Στην άλλη όχθη του Ατλαντικού και συγκεκριμένα στην Ουάσιγκτον και στο Λος Άντζελες αναμένεται να φτάσει το Βυζάντιο και η πολιτισμική του κληρονομία το φθινόπωρο του 2013 για δύο μεγάλες εκθέσεις.
Χθές το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο ενέκρινε την δημιουργία της έκθεσης, η οποία οργανώνεται από το υπουργείο Πολιτισμού (Γενική Διεύθυνση Αρχαιοτήτων) σε συνεργασία με το Μουσείο Μπενάκη και παρουσιάζει όψεις του βυζαντινού πολιτισμού μέσα από προβεβλημένα έργα των ελληνικών μουσείων και πρόσφατα ανασκαφικά ευρήματα καλύπτοντας χρονολογικά την περίοδο από το 330 μ.Χ.ως το 1453.
Η Εθνική Πινακοθήκη της Ουάσιγκτον θα υποδεχθεί την έκθεση, που υπό τον προσωρινό τίτλο ««Βυζάντιο. Eργα τέχνης από ελληνικές συλλογές» στοχεύει ακριβώς στην ανάδειξη της ελληνικότητας του Βυζαντίου μέσα από 116 έργα που προέρχονται από συλλογές Εφορειών Αρχαιοτήτων καθώς και από δημόσια και ιδιωτικά μουσεία. Πρόκειται για εξαιρετικής τέχνης και σημασίας αντικείμενα μάλιστα, η επιλογή των οποίων έγινε με γνώμονα την αισθητική και ουσιαστική τους αξία.
Ωστόσο, μεγάλο αγκάθι για το Υπουργείο Πολιτισμού παραμένει το κόστος της έκθεσης αφού ανέρχεται σε 3,6 εκατ. ευρώ. Παρά τις συζητήσεις που έχει δημιουργήσει το ζήτημα ο υπουργός Πολιτισμού Παύλος Γερουλάνος φαίνεται καθησυχαστικός τονίζοντας πως το ποσό πρόκειται να καλυφθεί από χορηγίες.
Την οργάνωση της έκθεσης έχει δωδεκαμελής επιτροπή στην οποία μετέχει και η μητέρα του υπουργού Πολιτισμού κυρία Αιμιλία Γερουλάνου, πρόεδρος του Μουσείου Μπενάκη καθώς και στελέχη της υπηρεσίας και καθηγητές.
Οι θεματικές ενότητες της έκθεσης θα είναι οι εξής:
- «Από τον Αρχαίο στο Βυζαντινό κόσμο»: Η περίοδος αυτή εστιάζει στο φιλοσοφικό και πολιτισμικό υπόβαθρο της ύστερης Αρχαιότητας, το οποίο επηρέασε την εξέλιξη της θεολογικής σκέψης και την εικονογραφική γλώσσα των πρώιμων βυζαντινών χρόνων. Εδώ περιλαμβάνονται υποενότητες που αφορούν: στη συνύπαρξη χριστιανισμού και παγανισμού σε σημαντικές πόλεις του αρχαίου κόσμου, όπως η Αθήνα, η Κόρινθος και η Σπάρτη καθώς και την καλλιτεχνική επίδραση της ελληνορωμαϊκής καλλιτεχνικής παράδοσης στη γλυπτική και του Νεοπλατωνισμού στην απεικόνιση της ανθρώπινης μορφής στα αυτοκρατορικά πορτρέτα και τη χριστιανική παράδοση.
- «Ο χριστιανικός κόσμος»: Η δεύτερη περίοδος εστιάζει στον χριστιανικό χαρακτήρα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (Βυζάντιο) και αποσκοπεί στην παρουσίαση της καθιέρωσης του χριστιανισμού ως μίας και μόνης θρησκείας του κράτους και στην αποκρυστάλλωση της φυσιογνωμίας της αυτοκρατορίας. Στην ενότητα αυτή παρουσιάζονται 15 βυζαντινά χρυσά νομίσματα ως τεκμήρια της επίσημης αυτοκρατορικής ιδεολογίας και της στενής εξάρτησης Κράτους και Εκκλησίας στο Βυζάντιο. Επίσης παρουσιάζεται η μεταμόρφωση του δημόσιου χώρου με έμφαση στη μορφή, τη λειτουργία και τον διάκοσμο του βυζαντινού ναού ενώ παράλληλα μέσα από τοιχογραφίες, εικόνες και εκκλησιαστικά σκεύη θα αναδειχθούν οι καλλιτεχνικές τάσεις που επικρατούν στη Βυζαντινή αυτοκρατορία όπως επίσης και η εγχώρια καλλιτεχνική έκφραση των εργαστηρίων σημαντικών πόλεων του ελλαδικού κόσμου όπως η Θεσσαλονίκη, η Βέροια και η Καστοριά.
- «Οι διανοούμενοι»: Ίσως να αποτελεί μια από τις πιο ιδιαίτερες ενότητες της έκθεσης καθώς παρουσιάζει όψεις της πνευματικής ζωής της αυτοκρατορίας με έμφαση στην κυριαρχία της ελληνικής γλώσσας στη διοίκηση, στην πολιτιστική ζωή, στα μεσαιωνικά αντίγραφα των αρχαίων ελληνικών κειμένων από βυζαντινούς γραφείς και στον σημαντικό ρόλο που έπαιξαν αυτά τα κείμενα στη μόρφωση των Βυζαντινών. Εδώ εξετάζεται και η συνύπαρξη κλασικιστικών και αντικλασικών τάσεων στην καλλιτεχνική έκφραση των λεγόμενων Αναγεννήσεων (Μακεδονικής, Κομνήνειας, Παλαιολόγειας) και η σχέση τους με την ελληνορωμαϊκή παράδοση
- «Οι χαρές της ζωής» παρουσιάζουν την καθημερινή ζωή στο Βυζάντιο με υποενότητες αφιερωμένες στον ιδιωτικό χώρο (με έμφαση στη διακόσμηση της κατοικίας, στα επιτραπέζια σκεύη και γενικά στον οικιακό εξοπλισμό) αλλά και στον ατομικό καλλωπισμό όπου εκτίθεται μεταξύ άλλων μία σημαντική συλλογή βυζαντινών κοσμημάτων.
- «Το Βυζάντιο σε σταυροδρόμι» τέλος αναλύει τον συνεχή διάλογο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας με άλλες πολιτικές δυνάμεις και λαούς. Γιατί είτε μέσω στρατιωτικών συγκρούσεων είτε μέσω διπλωματικών προσεγγίσεων αυτός ο διάλογος άνοιξε διόδους επικοινωνίας που επηρέασαν τη βυζαντινή αντίληψη για τον «άλλον» και ανανέωσαν την πνευματική και καλλιτεχνική ζωή του Βυζαντίου.