωρήσει από την Ένωση αφήνοντας πίσω της η Βρετανία ένα χαοτικό νομικό κενό για τους υπόλοιπους Ευρωπαίους.
Με ή χωρίς συμφωνία, πάντως η Βρετανία θα βρεθεί εκτός ΕΕ στις 20 Μαρτίου του 2019.