Το εγκώμιο του προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ έπλεξε ο Σαουδάραβας πρίγκιπας Μοχάμαντ μπιν Σαλμάν, δεύτερος στη σειρά διαδοχής του θρόνου μετά τη συνάντησή τους στο Λευκό Οίκο.
Χαρακτήρισε «αληθινό φίλο των μουσουλμάνων» τον Τραμπ κι είπε ότι δεν πιστεύει πως το αμφιλεγόμενο αντιμεταναστευτικό διάταγμα του αμερικανού προέδρου βάζει στο στόχαστρο το Ισλάμ.
Σύμβουλος του Σαουδάραβα πρίγκιπα είπε ότι η συνάντησή του με τον Τραμπ σηματοδοτεί «μια ιστορική καμπή» στις σχέσεις των δύο χωρών, οι οποίες πέρασαν δύσκολη φάση επί Ομπάμα λόγω της πυρηνικής συμφωνίας με το Ιράν.
Σε ανακοίνωση που εξέδωσε αναφέρεται ότι η επίσκεψη του πρίγκιπα έβαλε «τα πράγματα στη σωστή τους θέση» και σηματοδότησε μια σημαντική αλλαγή στην πολιτική, την ασφάλεια και την οικονομία.
«Όλα αυτά οφείλονται στην μεγάλη κατανόηση απ’ τον πρόεδρο Τραμπ της σημασίας των διμερών σχέσεων και στο ότι βλέπει με καθαρό μάτι τα προβλήματα στην περιοχή», λέει η ανακοίνωση.
«Η Σαουδική Αραβία δεν πιστεύει ότι [το αντιμεταναστευτικό διάταγμα] βάζει στο στόχαστρο μουσουλμανικές χώρες ή τη θρησκεία του Ισλάμ. Το μέτρο αυτό είναι μια κυρίαρχη απόφαση που αποβλέπει στο να εμποδίσει την είσοδο τρομοκρατών στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.
Ο Πρόεδρος Τραμπ εξέφρασε το βαθύ σεβασμό του για τη θρησκεία του Ισλάμ, ότι τη θεωρεί μια απ’ τις θεϊκές θρησκείες, που εμφορούνται από μεγάλα ανθρωπιστικά ιδεώδη και την οποία εκμεταλλεύονται ριζοσπαστικές ομάδες.»
Η Σαουδική Αραβία κατηγορείται ότι ενθαρρύνει τον Ισλαμικό εξτρεμισμό με την προσκόλλησή της στον φονταμενταλιστικό ουαχαμπιτισμό και τη χρηματοδότηση ξένων τεμενών και ισλαμικών σχολείων που διαδίδουν αυτή την ιδεολογία. Σε πρόσφατη έκθεσή τους οι γερμανικές υπηρεσίες πληροφοριών άσκησαν δριμεία κριτική για το λόγο αυτό στο Ριάντ.
Ο Τραμπ επικρίθηκε έντονα που εξαίρεσε τη Σαουδική Αραβία απ’ τις έξι μουσουλμανικές χώρες, πολίτες των οποίων απαγορεύεται να εισέλθουν στις ΗΠΑ, βάσει του δεύτερου αντιμεταναστευτικού διατάγματός του.
Το διάταγμα αυτό υποτίθεται ότι «προστατεύει το έθνος απ’ την είσοδο αλλοδαπών τρομοκρατών στις Ηνωμένες Πολιτείες», αλλά οι επικριτές του επισημαίνουν ότι δεν περιλαμβάνονται στη λίστα οι χώρες όπου διαπράττονται οι περισσότερες ωμότητες, όπως η Σαουδική Αραβία, το Πακιστάν κι η Αίγυπτος.
Αντιθέτως ελάχιστοι πολίτες από τις χώρες που στοχοποίησε ο Τραμπ -Συρία, Ιράν, Λιβύη, Σομαλία, Σουδάν και Υεμένη- ενεπλάκησαν σε τρομοκρατικές επιθέσεις σε αμερικανικό έδαφος, αλλά ο Λευκός Οίκος υποστηρίζει ότι οι χώρες αυτές συνιστούν μεγάλη απειλή λόγω της δράσης του λεγόμενου «Ισλαμικού Κράτους» και ομάδων που σχετίζονται με την Αλ Κάιντα στα εδάφη τους.
Ο πρίγκιπας Μοχάμεντ, που είναι και υπουργός Άμυνας της Σαουδικής Αραβίας, είπε στον Τραμπ ότι οι μυστικές υπηρεσίες της χώρας του πληροφορήθηκαν ότι σχεδιάζεται τρομοκρατική επίθεση κατά των ΗΠΑ.
Εκπρόσωπός του είπε ότι ο πρίγκιπας εξέφρασε «την ικανοποιήσή του για τη θετική στάση και τις διευκρινίσεις που άκουσε από τον πρόεδρο Τραμπ για τη στάση έναντι του Ισλάμ», προσθέτοντας: «ο Πρόεδρος Τραμπ έχει μια άνευ προηγουμένης, σοβαρή πρόθεση να συνεργαστεί με τον μουσουλμανικό κόσμο... και ο πρίγπιπας Μοχάμεντ θεωρεί την εξοχότητά του αληθινό φίλο των μουσουλμάνων.»
Οι δύο ηγέτες συζήτησαν στο Οβάλ Γραφείο παρουσία του αντιπροέδρου Μάικ Πενς, του γαμπρού του Τραμπ και ανώτερου συμβούλου του, Τζάρεντ Κούσνερ, του προσωπάρχη Ρέινς Πρίμπους και του συμβούλου στρατηγικής Στιβ Μπάνον.
Το Ριάντ που έχει ως επίσημη θρησκεία του κράτους το σουνιτικό Ισλάμ θεωρεί μέγιστη απειλή το σιϊτικό Ιράν, εναντίον του οποίου έχει εξαπολύσει συχνά φραστικές απειλές ο Τραμπ καταγγέλλοντας την πυρηνική συμφωνία του 2015. Τον περασμένο μήνα μάλιστα, μετά τη δοκιμή βαλλιστικού πυραύλου απ’ την Τεχεράνη, είπε πως "τίποτα δεν αποκλείεται" όσον αφορά στην αντίδραση των ΗΠΑ. Ο Αγιατολάχ Αλί Χαμενεϊ κάλεσε σε απάντηση πανεθνικές διαδηλώσεις, στις οποίες οι διαδηλωτές έκαψαν την αστερόεσσα φωνάζοντας «θάνατος στην Αμερική».
«Ο Πρόεδρος και ο πρίγκιπας μοιράζονται την ίδια γνώμη για τη βαρύτητα των ιρανικών επεκτατικών κινήσέων στην περιοχή. Το Ιράν προσπαθεί να νομιμοποιηθεί στον ισλαμικό κόσμο υποστηρίζοντας τρομοκρατικές οργανώσεις», αναφέρεται στην ανακοίνωση.
Στο πλαίσιο του «πολέμου δι’ αντιπροσώπων» τους Ριάντ και Τεχεράνη στηρίζουν αντιμαχόμενες παρατάξεις στη Συρία και την Υεμένη αλληλοεκτοξεύοντας κατηγορίες για τρομοκρατία και εγκλήματα πολέμου κι αρνούμενες κάθε δική τους ανάμειξη.