Η πρώτιστη μέριμνα μίας τράπεζας είναι να βγαίνει κερδοφόρα από οποιαδήποτε δραστηριότητα αναλαμβάνει και ως εκ τούτου η χθεσινή εξαγορά της ισπανικής τράπεζας Banco Popular από τον μεγάλο όμιλο της Santander έναντι τιμήματος ενός ευρώ, κατόπιν επιταγής της ισπανικής κυβέρνησης, δεν θα μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση.
Η μεγάλη αυτή ισπανική τράπεζα θα προσθέσει άλλα τέσσερα εκατομμύρια πελάτες στα 13 εκατομμύρια πελατών που ήδη εξυπηρετεί, ενώ θα επωφεληθεί κι από ένα πακέτο 5,2 δισεκ.ευρώ από αναβαλλόμενους φόρους (DTA) για τις επόμενες δραστηριότητές της.
Η πολιτική των αναβαλλόμενων φόρων (DTA) έχει ξεκινήσει να εφαρμόζεται στην Ισπανία από το 2012 στα πλαίσια της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών της χώρας.
Σύμφωνα με την νέα επικαιροποίηση των στοιχείων της Ένωσης Ισπανικών Τραπεζών, η Santander θα ξεπεράσει τον όμιλο της BBVA στην διακράτηση των αναβαλλόμενων φόρων καθώς τα 5,2 δισεκ. ευρώ από την Popular θα προστεθούν τα δικά της 8,166 δισεκ. σχηματίζοντας ένα τελικό πακέτο 13,392 δισεκ. Ευρώ. Πλέον μαζύ με τα 11,641 δισεκ. Ευρώ της BBVA, δύο τράπεζες θα κατέχουν το 76% των συνολικών αναβαλλόμενων φόρων που χειρίζεται ο ισπανικός τραπεζικός τομέας.
‘Όπως εξηγούν στον ηλεκτρονικό ιστότοπο El Publico τραπεζικές πηγές, «η Santander έως σήμερα δεν είχε συμμετάσχει στην τραπεζική ανασυγκρότηση, και το υπουργείο Οικονομικών της διεμήνυσε πως είναι πλέον ώρα», διευκρινίζοντας πως οι δύο κύριοι μοχλοί για την επίλυση της κρίσης στην Βanco Popular, η τράπεζα και η κυβέρνηση, πρόκειται να επωφεληθούν τα μέγιστα από την απόκτησή της.
Η κυβέρνηση θα επωφεληθεί ιδιαίτερα διότι αποφεύγει μία κατάσταση πανικού, με πιθανές αναλήψεις καταθέσεων και συνεπακόλουθης χρεοκοπίας, που ενδεχομένως θα προκαλούσε την (ανεπιθύμητη) παρέμβαση του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων.
Η τράπεζα θα βγει ευνοημένη από την απόκτηση της Popular διότι θα αυξήσει τον κύκλο εργασιών της, καθώς θα προστεθεί στο πελατολόγιό της μετά τη συγχώνευση το 24,8% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, που θα αυξήσει την κίνηση των κεφαλαίων της όσον αφορά την αποπληρωμή δανείων και των διάφορών άλλων προμηθειών στις συναλλαγές, θα ξεπεράσει τα 17 εκατ. πελάτες και θα συγκεντρώνει πλέον περιουσιακά στοιχεία ύψους 293 δισεκ. ευρώ.
Όπως δηλώνουν συνδικαλιστικές πηγές του τομέα στην El Publico «η συναλλαγή της Banco Popular, της οποίας οι καταθέσεις ουδέποτε κινδύνευσαν , την καθιστούσε πολύ ελκυστική κι αυτό ήταν που ώθησε την Santander να την αποκτήσει».
Μολαταύτα, ό,τι κερδίζει σε περιουσιακά στοιχεία, η Santander ενδέχεται να το πληρώσει στην αντιπαλότητα που αναδύεται μετά την απόφασή της να συνοδεύσει τη συγχώνευση με μία αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου.
«Είναι η πρώτη φορά που από μία τραπεζική συγχώνευση εκείνοι που θα χάσουν είναι οι ιδιώτες και οι μικρομέτοχοι», τονίζουν οι ίδιες συνδικαλιστικές πηγές, που πιθανολογούν ότι μεγάλη μερίδα των μικροεπενδυτών, που θα δουν τις καταθέσεις τους να εξατμίζονται, θα προσφύγουν στη δικαιοσύνη για να πάρουν τα χρήματά τους και μάλλον θα καταθέσουν αγωγές κατά των τελευταίων ΔΣ της Banco Popular για τις προηγούμενες αυξήσεις κεφαλαίου.
Επιπλέον, η νέα διοίκηση θα πρέπει να αντιμετωπίσει τα αιτήματα για τα ελάχιστα νόμιμα επιτόκια δανεισμού που για την Popular ανέρχονταν στα 229 εκατ. ευρώ, αλλά και να ρυθμίσει τη διαχείριση των πιστώσεών της, που σύμφωνα με μνημόνιο του 2016 «τα κεφάλαια μη εξυπηρετούμενων χρηματοπιστωτικών πράξεων, που έχουν ωριμάσει και δεν έχουν εισπραχθεί» μόνον μέσα στην τελευταία διετία έχουν ξεπεράσει το 1,080 δισεκ. ευρώ.
Η Santander σχεδιάζει μία αύξηση κατά 7 δισεκ. ευρώ του κεφαλαίου ώστε να καλύψει το ίδιο κεφάλαιο και τις προβλέψεις για την κάλυψη του ισολογισμού της Banco Popular. H τράπεζα έχει υπολογίσει σε 7,9 δισεκ. ευρώ τις ανάγκες της Banco Popular για να αυξήσει από 45% σε 69% την κάλυψη των μη παραγωγικών στοιχείων της: 4,7 δισεκ. σε ακίνητη περιουσία, 2,5 δισεκ. για τα στεγαστικά και 700 εκατ, για δάνεια λοιπού τύπου.
Η εκτίμηση αυτή ανεβάζει στα 17,5 δισεκ. τον όγκο των τοξικών προϊόντων της συγχωνευθείσας τράπεζας.