Ο «τελευταίος των Φρανκικών» Μανουέλ Φράγα Ιριβάρνε απεβίωσε χθες στην Ισπανία κλείνοντας έτσι την πιο αιματοβαμμένη και σκοτεινή περίοδο στην νεώτερη Ισπανική Ιστορία. Ο άνθρωπος που χρημάτισε υπουργός του δικτάτορα Φράνκο αλλά υπήρξε η «ψυχή» του Ισπανικού Συντάγματος του 1977 και της Δεξιάς αφήνει πίσω του μεγάλη πολιτική κληρονομιά αλλά και ερωτήματα.
Ο Μανουέλ Φράγα απεβίωσε σε ηλικία 89 ετών στο σπίτι του στη Μαδρίτη, έχοντας διανύσει μισό αιώνα συμμετέχοντας στην πολιτική ιστορία της χώρας του, αρχικά ως υπουργός του Φράνκο και στη συνέχεια ως ηγέτης της ισπανικής Δεξιάς.
Η πολιτική του σταδιοδρομία ξεκίνησε το 1955, όταν κατέλαβε τη θέση του γενικού γραμματέα του Ινστιτούτου Ισπανικής Κουλτούρας. Απο εκεί θα ανέβαινε στην διοικητική κλίμακα του καθεστώτος του Φράνκο για να φτάσει στον υπουργικό θώκο διατελώντας υπουργός Ενημέρωσης και Τουρισμού από το 1962 έως το 1969. Στα χρόνια που ήταν υπουργός έγινε ο πρώτος λογοκριτής της Ισπανίας και εμπνευστής της πολιτικής που οδήγησε στην έκρηξη της τουριστικής βιομηχανίας της χώρας.
Μετά τον θάνατο του Φράνκο στις 20 Νοεμβρίου 1975 ανέλαβε το υπουργείο Εσωτερικών και στη συνέχεια υπήρξε ένας από τους κύριους συντάκτες του Συντάγματος που ψηφίσθηκε το 1977 για να επισφραγίσει η μετάβαση της Ισπανίας στη δημοκρατία.
Το 1977 ίδρυσε τη Λαϊκή Συμμαχία, η οποία συγκέντρωσε όλες τις τάσεις της ισπανικής δεξιάς και η οποία το 1982 έγινε η κύρια δύναμη της αντιπολίτευσης στην σοσιαλιστική κυβέρνηση του Φελίπε Γκονθάλεθ.
Ο Φράγα επέλεξε ως διάδοχό του τον Χοσέ Μαρία Αθνάρ και του παραχώρησε το 1990 την ηγεσία του Λαϊκού Κόμματος, όπως μετονομάσθηκε η Λαϊκή Συμμαχία.
Στη συνέχεια, κυριάρχησε στην πολιτική ζωή της ιδιαίτερης πατρίδας του της Γαλικίας μέχρι το 2005 και παρέμεινε στην πολιτική μέχρι το 2011, οπότε και αποσύρθηκε για λόγους υγείας.
Μιλώντας σε δημόσια εκδήλωση το 2011, ο Φράγα δήλωσε ότι δεν θεωρεί ότι υπήρχε λόγος να απολογηθεί για τη συμμετοχή του στην κυβέρνηση του στρατηγού Φράνκο.
"«Δεν επιλέγει κανείς την ιστορική περίοδο κατά την οποία θα ζήσει», δήλωσε χαρακτηριστικά τονίζοντας πως έπραξε κατά συνείδηση για αυτό που θεωρούσε καλό για τη χώρα του.