Πάλι με ένα «έκτακτο» του πρακτορείου Amaq, το οποίο ανέβηκε στα social media, το βράδυ της Κυριακής 4 Ιουνίου, έγινε η ανάληψη ευθύνης από την τρομοκρατική οργάνωση ισλαμικό κράτος της επίθεσης στο Λονδίνο, το Σάββατο 3 Ιουνίου.
Και αυτή τη φορά, το «πρακτορείο» έγραψε ότι βασίζεται στις δικές του πηγές για να αποδώσει την ευθύνη στο ισλαμικό κράτος. Από εκείνη τη στιγμή τα ΜΜΕ όλου του πλανήτη, και τα πρακτορεία ειδήσεων στηρίχτηκαν πάνω σε αυτή την είδηση του Amaq για να αναμεταδώσουν την ανάληψη ευθύνης για το τρομοκρατικό χτύπημα.
Ποιό είναι αυτό το «πρακτορείο τρομοκρατικών επιθέσεων», το οποίο ενσαρκώνει σήμερα την πολύγλωσση εικόνα του ισλαμικού κράτους;
Αρχικά το πρακτορείο Amaq ιδρύθηκε και εμφανίστηκε στη Συρία, το 2014, ως «ανεξάρτητο». Σήμερα είναι ο βραχίονας ενημέρωσης των τρομοκρατών. Οι δημοσιογράφοι του και οι υποδομές του είναι στόχος βομβαρδισμών των δυτικών συμμάχων στη Συρία ή στο Ιράκ.
Μια ειδησεογραφική αυτοκρατορία
Μια αναφορά που έγραψαν στις αρχές του 2016 οι Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα (RSF) αποκάλυπτε την λίστα των μέσων ενημέρωσης των τρομοκρατικών οργανώσεων: τα ιδρύματα Ajnad, Al Furkan, Al Itisam, Al Himma, το Hayat Media Center με τα βίντεό του, το ραδιόφωνο Al Bayan με τα καθημερινά δελτία ειδήσεων, το περιοδικό Dabiq και οι πολυάριθμοι κλώνοι του στο ίντερνετ, σε όλες τις γλώσσες, και τέλος το πρακτορείο Amaq.
Το πρακτορείο Amaq έγινε διάσημο τον Δεκέμβριο του 2015 όταν έγραψε ότι την ανάληψη ευθύνης για το μακελειό στον San Bernardino της Καλιφόρνια αναλάμβανε το ισλαμικό κράτος. Από τότε, σε όλα τα μακελειά του πλανήτη, το πρακτορείο Amaq είναι πανταχού παρών για να γράψει ότι ένα χέρι τρομοκράτη του ισλαμικού κράτους έκανε την επίθεση.
Το πρακτορείο ειδήσεων Amaq έχει την ιδιαιτερότητα ότι δεν δηλώνει να συμφωνεί με την ιδεολογία των τρομοκρατών του ισλαμικού κράτους, όπως παρατηρεί ο Rukmini Callimachi , δημοσιογράφος εξειδικευμένος στα θέματα των ισλαμιστών για τους New York Times.
Είναι προφανές ότι το πρακτορείο Amaq προσπαθεί να μην ταυτιστεί με τους τρομοκράτες: χρησιμοποιεί δήθεν κώδικες άλλων ΜΜΕ, βάζει την ένδειξη Breaking News στα έκτακτα και ψάχνει τρόπο να κάνει τις δηλώσεις των τρομοκρατών του ισλαμικού κράτους να φαίνονται «αμερόληπτες». Το Amaq δεν μιλάει για «Σταυροφόρους» (όπως αποκαλούν τους Δυτικούς οι τρομοκράτες), αλλά για «πολίτες» και αποκαλεί το ισλαμικό κράτος με αυτή την ονομασία και όχι ως «Χαλιφάτο».
Πώς ξεκίνησε
Το φθινόπωρο του 2014, το «Χαλιφάτο», υπό την διοίκηση του Ιρακινού Abou Bakr Al-Baghdadi, στο απόγειο της δύναμής του, προκάλεσε την επίθεση των δυτικών συμμάχων, υπό την ηγεσία των ΗΠΑ. Στο Κομπάνι, μια ζώνη των Κούρδων της Συρίας, στην οποία πραγματοποιούσαν επίθεση οι τρομοκράτες του ισλαμικού κράτους, εμφανίστηκε ξαφνικά ένα πρακτορείο ειδήσεων, το « Aamaq News Agency », το οποίο περιέγραφε την πολιορκία και τις μάχες από την πλευρά των τζιχαντιστών.
Αλλά είχε προηγηθεί κάτι άλλο: Ηδη από τα τέλη του 2013, ο Rayan Machaal, στο αληθινό του όνομα Mohamed Bara Kadek, 31 ετών, υπήρξε ένας από τους ιδρυτές του Alep News Network, ένα από τα βασικά εργαλεία ενημέρωσης των πρώτων χρόνων της επανάστασης εναντίον του Μπασάρ Αλ Ασαντ.
Αυτό το πρακτορείο είναι ουσιαστικά το εργαλείο ειδήσεων της αντιπολίτευσης στον Ασαντ και χρησιμοποιεί πολίτες δημοσιογράφους και εθελοντές: ήταν τότε μια από τις βασικές πηγές ειδήσεων της επανάστασης των ανταρτών εναντίον του προέδρου της Συρίας. Είχε ιδρυθεί το 2012 για να βιντεοσκοπεί τις ειρηνικές -ακόμη- διαδηλώσεις της αραβικής άνοιξης εναντίον του καθεστώτος Ασαντ. Το Alep News Network είχε το 2013 πάνω από 40 δημοσιογράφους και πάνω από 100 ανταποκριτές στη Συρία. Είχε 10 γραφεία και μια ενημέρωση 24 ώρες το 24ωρο.
Πάνω σε αυτή την τεχνογνωσία στηρίχτηκε το Amaq όταν ιδρύθηκε, και όταν ο Rayan Machaal έγινε οπαδός του ισλαμικού κράτους.
«Η πορεία αυτού του νεαρού άντρα συνοψίζει μια κρίσιμη περίοδο της επανάστασης στη Συρία και των μεγάλων συμμαχιών: αυτών που έγιναν μετά τον βομβαρδισμό με χημικά στην Ghouta [τον Αύγουστο του 2013] και την απόσταση που πήραν οι ΗΠΑ», εκτιμά ο δημοσιογράφος Ahmed El-Okdeh, στην Le Monde, ο οποίος αποδίδει την ριζοσπαστικοποίηση πολλών ακτιβιστών εκείνη την εποχή στο γεγονός ότι η διεθνής κοινότητα αδιαφόρησε για την καταπίεση και τους βομβαρδισμούς.
Τον Ιούλιο του 2014, ένοπλες ομάδες μη τζιχαντιστών εκδιώκει το ισλαμικό κράτος από την πόλη, αναγκάζοντας τον Rayan Machaal και τους συντρόφους του να εγκατασταθούν στο Al-Bab, πόλη που κατείχε το ισλαμικό κράτος ως τις αρχές του 2017, και στη συνέχεια στην Ράκα, την «πρωτεύουσα» των τζιχαντιστών στα βορειο-ανατολικά. Τον Φεβρουάριο του 2017, εγκαταστάθηκε στο Al-Mayadin, στην επαρχία Deir ez-Zor.
Και ξαφνικά, στις 31 Μαίου 2017, ανακοινώθηκε στο Facebook από τον μικρό του αδελφό ότι ο Rayan Machaal, ο ιδρυτής του τζιχαντιστικού πρακτορείου, σκοτώθηκε σε αεροπορική επίθεση των δυτικών συμμάχων στο Al-Mayadin, της Συρίας, προκαλώντας περίεργες αντιδράσεις αλλά και ορισμένα εγκώμια. Οπως π.χ από τους πρώην συμμαθητές του στο Λύκειο, από μια διαδήλωση ή από μια μάχη στο Χαλέπι ...Ακόμη κι ένας δημοσιογράφος του παναραβικού καθημερινού εντύπου Al-Quds Al-Arabi, το οποίο εκδίδεται στο Λονδίνο, τον αποκάλεσε «έναν από τους σημαντικότερους ακτιβιστές της επανάστασης στη Συρία. Ο ιδρυτής, μαζί με τους συντρόφους του, του μόνου αξιόπιστου ειδησεογραφικού πρακτορείου της Συρίας...»!
Ο διευθυντής του ομίλου Τύπου των ανταρτών της Συρίας Aleppo24, Mohammad Khaled, έγραψε ότι είχε συναντήσει τον Rayan Machaal το 2012. «Ηταν ένας από τους πρώτους επαναστάτες στο Χαλέπι», την δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της χώρας που έπεσε στα χέρια των κυβερνητικών το 2016. Ο ιδρυτής του Amaq ήταν ένας αντίπαλος του καθεστώτος Ασαντ πριν ανακοινώσει, στα τέλη του 2013, την πρόθεσή του να συμμαχήσει με «το χαλιφάτο» του ισλαμικού κράτους.
Ο θάνατος του ιδρυτή της Amaq δεν έχει επιβεβαιωθεί ως σήμερα ούτε από το ισλαμικό κράτος ούτε από την διεθνή συμμαχία, η οποία, ωστόσο, δήλωσε στα τέλη Μαίου ότι είχε πραγματοποιήσει «μια σειρά αεροπορικών επιθέσεων με στόχο τις υποδομές των μίντια του ισλαμικού κράτους και των εγκαταστάσεων προπαγάνδας, ώστε να μειώσει την ικανότητα της οργάνωσης να εμπνεύσουν επιθέσεις από το εξωτερικό».