Σε ναυάγιο εξελίσσεται όπως όλα δείχνουν και η νέα συνάντηση του υπουργού Εργασίας Γιώργου Κουτρουμάνη με τους επικεφαλής της τρόϊκας σχετικά με τα εργασιακά.
ΟΙ τροϊκανοί εμφανίζοντας ανυποχώρητοι στις απαιτήσεις τους σχετκιά με τις μεγάλες μειώσεις στους κατώτατους μισθούς κάτι που επίσης δεν φαίνεται να το συζητάει και η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας.
Η τρόϊκα πιο συγκεκριμένα ζητά μείωση του κατώτατου μισθού έως και 20% όπως αποκάλυψε σήμερα ο καθηγητής Σάββας Ρομπόλης, του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ,
Η διαπραγμάτευση πάντως η οποία δεν φαίνεται να καταλήγει προς το παρόν σε συμφωνία, γίνεται σε βαρύ κλίμα και έχει λάβει δραματικό χαρακτήρα, καθώς η «τρόικα» συνδέει ευθέως την αποδοχή του συνόλου των απαιτήσεών της με την ολοκλήρωση του PSI, την υπογραφή της νέας δανειακής σύμβασης και την εκταμίευση της επόμενης δόσης.
Η «τρόικα» ζητά, την κατάργηση της μονιμότητας στις ΔΕΚΟ και την αλλαγή ή την κατάργηση των κανονισμών εργασίας που περιλαμβάνονται στις κλαδικές συμβάσεις των τραπεζών και των επιχειρήσεων κοινής ωφελείας. Την κατάργηση των ειδικών επιδομάτων, των ωριμάνσεων, την εισαγωγή «μπόνους» που συνδέονται με την παραγωγικότητα, τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών και την απελευθέρωση των απολύσεων.
Η τρόικα εκτιμά, ότι το αυξημένο κόστος λειτουργίας των ΔΕΚΟ και των τραπεζών αυξάνει το κόστος για τα νοικοκυριά, επιδρά αρνητικά στην ανταγωνιστικότητα των δημοσίων επιχειρήσεων και του συνόλου της ελληνικής οικονομίας.
Ζητά επίσης να καταργηθεί ή να γίνει προαιρετική η καταβολή του 13ου και 14ου μισθού στον ιδιωτικό τομέα, και να υπάρξουν μειώσεις στον κατώτερο μισθό.
Η «τρόικα» εκτιμά, ότι πρέπει οι αμοιβές να γίνουν ανάλογες με χώρες της Νότιας Ευρώπης όπως η Ισπανία, (641,50 ευρώ), η Πορτογαλία (485,00 ευρώ) αλλά και χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ που συμμετέχουν στην ευρωζώνη, όπως η Σλοβακία (317,00 ευρώ) και Εσθονία (278,02 ευρώ).
Οι εκπρόσωποι των δανειστών, απαιτούν την κατάργηση της «μετενέργειας», την παράταση δηλαδή της ισχύος των κλαδικών συμβάσεων για έξι μήνες μετά τη λήξη τους, και βαθιές αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας της Διαιτησίας. Ζητούν ταχύτερη έκδοση των αποφάσεων, την κατάργηση κάθε δυνατότητα μονομερούς προσφυγής και αλλαγές στη σύνθεση του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας (ΟΜΕΔ), που εκτιμούν ότι κατά παράδοση ευνοεί τους εργαζόμενους.
Τα στελέχη του υπουργείου Εργασίας υποστηρίζουν, ότι ήδη με την επέκταση των ελαστικών σχέσεων εργασίας και τη ραγδαία αύξηση των επιχειρησιακών συμβάσεων μετά την ψήφιση του άρθρου 37, έχει επέλθει μεσοσταθμική μείωση των αμοιβών κατά 12%, και «δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια» για μειώσεις. Εκτιμούν επίσης, ότι η αποδοχή των απαιτήσεων των δανειστών, θα επιφέρει βίαιη μεταβολή του βιοτικού επιπέδου, τον πολλαπλασιασμό της ύφεσης και την κατάρρευση των στόχων που έχουν τεθεί από το μεσοπρόθεσμο και αφορούν τα φορολογικά έσοδα και τα έσοδα από ασφαλιστικές εισφορές.
Το Υπουργείο επικαλείται την κοινή στάση των κοινωνικών εταίρων στο θέμα των κατώτερων αμοιβών και των δώρων, καθώς ο θεσμικός ρόλος του κοινωνικού διαλόγου, προβλέπεται από τη συμφωνία του Μάαστριχτ και το κοινοτικό δίκαιο, η «τρόικα» όμως γνωρίζει, σύμφωνα με πληροφορίες, από τις δικές της επαφές, ότι οι απόψεις των εταίρων δεν είναι κοινές.
Το ύστατο επιχείρημα του υπουργείου Εργασίας είναι ότι μια πιθανή συμφωνία των κομμάτων που στηρίζουν την κυβέρνηση, για πάγωμα των αυξήσεων, θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα σταθερό περιβάλλον στη δύσκολη αυτή περίοδο και να σηματοδοτήσει την έναρξη μιας νέας προσπάθειας για την Ελλάδα διασφαλίζοντας παράλληλα την κοινωνική ειρήνη και αποτρέποντας τη διάλυση του κοινωνικού ιστού, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. «Δεν αρκεί», απαντά η «τρόικα».
Οι εκπρόσωποι των δανειστών, είναι απόλυτοι και στο θέμα της μείωσης των επικουρικών συντάξεων κατά 15% μεσοσταθμικά, το οποίο έχει ήδη συμφωνηθεί και ζητούν να έχει "κλείσει" και αυτό μέχρι αύριο.
Ξεκίνησε πριν λίγη ώρα, στο υπουργείο Εργασίας, η νέα συνάντηση της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου, με τους εκπροσώπους των δανειστών. Νωρίτερα το πρωί είχε πραγματοποιηθεί η συνάντηση της γενικής γραμματέως του υπουργείου 'Αννας Στρατινάκη με το τεχνικό κλιμάκιο της τρόικας.
Η διαπραγμάτευση, η οποία δεν φαίνεται να καταλήγει προς το παρόν σε συμφωνία, γίνεται σε βαρύ κλίμα και έχει λάβει δραματικό χαρακτήρα, καθώς η «τρόικα» συνδέει ευθέως την αποδοχή του συνόλου των απαιτήσεών της με την ολοκλήρωση του PSI, την υπογραφή της νέας δανειακής σύμβασης και την εκταμίευση της επόμενης δόσης.
Η «τρόικα» ζητά, την κατάργηση της μονιμότητας στις ΔΕΚΟ και την αλλαγή ή την κατάργηση των κανονισμών εργασίας που περιλαμβάνονται στις κλαδικές συμβάσεις των τραπεζών και των επιχειρήσεων κοινής ωφελείας. Την κατάργηση των ειδικών επιδομάτων, των ωριμάνσεων, την εισαγωγή «μπόνους» που συνδέονται με την παραγωγικότητα, τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών και την απελευθέρωση των απολύσεων.
Η τρόικα εκτιμά, ότι το αυξημένο κόστος λειτουργίας των ΔΕΚΟ και των τραπεζών αυξάνει το κόστος για τα νοικοκυριά, επιδρά αρνητικά στην ανταγωνιστικότητα των δημοσίων επιχειρήσεων και του συνόλου της ελληνικής οικονομίας.
Ζητά επίσης να καταργηθεί ή να γίνει προαιρετική η καταβολή του 13ου και 14ου μισθού στον ιδιωτικό τομέα, και να υπάρξουν μειώσεις στον κατώτερο μισθό.
Η «τρόικα» εκτιμά, ότι πρέπει οι αμοιβές να γίνουν ανάλογες με χώρες της Νότιας Ευρώπης όπως η Ισπανία, (641,50 ευρώ), η Πορτογαλία (485,00 ευρώ) αλλά και χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ που συμμετέχουν στην ευρωζώνη, όπως η Σλοβακία (317,00 ευρώ) και Εσθονία (278,02 ευρώ).
Οι εκπρόσωποι των δανειστών, απαιτούν την κατάργηση της «μετενέργειας», την παράταση δηλαδή της ισχύος των κλαδικών συμβάσεων για έξι μήνες μετά τη λήξη τους, και βαθιές αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας της Διαιτησίας. Ζητούν ταχύτερη έκδοση των αποφάσεων, την κατάργηση κάθε δυνατότητα μονομερούς προσφυγής και αλλαγές στη σύνθεση του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας (ΟΜΕΔ), που εκτιμούν ότι κατά παράδοση ευνοεί τους εργαζόμενους.
Τα στελέχη του υπουργείου Εργασίας υποστηρίζουν, ότι ήδη με την επέκταση των ελαστικών σχέσεων εργασίας και τη ραγδαία αύξηση των επιχειρησιακών συμβάσεων μετά την ψήφιση του άρθρου 37, έχει επέλθει μεσοσταθμική μείωση των αμοιβών κατά 12%, και «δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια» για μειώσεις. Εκτιμούν επίσης, ότι η αποδοχή των απαιτήσεων των δανειστών, θα επιφέρει βίαιη μεταβολή του βιοτικού επιπέδου, τον πολλαπλασιασμό της ύφεσης και την κατάρρευση των στόχων που έχουν τεθεί από το μεσοπρόθεσμο και αφορούν τα φορολογικά έσοδα και τα έσοδα από ασφαλιστικές εισφορές.
Το Υπουργείο επικαλείται την κοινή στάση των κοινωνικών εταίρων στο θέμα των κατώτερων αμοιβών και των δώρων, καθώς ο θεσμικός ρόλος του κοινωνικού διαλόγου, προβλέπεται από τη συμφωνία του Μάαστριχτ και το κοινοτικό δίκαιο, η «τρόικα» όμως γνωρίζει, σύμφωνα με πληροφορίες, από τις δικές της επαφές, ότι οι απόψεις των εταίρων δεν είναι κοινές.
Το ύστατο επιχείρημα του υπουργείου Εργασίας είναι ότι μια πιθανή συμφωνία των κομμάτων που στηρίζουν την κυβέρνηση, για πάγωμα των αυξήσεων, θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα σταθερό περιβάλλον στη δύσκολη αυτή περίοδο και να σηματοδοτήσει την έναρξη μιας νέας προσπάθειας για την Ελλάδα διασφαλίζοντας παράλληλα την κοινωνική ειρήνη και αποτρέποντας τη διάλυση του κοινωνικού ιστού, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. «Δεν αρκεί», απαντά η «τρόικα».
Οι εκπρόσωποι των δανειστών, είναι απόλυτοι και στο θέμα της μείωσης των επικουρικών συντάξεων κατά 15% μεσοσταθμικά, το οποίο έχει ήδη συμφωνηθεί και ζητούν να έχει "κλείσει" και αυτό μέχρι αύριο.