Τουλάχιστον 290 άνθρωποι σκοτώθηκαν και 232 άλλοι τραυματίστηκαν από την τεράστια κατολίσθηση λάσπης που σημειώθηκε στην πόλη Μοκόα, στον Αμαζόνιο, στη νότια Κολομβία, τη νύχτα της Παρασκευής προς Σάββατο, σύμφωνα με νέο επίσημο απολογισμό που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.
Η ιατροδικαστική υπηρεσία ανακοίνωσε πως 186 σοροί έχουν ήδη ταυτοποιηθεί.
Προηγούμενος απολογισμός που έδωσε το βράδυ της Δευτέρας (προχθές) ο κολομβιανός πρόεδρος Χουάν Μανουέλ Σάντος έκανε λόγο για 273 νεκρούς και 262 τραυματίες.
Σύμφωνα με τον υπουργό Άμυνας Λουίς Κάρλος Βιγιέγας, ο οποίος έχει επιφορτιστεί με την ανοικοδόμηση της Μοκόα, περίπου 2.800 άνθρωποι, δηλ. 500 έως 600 οικογένειες, φιλοξενήθηκαν σε έξι κέντρα.
Όμως η κατολίσθηση λάσπης επηρέασε συνολικά περίπου 45.000 κατοίκους, σύμφωνα με τον Ερυθρό Σταυρό που έκανε επίσης λόγο τη Δευτέρα για 220 αγνοούμενους. Η Μοκόα και τα περίχωρά της αριθμούν περίπου 70.000 κατοίκους, σύμφωνα με την κυβερνήτη του Πουτουμάγιο Σορέλ Αρόκα.
Οι συνοικίες που επλήγησαν περισσότερο από την κατολίσθηση λάσπης κατοικούνται από φτωχούς ανθρώπους οι οποίοι εκδιώχθηκαν από τις εστίες τους εξαιτίας του συνεχιζόμενου εδώ και δεκαετίες πολέμου ανάμεσα στην Μπογκοτά και στους αντάρτες.
Οι δικαστικές αρχές ανακοίνωσαν την έναρξη έρευνας προκειμένου να προσδιορισθεί ποια «προληπτικά ή διορθωτικά μέτρα» θα έπρεπε να έχουν ληφθεί ώστε να αποφευχθεί η καταστροφή.
Η λαφυραγωγία έχει γίνει πρόβλημα σε ορισμένες περιοχές της πόλης.
Τοπικές προσωπικότητες άσκησαν πίεση στην κυβέρνηση να αναπτύξει περισσότερους αστυνομικούς και στρατιώτες ώστε να ασφαλίσουν την περιοχή και να εμποδίσουν τη λαφυραγωγία εγκαταλελειμμένων σπιτιών.
«Ό,τι δεν σκόρπισε η λάσπη, το πήραν οι κλέφτες», δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Χουάν Λούις Φερνάντες, 33 ετών, κάτοικος της συνοικίας Σαν Μιγκέλ.