Μετά από πολυετή έρευνα, δεκάδες καταθέσεις, καταγγελίες και μία αναφορά του ΔΣΑ, η εισαγγελική έρευνα για τον τρόπο δράσης των εισπρακτικών εταιριών "έδειξε" ένα πλημμέλημα: Αυτό της παράνομης χρήσης αρχείων προσωπικών δεδομένων.
Το αδίκημα της εκβίασης αλλά και των απειλών (σ.σ παράνομη βία) που καταγγέλθηκε από δεκάδες δανειολήπτες, είτε δεν στοιχειοθετήθηκε, είτε οι ίδιοι οι οφειλέτες δεν θέλησαν να προχωρήσουν ένα βήμα παραπάνω και να κάνουν μήνυση σε βάρος εκείνων των υπαλλήλων εισπρακτικών εταιριών που τούς ενοχλούσαν, ακατάλληλες ώρες, ακόμη και σε τηλέφωνα εργασίας, ενημερώνοντας ακόμη και μέλη των οικογενειών τους για την ληξιπρόθεσμη οφειλή.
Οπως αναφέρεται στο πόρισμα του εισαγγελέα, "δεν προκύπτει ότι οι εταιρείες επεδίωκαν παράνομο όφελος από την επικοινωνία τους με τους οφειλέτες, αλλά είχαν το δικαίωμα να ζητούν τα οφειλόμενα" αφού επιπλέον οι εταιρίες οι οποίοιες ελέγχθηκαν είχαν δηλωθεί στο μητρώο καταναλωτών και νομίμως είχαν στη διάθεση τους τα προσωπικά δεδομένα των οφειλετών. Τα 15 πρόσωπα σε βάρος των οποίων ζητείται ποινική δίωξη, ήταν εκπρόσωποι 6 εταιριών που δεν είχαν δηλωθεί στα μητρώα και συνεπώς παρανόμως είχαν στη διάθεση τους τα αρχεία των δανειοληπτών.
Συνολικά ελέγχθησαν 29 εισπρακτικές και 17 δικηγορικά γραφεία. Εκτός από τις 6 που διώκονται, για τις υπόλοιπες προέκυψε ότι είχαν συμβάσεις με τις Τράπεζες με τις οποίες νομίμως είχαν στην κατοχή τους ονόματα, τηλέφωνα και προσωπικά στοιχεία οφειλετών.
Η εισαγγελέας επικαλείται στο πόρισμά της και γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους που τους "άναβε" το πράσινο φως.
Ανάμεσα στα δικηγορικά γραφεία που ελέγχθησαν ήταν και αυτό πρώην υπουργού, η δράση του οποίου όμως αρχειοθετήθηκε από το 2013.
Οι καταγγελίες
Σύμφωνα με τους καταγγέλλοντες, οι εργαζόμενοι στις εισπρακτικές δεν τηρούσαν το νόμο, ο οποίος προβλέπει ότι οι εταιρείες μπορούν να τους τηλεφωνούν μόνο συγκεκριμένες ώρες της ημέρας, όχι σε επαγγελματικά τηλέφωνα, και με την ρητή απαγόρευση να ενημερώνουν τρίτους για την οφειλή.
Για τους καταγγέλλοντες, υπήρχαν κρούσματα υπάλληλοι των εισπρακτικών εταιρειών να εμφανίζονται ως συνεργάτες δικηγορικών γραφείων, προκειμένου να ασκήσουν πιέσεις (εξ’ αυτού του λόγου ερευνήθηκε και το αδίκημα της αντιποίησης δικηγορικού επαγγέλματος). Για τους ελεγχόμενους, οι πράξεις τους ήταν καθόλα νόμιμες, ωστόσο συναντούσαν συνεχώς κακοπληρωτές που δεν ήταν πρόθυμοι να ρυθμίσουν τις οφειλές τους.