Την ώρα που όλοι συζητάνε για φλέγοντα ζητήματα που αφορούν το σύστημα υγείας, την απαγόρευση εισόδου μεταναστών και τα συμφέροντα μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και της Ρωσίας, ο Μπέρνι Σάντερς στρέφει την προσοχή του αλλού.
Ο γερουσιαστής του Vermont υποστηρίζει ότι το Δημοκρατικό Κόμμα δεν έχει μεριμνήσει επαρκώς ώστε να αφυπνίσει ένα μεγάλο μέρος της Αμερικάνικης κοινωνίας και συνεπώς μιλάμε για μια «τεράστια αποτυχία».
Από τον Ιανουάριο και έπειτα ο γερουσιαστής έχει σταματήσει για περιοδείες στο Μισισίπι, στο Κάνσας και στο Μίσιγκαν ενώ την ερχόμενη βδομάδα θα βρεθεί στο McDowell County της West Wirginia, μια από της φτωχότερες περιοχές της Αμερικής, όπου ο Ντόναλντ Τραμπ επικράτησε συντριπτικά. Ο Σάντερς θεωρεί πως αυτές οι περιοχές είναι μείζονος σημασίας για την επικράτηση του Δημοκρατικού Κόμματος και πιστεύει ότι μέχρι τώρα δεν έχουν λάβει την απαραίτητη σημασία.
«Η αλήθεια είναι ότι το μοντέλο που ακολουθούν οι Δημοκράτες τα τελευταία 10 έως και 20 χρόνια έχει υπάρξει μια τεράστια αποτυχία» είπε ο Σάντερς σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Huffington Post.
«Αυτή είναι η αντικειμενική προσέγγιση. Ένα ακροδεξιό κόμμα που η πολιτική του ατζέντα αμφισβητείται μέρα με την μέρα από μια μεγάλη πλειοψηφία του Αμερικάνικου λαού, κατάφερε να πάρει τον Λευκό Οίκο και να έχει 900 νομοθετικές έδρες σε όλη την χώρα. Πως γίνεται να μην συμπεράνουμε ότι η Δημοκρατική προσέγγιση έχει ως ένα βαθμό αποτύχει; Σε τελική ανάλυση, το γεγονός ότι αποτελούμε μειονότητα τόσο στην γερουσία όσο και στον προεδρικό οίκο, μας προτρέπει να εμπνεύσουμε τους εκατομμύρια ανθρώπους που ο Τραμπ πήρε με το μέρος τους. Με συγχωρείτε αλλά δεν ψηφίσαμε έναν πρόεδρο για να να αποτινάξει το σύστημα υγείας, αλλά ούτε και για να αγνοήσει τις ανάγκες των εκπαιδευτικών δομών που τόσο απεγνωσμένα χρειαζόμαστε».
Όσο ο Σάντερς πηγαίνει από μέρος σε μέρος, τα διακυβεύματα του κρατούν την στάση που τον χαρακτηρίζει εδώ και πολλά χρόνια, δηλαδή αυτήν που εκτόξευσε την δημοτικότητα του το τελευταίο διάστημα. Ο ίδιος κάνει λόγο για αύξηση του βασικού μισθού, για μετατροπή δημόσιων πανεπιστημίων χωρίς καθόλου δίδακτρα, για την ανάγκη να προστατέψουν και να διευρύνουν το σύστημα υγείας αλλά ακόμη και για την προστασία των συνδικαλιστικών ομάδων.
Το βιβλίο «Ποιο είναι το πρόβλημα με το Κάνσας;» συνοψίζει την ιδέα που υποστηρίζει ο γερουσιαστής, ότι δηλαδή πολλοί από τους ανθρώπους που ψήφισαν τον Τραμπ, το έκαναν ενάντια στο ίδιο τους το συμφέρον.
Ο Σάντερς έχει μια θεωρία που εξηγεί το φαινόμενο. Μας εξηγεί ότι ο Τραμπ έχει επιτυχώς στρέψει ένα κομμάτι των ψηφοφόρων (λευκής εργατικής τάξης) έναντι σε ένα άλλο (μετανάστες και πρόσφυγες), σε σημείο που οι αληθινοί φταίχτες γλυτώνουν χωρίς καμία τιμωρία.
«Αυτό έκαναν πάντοτε οι δημαγωγοί» λέει για τον Τραμπ, «διαλέγεις τους αδύναμους και τους ανίσχυρους και στρέφεις μια πλειοψηφία εναντίον τους ώστε να τους αποσπάσεις την προσοχή από τα αληθινά αίτια των προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε».
Υπάρχει πάντως και ένα προσωπικό στοιχείο το οποίο ώθησε τον Σάντερς να κάνει αυτά τα ταξίδια. Τα ακροατήρια που προσελκύει δεν είναι του μεγέθους που συναντούσε στις αρχικές του καμπάνιες. Ωστόσο, παραμένουν ίδιου τύπου ψηφοφόροι, δηλαδή άτομα τα οποία αποχώρησαν από το Δημοκρατικό Κόμμα, που δεν είχαν καμία σχέση μαζί του ή που ακόμη δεν ήταν ποτέ πολιτικά ενεργά.
Αν οι Δημοκράτες ανακτήσουν ποτέ την εξουσία -και αν ο Σάντερς θέσει υποψηφιότητα για τον Λευκό Οίκο- η επιτυχία τους θα πρέπει να στηριχθεί στο να καταφέρουν να ενεργοποιήσουν αυτά τα τμήματα του πληθυσμού. Αυτό μπορεί να γίνει και από την Ουάσινγκτον αλλά ο γερουσιαστής πιστεύει ότι είναι πιο ωφέλιμο να πας ο ίδιος στα μέρη που κατοικούν.
Τελειώνοντας ο Σάντερς μας υπενθυμίζει: «πιστεύω ότι από ηθικής αλλά και πολιτικής πλευράς πως δεν μπορούμε να μείνουμε ούτε αμέτοχοι ούτε αμυντικοί», και συνέχισε προσθέτοντας, «χρειαζόμαστε μια ενεργή πολιτική ατζέντα που θα ενώσει τον κόσμο στον αγώνα για μια νέα Αμερική».