Δύο σημαντικά μουσεία της Θεσσαλονίκης, το Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης και το Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης γίνονται ένα.
Στον πολυπόθητο αλλά και εξ ανάγκης «γάμο», που προαναγγελλόταν επί δεκαετία από τουλάχιστον πέντε υπουργούς αλλά αναβαλλόταν λόγω διαφόρων νομικών και άλλων προσκομμάτων, μετέχουν ήδη και τα μικρότερα μουσεία (το Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης- ιδιαίτερο τμήμα του ΚΜΣΤ, το Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης- αυτοτελές τμήμα του ΚΜΣΤ, και το εν Αθήναις Μουσείο Άλεξ Μυλωνά - κληροδότημα προς το ΜΜΣΤ).
ΜΟΜuΘ
Το νομοσχέδιο, που προβλέπει τη συνένωση των μουσείων και την ίδρυση οργανισμού με την επωνυμία «Μητροπολιτικός Οργανισμός Μουσείων Εικαστικών Τεχνών Θεσσαλονίκης» (συντομογραφία ΜΟΜuΘ) βρίσκεται καθ' οδόν προς ψήφιση στη Βουλή.
Οργανισμός με έδρα τη Θεσσαλονίκη
Έδρα του οργανισμού ορίζεται η Θεσσαλονίκη (σ.σ. η έδρα προσδιορίζει την πόλη όχι όμως και το κτίριο καθώς η υπόθεση της ΥΦΑΝΕΤ -του ιστορικού υφαντουργείου στην περιοχή της Κάτω Τούμπας Θεσσαλονίκης, που τελεί έκτοτε υπο κατάληψη από ομάδα νεαρών, αλλά αγοράστηκε από το ΥΠΠΟ με κοινοτικά κονδύλια ύψους 10,2 εκατ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2006, προκειμένου να στεγάσει το ΚΜΣΤ- εκκρεμεί).
Η δημιουργία, εξάλλου, Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης στη Θεσσαλονίκη είχε ανακινηθεί από το 1985 από την αείμνηστη Μελίνα Μερκούρη και ήταν έκτοτε που είχε υποδειχθεί ο χώρος του εγκαταλειμμένου από τα τέλη του '60 βιομηχανικού συγκροτήματος της ΥΦΑΝΕΤ ως έδρα του.
Σύμφωνα με το νέο νόμο, αναδιαρθρώνεται οργανωτικά το «Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης», και συνενώνεται η λειτουργία του, καθώς και αυτή του «Κέντρου Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης» και του «Μουσείου Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης», τα οποία έχουν συσταθεί με τον ίδιο νόμο (ο ιδρυτικός 2527/1997) και λειτουργούν ως αυτοτελές και ιδιαίτερο, αντίστοιχα, τμήματα του, με τη λειτουργία του «Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης», το οποίο έχει συσταθεί ως κοινωφελές ίδρυμα, καθώς και αυτή του «Mουσείου Άλεξ Μυλωνά», το οποίο έχει συσταθεί ως κοινωφελές ίδρυμα, με τη μορφή ενιαίου στο εξής Οργανισμού.
Τι προβλέπει το σχέδιο συνένωσης
Το σχέδιο της συνένωσης του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης (ΚΜΣΤ) και του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης (ΜΜΣΤ) έχει ξεκινήσει από το 2010.
Από τη σύλληψή του απέβλεπε στη διασφάλιση της βιωσιμότητας των δύο μουσειακών ιδρυμάτων μέσω της σύνδεσής τους σε έναν κοινό οργανισμό.
Ωστόσο, πάντοτε η ένωση αυτή σκόνταφτε σε νομικά θέματα, όπως τη συρρίκνωση των δραστηριοτήτων που θα επέφερε μια τέτοια λύση, αλλά και το νομικό πρόβλημα της επιβεβλημένης από το Σύνταγμα απαλλοτρίωσης των συλλογών και περιουσιακών στοιχείων του ΜΜΣΤ (η πλειονότητα των οποίων όμως αποτελούσαν δωρεές των καλλιτεχνών προς το μουσείο κι όχι προς το Δημόσιο).
Το νέο εναλλακτικό -ευέλικτο κοινό σχήμα λειτουργίας των δυο μουσείων, αποτρέπει τη συρρίκνωση των δραστηριοτήτων και προωθεί την ανάπτυξη των εικαστικών τεχνών.
Έτσι, τα δύο νομικά πρόσωπα του ΝΠΙΔ ΚΜΣΤ και το κοινωφελές ίδρυμα ΜΜΣΤ δεν συγχωνεύονται αλλά λειτουργούν υπό έναν νέο οργανισμό, καθώς με το νόμο που θα ψηφίσει η Βουλή αναδιαρθρώνεται η οργάνωση του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης από τον ιδρυτικό του νόμο (2527/1997.)
Διοικητικά, το νέο σχήμα λειτουργεί με εννεαμελές ΔΣ ως το ανώτατο όργανο διοίκησης. Τη διοίκηση του οργανισμού αναλαμβάνει Γενικός Διευθυντής (χωρίς καλλιτεχνικές αρμοδιότητες), που προκύπτει από διεθνή διαγωνισμό, τον οποίον θα διεξαγάγει ο νέος μουσειακός οργανισμός.
Ιδρύονται τρεις διευθύνσεις (που αποκαλούνται μουσεία) με καλλιτεχνικούς διευθυντές:
α) το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης που διαχειρίζεται την συλλογή Κωστάκη και όλες τις συλλογές τέχνης έως το 1950,
β) το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης που διαχειρίζεται όλες τις συλλογές τέχνης από το 1950 έως τις μέρες μας,
γ) το Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης που διαχειρίζεται τις συλλογές φωτογραφίας. Λειτουργεί επίσης το Πειραματικό Κέντρο Τεχνών ως αυτοτελές τμήμα του νέου Οργανισμού.
Στο νέο Οργανισμό προβλέπεται να λειτουργήσει ως τμήμα της Διεύθυνσης Σύγχρονης Τέχνης και το Μουσείο Άλεξ Μυλωνά στην Αθήνα. Η Διεύθυνση Σύγχρονης Τέχνης θα εποπτεύεται από πενταμελή Εφορεία, ο Πρόεδρος και δύο μέλη της οποίας θα υποδεικνύονται από το Διοικητικό Συμβούλιο του ιδρύματος ΜΜΣΤ. Ταυτόχρονα θα εξακολουθήσει να εποπτεύεται από πενταμελή Εφορεία και η Διεύθυνση Φωτογραφίας. Οι Εφορείες έχουν συμβουλευτικό χαρακτήρα και δεν ασκούν διοικητικό ή καλλιτεχνικό έργο.
Τα οφέλη
Σύμφωνα με πηγές του ΥΠΠΟ, το όφελος από τη συνένωση αυτή είναι ότι καταρχήν δημιουργείται ο μεγαλύτερος εποπτευόμενος από το Υπουργείο Πολιτισμού μουσειακός οργανισμός στην Ελλάδα από πλευράς συλλογών και δυναμικής πολλαπλών δράσεων, με εμβέλεια που ξεπερνά τα ελληνικά σύνορα και με συλλογές πολλών δεκάδων χιλιάδων μονάδων που απαρτίζονται από έργα ελληνικής και διεθνούς τέχνης μοναδικής ιστορικής και αισθητικής αξίας και που καλύπτουν όλα τα εικαστικά μέσα (ζωγραφική, εγκαταστάσεις, σχέδιο, βίντεο και φωτογραφία).
Σ' αυτές συμπεριλαμβάνεται και η συλλογή Κωστάκη η οποία έχει μια μεγάλη κινητικότητα και ταξιδεύει στα μεγαλύτερα μουσεία του κόσμου με όφελος προφανώς όχι μόνο οικονομικό αλλά και δικτύωσης (μόνο το 2017 έχουν συμφωνηθεί συνεργασίες με σημαντικότατα μουσεία στην Γαλλία, στον Καναδά, στην Ελβετία, στην Πολωνία, στην Ιταλία, στην Ισπανία κ.α.).
Συμπεριλαμβάνονται και οι ενωμένες πλέον συλλογές σύγχρονες τέχνης του ΜΜΣΤ (συλλογές Ιόλα, Ξύδη, Απέργη κ.ά.), του ΚΜΣΤ αλλά και οι σημαντικότατες ιστορικές και σύγχρονες συλλογές του Μουσείου Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης.
Βασικός στόχος του Μητροπολιτικού Οργανισμού Μουσείων Εικαστικών Τεχνών Θεσσαλονίκης, που παραμένει -μεταξύ άλλων- και ο διοργανωτής της Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης, είναι η διοργάνωση εκθέσεων στην Ελλάδα και το εξωτερικό και η δυναμική ανάπτυξη, μελέτη και προβολή των Εικαστικών Τεχνών, της Φωτογραφίας, του Βιομηχανικού και Αρχιτεκτονικού Σχεδιασμού, της Αισθητικής Καλλιέργειας, της Ιστορικής Μελέτης και Επιστημονικής Έρευνας καθώς και της Ενίσχυσης Πειραματικών και Εναλλακτικών Προτάσεων για τις Τέχνες.
Μουσεία με σπουδαία ιστορία
Το Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης είναι το πρώτο μουσείο σύγχρονης τέχνης που ιδρύθηκε το 1979 στην Ελλάδα, με έδρα τη Θεσσαλονίκη. (ως σωματείο «Μακεδονικό Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης». Μεταξύ των ιδρυτικών του μελών ήταν οι: Μανώλης Ανδρόνικος, Παύλος Ζάννας, Κλείτος Κύρου, Κατερίνα Καμάρα, Γιώργος Κονταξάκης, Ελένη Λαζαρίδου, Γιώργος Λαζόγκας, Κωνσταντίνος Λεφάκης, Ιωάννα Μανωλεδάκη, Γιάννης και Αλεξάνδρα Μπουτάρη, Ρούλα Πατεράκη, Ξανθή Σκαρπιά-Χόιπελ, Νόρα Σκουτέρη, Δημήτρης Φατούρος κ.ά.).
Της ίδρυσής του ακολουθεί σειρά εκθέσεων σε διάφορους χώρους της πόλης (Αναδροµική του Θεόφιλου το 1980, Γάλλοι ιµπρεσιονιστές και µετα-ιµπρεσιονιστές χαράκτες το 1981, η πρώτη αναδροµική Γιάννη Τσαρούχη το 1981, έκθεση Κώστα Τσόκλη 1983, που ουσιαστικά "συστήνουν" τη σύγχρονη τέχνη στη Θεσσαλονίκη και τη χώρα).
1982: Ο Γ. Φιλίππου παραχωρεί πτέρυγα του εργοστασίου «Φίλκεραμ-Johnson», για να στεγαστεί η συλλογή και να παρουσιαστούν οι πρώτες του εκθέσεις.
1984: Ο Αλέξανδρος Ιόλας δωρίζει έργα από τη συλλογή του για την ίδρυση μουσείου σύγχρονης τέχνης στη Θεσσαλονίκη.
1992: Η ΔΕΘ παραχωρεί ένα περίπτερό της για τις περιοδικές εκθέσεις του Μουσείου. Το Μουσείο στο κέντρο της πόλης.
1994: Ιδρύεται το ίδρυμα «Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης».
1997: Αναγείρεται νέα πτέρυγα με την οικονομική ενίσχυση του Οργανισμού Πολιτιστικής Πρωτεύουσας «Θεσσαλονίκη '97».
1999: Η ΔΕΘ-Helexpo παραχωρεί οικόπεδο για τη δημιουργία μιας ακόμη πτέρυγας. Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων/ΕFΤΑ, το Υπουργείο Οικονομικών και το Υπουργείο Πολιτισμού χρηματοδοτούν το έργο. (Στο ίδιο «Τρίγωνο των μουσείων» (όραμα από την εποχή της Μελίνας Μερκούρη) σε ακτίνα 200 μέτρων βρίσκονται το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού, το Αρχαιολογικό Μουσείο και το Μουσείο του Λευκού Πύργου).
2002: Το ΜΜΣΤ ξεπερνά πια τα 4.000 τ.μ. και περιλαμβάνει νέους εκθεσιακούς χώρους, βιβλιοθήκη, αίθουσα πολλαπλών χρήσεων, εργαστήρια, αναψυκτήριο.
Η μόνιμη συλλογή του ξεπερνά σήμερα τα 2000 έργα Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών και μέρος της παρουσιάζεται πάντα στις νέες του πτέρυγες. Οι δωρεές συλλεκτών, καλλιτεχνών, ιδιοκτητών αιθουσών τέχνης και ιδιωτών το εμπλουτίζουν διαρκώς: μετά τον Αλ. Ιόλα, οι Franz Geierhaas, Μάγδα Κοτζιά, Α. και Δ. Ξύδη, Γ. Απέργης, Ν., Α. και Ξ. Σαχίνης είναι μεγάλοι δωρητές του ΜΜΣΤ.
Σε εκθεσιακός έχει ουσιαστικά μετατραπεί και ο υπαίθριος χώρος του Μουσείου, που πέραν του γιγαντιαίου κινητικού με νερό έργου (τις «Ομπρέλες» που δώρισε στο μουσείο ο δημιουργός τους Γ. Ζογγολόπουλος) έχει διαμορφωθεί με τσιμέντο και σίδερο καθώς και έργα από τα ίδια υλικά του γλύπτη Φιλόλαου Τλούπα.
Από την ίδρυσή του μέχρι σήμερα έχει πραγματοποιήσει περί τις 100 εκθέσεις, εκατοντάδες παράλληλες εκδηλώσεις (μουσικές εκδηλώσεις, θεατρικές παραστάσεις, διαλέξεις κ.ά.) και εκπαιδευτικά προγράμματα για παιδιά και ενήλικες).
Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης
Η ιδέα ίδρυσης Μουσείων Μοντέρνας Τέχνης ξεκίνησε το 1986 με την ευκαιρία ενός Συμποσίου που οργανώθηκε στη Θεσσαλονίκη με πρωτοβουλία της Μελίνας Μερκούρη, η οποία όχι μόνο συνηγόρησε, αλλά ανέλαβε κιόλας την πολιτική ευθύνη για την προώθηση και την πραγμάτωση εντέλει του αιτήματος.
Το 1997, με την ευκαιρία ανάδειξης της Θεσσαλονίκης ως Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης, συγκροτήθηκε συμβουλευτική επιτροπή ίδρυσης Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, με πρόεδρο τον καθηγητή της Ιστορίας της Τέχνης στη Φιλοσοφική Σχολή του Α.Π.Θ. Μιλτιάδη Παπανικολάου.
Το 1997, ο τότε υπουργός Πολιτισμού, Ευάγγελος Βενιζέλος, κατέθεσε στη Βουλή νομοσχέδιο ίδρυσης Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης (Ν/2557/97, ΦΕΚ 271/ 24.12.1997) και στη συνέχεια διορίστηκε το πρώτο Διοικητικό Συμβούλιο του Μουσείου, με πρόεδρο τον καθηγητή Δημήτρη Φατούρο και διευθυντή τον καθηγητή Μιλτιάδη Παπανικολάου.
Ταυτόχρονα παραχωρήθηκε στο Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης η Μονή Λαζαριστών, ένα ανακαινισμένο κτίριο με σκοπό την εγκατάσταση εκεί των λειτουργιών του Κ.Μ.Σ.Τ.
Ήταν ...μεσάνυχτα της 7ης Οκτωβρίου 1998, όταν πάνοπλοι Έλληνες αστυνομικοί και άνδρες της Ιντερπόλ, οχήματα, τελωνειακοί υπάλληλοι, ένα πυροσβεστικό όχημα κι ένα τεράστιο κοντέινερ απάρτιζαν το κομβόι που έφτασε έξω από τη Μονή Λαζαριστών στη Θεσσαλονίκη. Το φορτίο που ταξίδευε επί τέσσερις μέρες από την Κολωνία ως τη Θεσσαλονίκη συνέθεταν 72 πακέτα με 1277 έργα τέχνης --μεγάλων στην πλειονότητά τους διαστάσεων- και ήταν ασφαλισμένο για 50 εκατομμύρια δολάρια.
Στις 31 Μαρτίου του 2000, η περίφημη Συλλογή Κωστάκη αγοράστηκε και επίσημα αντί 14,2 δισεκατομμυρίων δραχμών, ποσό που εξασφαλίστηκε με ισόποσο 10ετές δάνειο του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης (με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου). Το δάνειο αποπληρώθηκε σε δέκα χρόνια με την καταβολή δόσεων των εξι εκατομμυρίων ευρώ ετησίως.
«Πρόκειται για το μεγαλύτερο ποσό που δόθηκε από ιδρύσεως του ελληνικού κράτους για την αγορά έργων τέχνης», «η αγορά του αιώνα», «η μεγαλύτερη εθνική επένδυση που έγινε εδώ και δύο αιώνες» δήλωναν τότε οι Έλληνες πολιτικοί. Η εφημερίδα «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» δημοσίευσε εκτενή ανταπόκριση για την απόκτηση της διάσημης συλλογής και επισημαίνει ότι αποτελεί τη μεγαλύτερη επένδυση που έκανε ποτέ η ελληνική κυβέρνηση στην Τέχνη.
Ακολούθησε --τη σχεδόν εικοσαετία που μεσολάβησε μέχρι σήμερα-- σειρά άλλων θεματικών εκθέσεων, ενώ δεκάδες είναι τα έργα της Συλλογής που, κατά καιρούς, «ταξίδεψαν» σε μεγάλα μουσεία της Ευρώπης και της Αμερικής προκειμένου να συμπεριληφθούν σε εκθέσεις για τα έργα της Ρώσικης πρωτοπορίας.
Στις 31 Δεκεμβρίου 2006 (ημέρα εκπνοής της προθεσμίας εκταμίευσης του ποσού των 10,2 εκατομμυρίων ευρώ από το Γ' ΚΠΣ) υπογράφεται τελικά μεταξύ Υπουργείου Πολιτισμού και Εθνικής Τράπεζας η αγορά του εγκαταλειμμένου από τα τέλη του '60 βιομηχανικού συγκροτήματος της ΥΦΑΝΕΤ (είχαν «περάσει» από την περίοδο της χούντας στην Εθνική Τράπεζα, ύστερα από κατάσχεσή τους λόγω χρεών του ιδιοκτήτη) για τη στέγαση του Μουσείου.
Η συλλογή Κωστάκη στο Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης απαρτίζεται σήμερα από 1275 έργα τέχνης (πίνακες ζωγραφικής, σχέδια, κατασκευές, κεραμικά κ.ά.), σημαντικών καλλιτεχνών της ρωσικής πρωτοπορίας, όπως οι Κ. Μαλέβιτς, Λ. Ποπόβα, Β. Τάτλιν, Α. Ρότσενκο, Ι. Κλιουν, Γ. Κλούτσις, Σ. Νικρίτιν, Ο. Ροζάνοβα, Β. Στεπάνοβα, Ν. Ουνταλτσόβα, Μ. Ματιούσιν, Π. Φιλόνοφ κ.α. Πρόκειται για τη σημαντικότερη συλλογή έργων Ρωσικής Πρωτοπορίας (1900-1930), που βρίσκεται σήμερα εκτός Ρωσίας.
(ΑΠΕ-ΜΠΕ)