Ενα ατμοσφαιρικό ψυχολογικό δράμα από την Ιταλία, η περιγραφή της βομβιστικής επίθεσης στον Μαραθώνιο της Βοστώνης, αλλά και ένα ταξίδι στα ήθη και στα έθιμα της Μογγολίας αυτή την εβδομάδα στους κινηματογράφους.
Πρεμιέρα και για ένα ντοκιμαντέρ για την Ινδονησία τιμημένο με 43 βραβεία!
Η Όψη της Σιωπής, (The Look of Silence), Nτοκιμάντερ
Σκηνοθεσία: Τζόσουα Οπενχάιμερ’
Μια οικογένεια στην Ινδονησία ανακαλύπτει πώς δολοφονήθηκε ο γιος τους και την ταυτότητα των εκτελεστών του. Ο νεότερος αδελφός του, οφθαλμίατρος στο επάγγελμα, είναι αποφασισμένος να διαλύσει το ξόρκι της σιωπής και του φόβου, κάτω από το οποίο βρίσκονται οι επιζήσαντες.
To ντοκιμαντέρ του Τζόσουα Οπενχάιμερ - άτυπο δεύτερο μέρος του «The Act of Killing» - έρχεται με σαράντα τρία βραβεία να μας υπενθυμίσει τι συμβαίνει στις κοινωνίες που σιωπούν.
Ο σκηνοθέτης, έχοντας παραμείνει δέκα χρόνια στην Ινδονησία, προσπαθεί να ξετυλίξει το νήμα μιας γενοκτονίας που το δικτατορικό καθεστώς πραγματοποίησε εκτελώντας 10.500 άντρες ως αντιφρονούντες και «κομμουνιστές».
Ένα από τα καλύτερα ντοκιμαντέρ των τελευταίων ετών, που ήταν και υποψήφιο για το Όσκαρ, ακολουθεί τον Άντι, ο οποίος αναζητάει τους δολοφόνους του αδερφού του, Ράμλι.
Με το πρόσχημα του οπτικού, επισκέπτεται τους δήμιους, τους ηθικούς αυτουργούς της δολοφονίας, ακόμα κι επιζήσαντες της θηριωδίας: συνομιλεί μαζί τους με απόλυτη ψυχραιμία για τον θάνατο του αδερφού του, προσπαθώντας να κατανοήσει πώς όλοι αυτοί οι αδύναμοι πλέον γέροντες μεταμορφώθηκαν κάποτε σε απάνθρωπα κτήνη.
Συγκλονιστικά τα σημεία, όπου η σκηνή της εκτέλεσης αναπαρίσταται με πάσα λεπτομέρεια, ενώ οι δήμιοι υποστηρίζουν πώς οι πράξεις τους είχαν αξία, γιατί προστάτευαν την πατρίδα τους.
Ο Οπενχάιμερ, καταγράφοντας ακόμα και πολύ προσωπικές στιγμές τους - πώς θαυμάζουν ένα λουλούδι για παράδειγμα- κάνει τον θεατή να αναρωτηθεί τι τελικά είναι αυτό που μεταμορφώνει, , ή πείθει τους ανθρώπους να γίνουν τέρατα. Ταυτόχρονα κινηματογραφεί τους ηλικιωμένους ενόχους του αδικοχαμένου Ράμλι, εστιάζοντας στο τι σημαίνει να ζεις με την απώλεια. Αποφεύγοντας την αγιοποίηση του δολοφονημένου, περιγράφει πώς μια ολόκληρη κοινωνία επέλεξε να πιστέψει σε προπαγάνδες και ζει ακόμα υπό το κράτος του τρόμου.
Ο Άντι συνεντευξιάζει ανθρώπους που θα μπορούσε να μισεί, προσπαθώντας να καταλάβει τι συμβαίνει στη χώρα του, αλλά και στις ψυχές των ανθρώπων. Μέσα από τη δική του ματιά ο Οπενχάιμερ θέτει όχι μόνο πολιτικά ερωτήματα, αλλά και βαθιά υπαρξιακά διλήμματα σχετικά με την ανθρώπινη φύση. Χωρίς να προσπαθεί να προκαλέσει τη συγκίνηση του θεατή, τελικά υπογραμμίζει ότι κάθε τραγωδία περιλαμβάνει ανθρώπους, φροντίζοντας όμως να μην κατακρίνει τους βασανιστές. Στέκεται κι ο ίδιος στοχαστικός απέναντι σε όλα αυτά τα άμοιρα πλάσματα, που πίστεψαν σε ένα ψέμα και έβαψαν τα χέρια τους με αίμα, θεωρώντας ότι πράττουν το καλό.
Οι συνεντεύξεις και τα βλέμματα των φονιάδων που θεωρούν πως είναι υπερασπιστές της γαλήνης και της ειρήνης, αποκαλύπτουν πώς οι άνθρωποι γίνονται μαριονέτες στα χέρια των ισχυρών. Με βαθιά ευαισθησία, που δεν εξαντλείται σε μελοδραματισμούς, ο Οπενχάιμερ θίγει το τεράστιο θέμα των ευθυνών κάθε κοινωνίας και χωρίς να γίνεται καταγγελτικός, παραδίδει ένα μάθημα ιστορίας που όλοι πρέπει να ακούσουμε.
Η Κυνηγός με τον Αετό, (The Eagle Huntress)
Σκηνοθεσία: Ότο Μπελ
Η αληθινή ιστορία της Αϊσολπάν, ενός δεκατριάχρονου κοριτσιού από το Καζακστάν, που είναι αποφασισμένη να γίνει κυνηγός με αετό, όπως ο πατέρας της.
To ντοκιμαντέρ του Ότο Μπελ που έφτασε στα Όσκαρ, μας συστήνει μια νεαρή κοπέλα που άλλαξε τους κανόνες της φυλής της.
Η δεκατριάχρονη Αϊσολπάν, που προέρχεται από μια νομαδική οικογένεια του Καζακστάν, γοητεύεται από μια πανάρχαια παράδοση, η οποία θέλει τους άντρες να κυνηγούν με αετούς.
Ο πατέρας της αναγνωρίζοντας τις ιδιαίτερες ικανότητές της, συμμερίζεται το όνειρό της και την εκπαιδεύει, παρά την αντίθετη γνώμη των αρχηγών που πιστεύουν ότι μια γυναίκα δεν είναι κατάλληλη για ανάλογες δραστηριότητες.
Αξιοποιώντας τα συγκλονιστικά τοπία της μογγολικής στέπας, η ταινία αφηγείται πώς η μικρή κυνηγός βρήκε τον δικό της αετό πάνω στα βουνά, πήρε μέρος σε διαγωνισμό , όπου και διακρίθηκε και φτάνει μέχρι το πρώτο της κυνήγι, όπου πλέον εκεί πρέπει να αποδείξει την αξία της.
Αν και οι περισσότερες σκηνές είναι στημένες, ο Μπελ παρακολουθεί αυτό το έθιμο, που οι ρίζες του χάνονται στα βάθη του χρόνου, αναδεικνύοντας τη σχέση του ανθρώπου με τη φύση: η Αϊσολπάν δεν είναι απλώς μια κυνηγός, αλλά ένα κορίτσι που ξέρει να ακούει τη φωνή του αετού και να σέβεται τη φυσική ισορροπία και τον κύκλο της ζωής.
Ταυτόχρονα εστιάζοντας στη σχέση της με τον τρυφερό πατέρα της, αφηγείται την πορεία μιας χειραφετημένης γυναίκας, που μπορεί να ξεπεράσει τα στεγανά και τις προκαταλήψεις, έχοντας μάλιστα έναν άντρα στο πλευρό της να την προστατεύει και να την υποστηρίζει.
Ο Μπελ παρουσιάζει μεν τις αντιδράσεις της κοινότητας ενάντια στη βούληση της μικρής Αϊσολπάν, οι οποίες όμως κάμπτονται σχετικά γρήγορα, πράγμα που δεν μοιάζει και πολύ πιθανό, γιατί οι παραδεδομένοι κώδικες πολύ δύσκολα αλλάζουν.
Οι σκηνές όμως που μοιράζεται με τον αετό της είναι εντυπωσιακές, η δυνατή τους φιλία συγκινητική, ενώ τα εξαιρετικά δύσκολα γυρίσματα στα όρη Αλτάι και η καταπληκτική φωτογραφία του Σάιμον Νίμπλετ προκαλούν δέος.
Είναι ευκαιρία να γνωρίσετε ένα έθιμο με βαθιές ρίζες και μεγάλη σοφία, αλλά και την πολύ γλυκιά Αϊσολπάν που αποδεικνύει ότι παντού και πάντα μπορείς να κυνηγήσεις το όνειρό σου.
Διπλή Εκδίκηση, (The Assignment)
Σκηνοθεσία: Γουόλτερ Χιλ
Παίζουν: Μισέλ Ροντρίγκεζ, Τόνι Σαλούμπ, Αντονι ΛαΠάλια, Σιγκούρνι Γουίβερ
Μία ιδιοφυής, αλλά διαταραγμένη ψυχικά πλαστική χειρουργός βλέπει τον αδελφό της να δολοφονείται από έναν παρακμιακό εκτελεστή, ονόματι Φρανκ Κίτσεν. Ψάχνοντας για εκδίκηση, θα τον αιχμαλωτίσει και θα πραγματοποιήσει πάνω του μία εγχείρηση αλλαγής φύλου. Πλέον, ο Φρανκ είναι αναγκασμένος να ζήσει ως γυναίκα.
Ο Γουόλτερ Χιλ υπογράφει ένα παραλλαγμένο remake του « Ωραίου Τζόνι» (1986), που σοκάρει μεν με την ιδιαιτερότητα του θέματός του, αλλά δεν καταφέρνει να ανεβάσει την αδρεναλίνη μας.
Ο Φρανκ Κίτσεν είναι ένας πολύ κακός άνθρωπος, όπως άλλωστε και ο ίδιος δηλώνει. Ένας όχι πρώτης γραμμής εκτελεστής, που δολοφονεί τον αδελφό μιας ιδιοφυούς, πλην όμως απολύτως διεστραμμένης γιατρού. Εκείνη αποφασίζει να εκδικηθεί το θάνατό του και ταυτόχρονα να δώσει μια δεύτερη ευκαιρία στον Φρανκ να ζήσει και να γίνει καλύτερος. Έτσι πραγματοποιεί πάνω του μια εγχείρηση αλλαγής φύλου.
Έτσι εκείνος μεταμορφώνεται σε γυναίκα εξωτερικά και αποφασίζει να ανακαλύψει τι του συνέβη.
Μια νοσοκόμα με την οποία διατηρεί σεξουαλικές σχέσεις θα τον ακολουθήσει στην νέα του πορεία , ενώ η δαιμονική γιατρός του πρέπει να αντιμετωπίσει τις συνέπειες των πράξεών της.
Μια υπόθεση εκδίκησης ή αναζήτησης ταυτότητας είναι άραγε το θέμα του Χιλ σε αυτό το θρίλερ που φλερτάρει με το cult, χωρίς όμως να κερδίζει τις εντυπώσεις ούτε σε επίπεδο κινηματογράφησης, ούτε όσο αφορά στην αισθητική του. Παρά το ατελείωτο πιστολίδι , που εξαπολύει Φρανκ, ο οποίος είναι άσος το σημάδι- το μόνο χαρακτηριστικό που διατηρεί και μετά την εγχείρηση αναλλοίωτο- η «Διπλή εκδίκηση» δεν στέκει ούτε ως action movie. Ο Χιλ αφήνει πολλά κενά στην ιστορία του, που δεν έχει άλλωστε και κανένα βάθος, ενώ τα φλας μπακ που επιλέγει για να την αφηγηθεί λειτουργούν πολλές φορές διασπαστικά.
Η Σιγκούρνι Γουίβερ στον ρόλο της γιατρού αποδίδει πειστικά την τρέλα της ηρωίδας της, χωρίς δραματικές εξάρσεις, όμως η Μισέλ Ροντρίγκεζ δεν πείθει ως άνδρας που έχει παγιδευτεί στο σώμα μιας γυναίκας και αντιμετωπίζει περισσότερο με μια hardcore διάθεση τον Φρανκ, χωρίς όμως να αναδεικνύει τίποτα περισσότερο. Έτσι το σεναριακό εύρημα της εξωτερικής αλλαγής του πρωταγωνιστή μένει μόνο στην επιφάνεια και πέραν τούτου δεν συμβαίνει κάτι που να προκαλεί το ενδιαφέρον.
Η μέρα των Ηρώων, (Patriots day)
Σκηνοθεσία: Πίτερ Μπεργκ
Παίζουν: Μαρκ Γουόλμπεργκ, Κέβιν Μπέικον, Τζον Γκούντμαν, Τζ. Κ. Σίμονς, Μισέλ
Η περιγραφή της βομβιστικής επίθεσης στον Μαραθώνιο της Βοστώνης το 2013 και το ανελέητο ανθρωποκυνηγητό, προκείμενου να συλληφθούν οι δράστες.
Βασισμένη στα γεγονότα της τρομοκρατικής επίθεσης στον Μαραθώνιο της Βοστώνης το 2013, η ταινία περιγράφει τη σύλληψη των ενόχων, μέσα από τα μάτια ενός αστυνόμου.
Στον απόηχο μιας ανείπωτης πράξης τρομοκρατίας, ο αρχιφύλακας Τόμι Σάουντερς ενώνει τις δυνάμεις του με τους διασωθέντες, τα μέλη ομάδων άμεσης επέμβασης και τους ανακριτές σε έναν αγώνα δρόμου με αντίπαλο το χρόνο, ώστε να εντοπιστούν οι βομβιστές πριν επιτεθούν ξανά. Ταυτόχρονα στην υπόθεση εμπλέκονται οι ιστορίες του ειδικού πράκτορα Ρίτσαρντ Ντελαουριέρ, του αστυνομικού διοικητή Εντ Ντέιβις, του αρχιφύλακα Τζέφρι Πουλιέσε και της νοσοκόμας Κάρολ Σάουντερς.
Ο ειδικός σε ηρωικά blockbuster Πίτερ Μπεργκ στήνει ένα αγωνιώδες ανθρωποκυνηγητό, με άρτια κινηματογράφηση, καταγράφοντας με ρεαλισμό την ατμόσφαιρα που επικρατεί στην πόλη από το τρομοκρατικό χτύπημα, και υπογραμμίζοντας τον πανικό και τον τρόμο.
Βάζοντας ως κεντρικό πρόσωπο της ιστορίας του έναν φανταστικό χαρακτήρα, καταφέρνει να αποφύγει τις εθνικοπατριωτικές εξάρσεις, αλλά δεν καταφέρνει να προσεγγίσει τις αιτίες της τρομοκρατίας. Οι χαρακτήρες των βομβιστών μένουν στο περιθώριο, αν και ο Μπεργκ φροντίζει να τους παρουσιάζει περισσότερο ως όργανα , πάρα ως τους απόλυτα « κακούς», κρατώντας μια ευαίσθητη ισορροπία.
Ο Μαρκ Γουόλμπεργκ, αν και στη αρχή είχε ενδοιασμούς σε σχέση με τον ρόλο του, τελικά φτιάχνει έναν αξιοπρόσεχτο χαρακτήρα. Στο πλευρό του έχει ένα δυνατό καστ ηθοποιών, που ακολουθούν τις διαδρομές των ηρώων τους, αν και κάποιοι δεν έχουν πολλές ευκαιρίες να τους εξελίξουν, μιας και το σασπένς της ιστορίας είναι το πρωταρχικό μέλημα του Μπεργκ.
Τελικά αν και « η Μέρα των ηρώων » δεν έχει να προσφέρει μια ισχυρή τοποθέτηση σχετικά με το μείζον ζήτημα της τρομοκρατίας και συχνά υποκύπτει σε εύκολες συγκινήσεις- πράγμα σχεδόν αναπόφευκτο σε μια ιστορία όπου αθώοι χάνουν τις ζωές τους, κρατάει την αγωνία του θεατή.
Όνειρα Γλυκά, (Fai Be Sogni )
Σκηνοθεσία: Μάρκο Μπελόκιο
Παίζουν: Βαλέριο Μασταντρέα Μπερενίς Μπεζό Γκίντο Καπρίνο Μπάρμπαρα Ρόντσι
Τορίνο, 1969. Την ειδυλλιακή παιδική ηλικία του Μάσιμο μετέτρεψε σε συντρίμμια ο ξαφνικός χαμός της μητέρας του. Σήμερα, ετοιμάζεται να πουλήσει το διαμέρισμα των γονιών του, αλλά τον στοιχειώνει το παρελθόν του. Η Ελίζα, μια συμπονετική γιατρός, μπορεί να τον βοηθήσει να ανοιχτεί και να αντιμετωπίσει τις παιδικές του πληγές.
Από τη δεκαετία του ’80 κι έπειτα, οι ταινίες του Μπελόκιο εστιάζουν συχνά στο συμβιβασμό με το προσωπικό και πολιτικό παρελθόν. Ο Ιταλός σκηνοθέτης αμφισβήτησε ιδεολογίες και ηθικά ζητήματα και πάλεψε να είναι ξεκάθαρα τα κίνητρα των χαρακτήρων του. Αποτύπωσε τη σύγκρουση Εκκλησίας και Ριζοσπαστικής Αριστεράς, χωρίς να τάσσεται με κανέναν.
Η ταινία «Όνειρα γλυκά», που βασίστηκε στο ομώνυμο best- seller. του δημοσιογράφου Μάσσιμο Γκραμελλίνι , πραγματεύεται το πόνο της απώλειας ενός μικρού αγοριού, που έχασε την πολυαγαπημένη του μητέρα. Ως νέος πια επαναστατεί ενάντια σ’ αυτή την άδικη τραγωδία, αλλά με τον καιρό προσαρμόζεται για να επιβιώσει.
Έχοντας γίνει σκοτεινός, απαισιόδοξος, ανίκανος να αγαπήσει, «ξυπνά» μια μέρα και βρίσκεται αντιμέτωπος με τις ρίζες του πόνου του και κάπως έτσι οδεύει στη βαθιά αλλαγή του.