Με λουκέτο απειλούνται οι ελληνικές εταιρείες εφοδιασμού πλοίων εξαιτίας στρεβλής ενσωμάτωσης στην εθνική νομοθεσία κοινοτικών οδηγιών, που εκτοξεύει το κόστος εφοδιασμού.
Οι απώλειες του κλάδου σε σχέση με το 2012 φτάνουν στο 99,6% με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το δημόσια έσοδα και για τις θέσεις εργασίας. Οπως καταγγέλλει ο Πανελλήνιος Σύλλογος Εφοδιαστών Πλοίων-Εξαγωγέων ενδεικτικό των στρεβλώσεων είναι το γεγονός ότι η πλειοψηφία των πλοίων επιλέγουν να προμηθευτούν υλικά και προϊόντα από ιταλικές, ισπανικές, βελγικές και ολλανδικές επιχειρήσεις που είναι σε θέση να προσφέρουν ανταγωνιστικά των ελληνικών προϊόντων σε χαμηλότερες τιμές, περιλαμβανομένου και του κόστους μεταφοράς.
Με άλλα λόγια σήμερα, είναι φθηνότερο να εφοδιαστεί ένα πλοίο σε άλλο λιμάνι εκτός Ελλάδας, ή να περιμένει τη μεταφορά των προμηθειών του από άλλη χώρα προς την Ελλάδα, με φορτηγά, αντί να χρησιμοποιήσει ελληνικές εφοδιαστικές επιχειρήσεις και ελληνικά προϊόντα”.
Σύμφωνα με στοιχεία του ΠΣΕΠΕ, πέρα από την απειλή βιωσιμότητας των εφοδιαστικών επιχειρήσεων και των άμεσα συνδεδεμένων επιχειρήσεων, τίθενται σε κίνδυνο χιλιάδες θέσεις, καταγράφονται τεράστιες απώλειες σε δημόσια έσοδα από τον εκμηδενισμό φορολογητέας ύλης, ενώ απομειώνται και οι προοπτικές διεθνοποίησης των ελληνικών προϊόντων, που αντί να κερδίζουν πελάτες, εξαιτίας της κρατικής απραξίας δέχονται αθέμιτο ανταγωνισμό από εισαγόμενα προϊόντα και εφοδιαστές άλλων χωρών στα ελληνικά λιμάνια.
Ετησίως, στην Ελλάδα καταφθάνουν με πλοία (κρουαζερόπλοια, επιβατικά, αναψυχής κ.α.) περισσότεροι από 2,5 εκατ. επιβάτες (στοιχεία Medcruise), στους οποίους δε συνυπολογίζονται οι χιλιάδες των πληρωμάτων εμπορικών, αλιευτικών και πολεμικών πλοίων. Διεθνείς έρευνες (Cruise Market Watch) δείχνουν ότι μόνο οι επιβάτες κρουαζιερόπλοιων ξοδεύουν εν πλω περισσότερα από 350 ευρώ κατά κεφαλή.
Αντίστοιχα, για τον καθένα από αυτούς τους επιβάτες οι επιχειρήσεις κρουαζιέρας προϋπολογίζουν έξοδα μόνο για τη διατροφή ύψους σχεδόν 100 ευρώ κατά κεφαλή.
Οι εκτιμήσεις του ΠΣΕΠΕ αναφέρουν ότι πέρα των τροφίμων και αλκοολούχων ποτών, εάν συνυπολογιστούν και τα υπόλοιπα εφόδια (χρώματα, ανταλλακτικά μηχανών, εργαλεία, σχοινιά, αλυσίδες, καπνικά/τσιγάρα κτλ), η δυνητική αγορά των εφοδιασμών πλοίων, με τη λήψη των κατάλληλων διοικητικών μέτρων, θα μπορούσε άμεσα να ξεπεράσει τις προοπτικές ολόκληρης της πολύφερνης και πολυδιαφημισμένης αγοράς της Κίνας, που το 2016 εισήγαγε ελληνικά προϊόντα αξίας μόλις 330 εκατ. ευρώ.
«Αντί όμως η χώρα να κεφαλαιοποιεί τη γεωστρατηγική της θέση και την ανοδική πορεία των ελληνικών λιμανιών και κυρίως του Πειραιά, αντί να δημιουργεί προστιθέμενη αξία για τα ελληνικά προϊόντα και τις ελληνικές επιχειρήσεις, και να ενισχύσει τους εφοδιασμούς / εξαγωγές, συσσωρεύει απώλειες τόσο για τις ελληνικές επιχειρήσεις, όσο και για τα Ταμεία του Δημοσίου καθόσον δεν πραγματοποιούνται εφοδιασμοί», σημειώνει ο πρόεδρος του Συλλόγους, Νίκος Μαυρίκος.