Η κυρία Μπακογιάννη όφειλε να γνωρίζει και να εμπιστεύεται τις πλέον πρόσφατες ποσοτικές μετρήσεις τής ελληνικής ανταγωνιστικότητας έγκυρων εγχώριων και διεθνών οργανισμών όπως ΕΛΣΤΑΤ, η Τράπεζα της Ελλάδας, ο ΟΟΣΑ και η Εurostat και να μη βασίζεται σε ποιοτικές και γι' αυτό υποκειμενικές μετρήσεις της ανταγωνιστικότητας».
Αυτό υπογράμμισε ο υπουργός Οικονομίας Δημήτρης Παπαδημητρίου στο Αθηναϊκό/ Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, απαντώντας σε δηλώσεις της Ντόρας Μπακογιάννη στο συνέδριο που πραγματοποιείται στους Δελφούς.
Ειδικότερα, ο κ. Παπαδημητρίου δήλωσε στο «Πρακτορείο»: Μιλώντας στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών η εκπρόσωπος της ΝΔ κυρία Ντόρα Μπακογιάννη ανέφερε ότι «για το 2016 και το 2017, η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας έπεσε κατά 5 θέσεις, στην 86η (Global Competitiveness Index 2016-17, Sept 2-16), μεταξύ 138 κρατών» αποδίδοντας τη χαμηλή ανταγωνιστικότητα στην απουσία πολιτικής σταθερότητας, στη μη εφαρμογή των συμφωνημένων με τους εταίρους και στην υπερφορολόγηση.
Είναι απορίας άξιο πώς ο αντιπρόεδρος της ΝΔ Άδωνις Γεωργιάδης καλεί στο εξωτερικό τους επενδυτές να επενδύσουν στη "φθηνή Ελλάδα" όταν την ίδια στιγμή θεωρεί τη κυβέρνηση της χώρας ανίκανη και καταστροφική, η δε «σκιώδης υπουργός Οικονομίας» κυρία Μπακογιάννη παρουσιάζει σε διεθνή φόρα την ελληνική οικονομία ως μη ανταγωνιστική.
Όμως, η κυρία Μπακογιάννη όφειλε να γνωρίζει και να εμπιστεύεται τις πλέον πρόσφατες ποσοτικές μετρήσεις της ελληνικής ανταγωνιστικότητας έγκυρων εγχώριων και διεθνών οργανισμών όπως ΕΛΣΤΑΤ, η Τράπεζα της Ελλάδας, ο ΟΟΣΑ και η Eurostat και να μη βασίζεται σε ποιοτικές και γι' αυτό υποκειμενικές μετρήσεις της ανταγωνιστικότητας όπως αυτή του GEF, η οποία μάλιστα δημοσιοποιήθηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο βασιζόμενη προφανώς σε εκτιμήσεις και προβλέψεις πολλών μηνών πιο πριν όταν το οικονομικό κλίμα ήταν καταφανώς δυσμενέστερο λόγω της ύφεσης.
Σύμφωνα, λοιπόν, με τον ΟΟΣΑ: Η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας με βάση τις σχετικές τιμές κατανάλωσης βελτιώθηκε το 2016 οριακά έναντι του 2015 και κατά 5,3% έναντι του 2014. Τον, δε, Φεβρουάριο 2017 σημειώνει περαιτέρω βελτίωση έναντι του 2016 κατά 3,5%.
Σύμφωνα με την Eurostat: Η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας με βάση τις σχετικές τιμές κατανάλωσης βελτιώθηκε το 2015 κατά 3,7% έναντι του 2014 (για το 2016 δεν υπάρχουν τελικά στοιχεία), ενώ οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου το β' εξάμηνο 2016 αυξήθηκαν 15% σε ετήσια βάση (Eurostat 16/2/2017).
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ: Το 2016 έκλεισε με ετήσια άνοδο 0,2% του ΑΕΠ και 3,3% του συνόλου των ακαθάριστων επενδύσεων παγίου κεφαλαίου, ενώ η εγχώρια βιομηχανική παραγωγή κεφαλαιουχικών αγαθών αυξήθηκε 3,4% (όλα σε σταθερές τιμές). Επίσης, οι ξένες άμεσες επενδύσεις υπερδιπλασιάστηκαν έναντι του 2015 φθάνοντας το 1,6% του ΑΕΠ έναντι 1,1% το 2014, τα συναλλαγματικά αποθέματα ανήλθαν σε 3,7% του ΑΕΠ έναντι 2,9% το 2014 και οι εξαγωγές χωρίς τα πετρελαιοειδή αυξήθηκαν 1,2% σε ετήσια βάση, επίδοση που αποτελεί νέο ιστορικό ρεκόρ (σε τρέχουσες τιμές) σύμφωνα με τον ΠΣΕ και το ΚΕΕΜ.
Σύμφωνα, τέλος, με την Τράπεζα της Ελλάδας: «Η σωρευτική απώλεια διεθνούς ανταγωνιστικότητας που υπέστη η ελληνική οικονομία σε σχέση με τους εμπορικούς της εταίρους εντός και εκτός ζώνης του ευρώ την περίοδο 2000- 2009, σύμφωνα με τους δείκτες αυτούς, έκτοτε ανακτήθηκε πλήρως ως προς το κόστος εργασίας και σημαντικά ως προς το επίπεδο τιμών.
Η σωρευτική βελτίωση που σημείωσε η Ελλάδα στην ανταγωνιστικότητα ως προς το κόστος εργασίας από το 2010 έως το 2015 ήταν 22,4% σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος και 23,8% σύμφωνα με τους εναρμονισμένους δείκτες ανταγωνιστικότητας της ΕΚΤ. Ως προς τον δείκτη τιμών καταναλωτή, η σωρευτική βελτίωση της ανταγωνιστικότητας την ίδια περίοδο ήταν 10,3% σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος και 12,1% σύμφωνα με τους εναρμονισμένους δείκτες ανταγωνιστικότητας της ΕΚΤ» (Ετήσια Έκθεση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος για το έτος 2016).