Μια άγνωστη ιστορία απίστευτου θάρρους, που αφορά 649 άντρες που επέζησαν από τον θάνατο του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά παραμορφώθηκαν ανεπανόρθωτα, ξεδιπλώνεται μέσα από την αφήγηση της γυναίκας που παντρεύτηκε τον μοναδικό Έλληνα που άνηκε σε αυτήν την ομάδα και βρήκε καταφύγιο στην επαναστατική θεραπεία ενός οραματιστή Άγγλου χειρούργου.
Κατά τη διάρκεια του B’ Παγκοσμίου Πόλεμου λειτούργησε έξω από το Λονδίνο ένα πολύ ιδιαίτερο κλαμπ οινοποσίας με μέλη βαριά τραυματισμένους πιλότους της βασιλικής αεροπορίας. Το όνομα του ήταν “the guinea pigs club” και αρχηγός του ο γιατρός Archibald McIndoe, ο οποίος με τις πρωτοποριακές τεχνικές του δημιούργησε αυτό που σήμερα ονομάζουμε πλαστική χειρουργική. Ήταν επίσης ο πρώτος που συνέλαβε τη σημασία της ψυχολογίας στην επανορθωτική πλαστική χειρουργική.
Τα «πειραματόζωα» του έμεναν στο νοσοκομείο Queen Victoria του Sussex (φωτό) γνωστό και ως «το χοιροστάσιο», φορούσαν τις στολές τους αντί για νοσοκομειακές ρόμπες, είχαν ύμνο, καφάσια με μπύρες δίπλα στα κρεβάτια τους και νοσοκόμες που επιλέγονταν με κριτήριο τόσο τα επαγγελματικά τους προσόντα όσο και την ομορφιά τους. Ένα από τα μέλη του club ήταν ο Στέφανος Μολιβαδάς. Η σύζυγος του, Henrietta είπε για αυτόν:
Όταν πρωτοσυνάντησα τον Στέφανο γύρισε και μου είπε «Είμαι πειραματόζωο. Τώρα δεν καταλαβαίνεις τι εννοώ, αλλά θα σου εξηγήσω αργότερα». Εγώ ήξερα ήδη την ιστορία του "Guinea Pigs Club", πράγμα που τον εξέπληξε.
Η ταυτότητα του Στέφανου Μολιβαδά (αριστερά πριν, αριστερά μετά τον πόλεμο).
H πορεία του Στέφανου στη RAF
Ήταν πολύ νέος όταν συνέβησαν όλα αυτά. Ο πόλεμος άρχισε όταν ακόμα πήγαινε σχολείο. Στα δεκαεφτά του έφυγε από την Κέρκυρα και πήγε να σπουδάσει στην Σορβόννη. Όταν ξέσπασε ο πόλεμος αναγκάστηκε να γυρίσει στην Αθήνα και συνέχισε τις σπουδές του στο Πολυτεχνείο. Ήθελε να πάρει πτυχίο στη φυσική και τα μαθηματικά με σκοπό να συνεχίσει αργότερα στην Ανώτατη Σχολή Αεροναυπηγών. Ήθελε να πετάξει.
Οι Γερμανοί άρχισαν να φτάνουν στην Ελλάδα και έπρεπε πάλι να φύγει. Βομβάρδιζαν τότε τον Πειραιά αλλά δεν υπήρχε άλλος τρόπος διαφυγής, παρά μέσω της θάλασσας. Μαζί με δύο φίλους του ταξίδεψε από την Αίγινα μέχρι την Κρήτη με ένα καΐκι. Μπορούσαν να ταξιδεύουν μόνο νύχτα γιατί το πρωί άρχιζαν οι βομβαρδισμοί. Κρύβονταν τη μέρα και όταν σκοτείνιαζε συνέχιζαν. «Ήταν άβολα, αλλά τη ίδια στιγμή συναρπαστικά» μου είχε πει. Όταν κάποια στιγμή έφτασαν στην Κρήτη οι Γερμανοί ήταν ήδη εκεί και έπρεπε και πάλι να φύγουν.
Άφησε το καΐκι στην Κρήτη και ανέβηκε σε ένα από τα μεγάλα πλοία του Βρετανικού ναυτικού με προορισμό την Αλεξάνδρεια. Πέρασε αρκετό καιρό στην Νότια Αφρική δουλεύοντας σαν μεταφραστής. Αργότερα όταν έμαθαν για τις σπουδές που είχε κάνει του ανέθεσαν να διδάσκει τους εκπαιδευόμενους πιλότους πλοήγηση και τα παρόμοια. «Μα εγώ θέλω να πετάξω» τους έλεγε, αλλά εκείνη την εποχή τους ήταν πολύ πιο απαραίτητος σαν εκπαιδευτής.
O τραυματισμός που τον σημάδεψε
Δυο χρόνια αργότερα τον δέχτηκαν σε μια ομάδα πιλότων που θα πετούσε προς την Ιταλία και το Σαράγιεβο. Στην αρχή ήταν πολύ ωραία, μου είχε πει. Το πρωί έβγαιναν και πετούσαν, γύριζαν και έτρωγαν μεσημεριανό, το απόγευμα πήγαιναν για κολύμπι. Μετά όμως άρχισαν τις βομβαρδιστικές επιχειρήσεις με σκοπό να εμποδίσουν τους Γερμανούς να μπουν στο Σαράγιεβο και την γύρω περιοχή. Μια νύχτα, κατά τη διάρκεια μιας επιδρομής, και ενώ ο σύζυγός μου πετούσε δείχνοντας τον δρόμο σε μια ομάδα αεροσκαφών, χτυπήθηκαν από τους αντιπάλους. Οι περισσότεροι χρησιμοποίησαν τα αλεξίπτωτά τους και σώθηκαν. Ο Στέφανος όμως βρισκόταν ακριβώς στη μύτη του αεροσκάφους, εκεί που είναι όλο πλαστικό και μπορείς να βλέπεις έξω. Το σημείο αυτό δεν σου επιτρέπει να κινηθείς πολύ. Η βόμβα είχε σκάσει ακριβώς μπροστά του. Το πρόσωπό του ήταν χτυπημένο, αίματα έτρεχαν από παντού και δεν μπορούσε να δει τίποτα. Τα χέρια του ήταν και αυτά τραυματισμένα. Αρχικά σκέφτηκε να μείνει εκεί αλλά τελικά ελίχθηκε στο πίσω μέρος, βρήκε το αλεξίπτωτο και πήδηξε.
Έπεσε σε ένα βουνό, μακριά απ' όπου είχαν βρεθεί όλοι οι άλλοι, μένοντας τραυματισμένος μέσα στο σκοτάδι, μέχρι που τον βρήκε μια ομάδα Παρτιζάνων και τον πήρε μαζί της. Για οχτώ μήνες έμεινε μαζί τους χωρίς ουσιαστική ιατρική βοήθεια. Αργότερα τον βρήκε μια ομάδα Γερμανών. Ήταν τυχερός. Τον πήγαν σε νοσοκομείο και έμεινε εκεί μέχρι το 1946. Έπειτα ήρθαν οι Αμερικάνοι και αφέθηκε ελεύθερος.
Μέλη του Guinea Pigs Club (πρώτος από δεξιά ο Στέφανος Μολιβαδάς).
H εισαγωγή στο νοσοκομείο του «μάγου» McIndoe
Εκείνοι αφού τον εξέτασαν τον έστειλαν στο Λονδίνο, στο νοσοκομείο του Archibald McIndoe στο ανατολικό Grinstead, καθώς είχε αρχίσει να γίνεται γνωστή η δουλειά που έκανε εκεί ο γιατρός. Όλοι ήταν υπέροχοι. Ο ίδιος ο ΜcIndoe είπε στον σύζυγό μου πως αν τον είχε αναλάβει νωρίτερα, τα πράγματα θα ήταν καλύτερα, αλλά υποσχέθηκε να κάνει ό,τι ήταν δυνατό. Οι πληγές όμως είχαν αρχίσει να επουλώνονται και να δένουν. Δεν ήταν εύκολη δουλειά. Χρειάστηκε να του αφαιρέσουν μεγάλη ποσότητα δέρματος.
Μπαινόβγαινε στο νοσοκομείο για επεμβάσεις στο πρόσωπο και τα χέρια του, αφού είχε χάσει και τις άκρες των δακτύλων του. Αλλά ήταν αποφασισμένος, δεν το έβαλε ποτέ κάτω και είχε τη σιγουριά πως όλα θα πάνε καλά.
Ο γιατρός McIndoe πρόσεχε πολύ τα «πειραματόζωα του». Όταν ήταν σε θέση να βγουν και να κυκλοφορήσουν έξω φρόντιζε να βγαίνουν βόλτες με κορίτσια. Νεαρές κοπέλες από το Λονδίνο και την γύρω περιοχή έρχονταν και έβγαιναν μαζί τους για χορό, σινεμά ή για ποτό.
Ήταν σαν οικογένεια. Όταν πρωτοάνοιξε το νοσοκομείο οι ασθενείς που ήταν σε καλύτερη κατάσταση και δεν χρειαζόταν να μένουν στο κρεβάτι, ενθαρρύνονταν να φοράνε τις στολές τους και τα μετάλιά τους. Μπορούσαν να πίνουν μπύρες, να παίζουν ποδόσφαιρο και να λένε τραγούδια δίπλα στο πιάνο. Ο McIndoe τόνιζε πόσο σημαντικό ήταν να φοράνε τα δικά τους ρούχα. Οι αξιωματούχοι όμως στο Λονδίνο όλο αυτό το έβλεπαν με κακό μάτι και υποστήριζαν πως οι ασθενείς πρέπει να φοράνε τα απαίσια ρούχα που οι άνθρωποι φοράνε στα νοσοκομεία. Αυτός ήταν ο κανόνας. Μέχρι που ο McIndoe απείλησε έναν απ' αυτούς πως θα αμολήσει τα πειραματόζωά του να διαμαρτυρηθούν μπροστά στις κάμερες. Έτσι άλλαξαν γνώμη και τους άφησαν να φοράνε τα ρούχα τους.
O Sir Archibald McIndoe με μέλη του Guinea Pigs Club.
H έξοδος στον πραγματικό κόσμο
Όταν ο άντρας μου πρωτοβγήκε απ' το νοσοκομείο τα πράγματα ήταν δύσκολα. Δεν ήθελε να βγαίνει από το σπίτι για να μην τον κοιτάει ο κόσμος. Ήταν όμως αποφασισμένος να συνεχίσει την ζωή του. Είχε κάνει φίλους που νοιάζονταν πολύ γι' αυτόν. Τα κορίτσια του χτυπούσαν την πόρτα για να πάνε για χορό, οπότε έπρεπε να πάει μαζί τους για χορό. Φυσικά υπήρχαν πάντα αυτοί που κοιτούσαν περίεργα και έκαναν σχόλια αλλά δεν τους έδινε πολλή σημασία.
Το σημαντικό ήταν πως τους βοηθούσε να επανενταχτούν στη κοινωνία, το γεγονός πως δεν τους άφηνε να κλειστούν απέξω ανεξαρτήτως της εμφάνισής τους. Ο McIndoe τον βοήθησε να συνεχίσει τις σπουδές του και αργότερα να βρει δουλειά.
Για επτά χρόνια εργάστηκε στην Αγγλία φτιάχνοντας όπλα αρχικά και έπειτα διαστημικούς πυραύλους. Στο μεταξύ είχε παντρευτεί την πρώτη του γυναίκα και είχε δυο παιδιά. Στη συνέχεια συνέχισε στην Αμερική όπου έκανε μεγάλη καριέρα.
Ήταν εντυπωσιακό το τι μπορούσε να κάνει, παρά τα προβλήματα στα χέρια του. Έμαθε να χρησιμοποιεί υπολογιστή, οδηγούσε, πρακτικά έκανε τα πάντα. Όταν παντρευτήκαμε νόμιζα ότι θα αναλάμβανα πολλά. Τελικά όχι. Τον βοηθούσα μόνο σε μικρά πράγματα. Όπως στο να κουμπώσει του γιακά του και να δέσει την γραβάτα του. Το μόνο που τον στεναχωρούσε ήταν που δεν μπορούσε πια να παίζει πιάνο.
Πως γνωρίστηκαν με τον Στέφανο
Η γνωριμία μας ήταν τυχαία. Είχα έρθει στην Ελλάδα για διακοπές σε ένα φιλικό σπίτι. Ένα βράδυ η παρέα μου βγήκε με τον Στέφανο για δείπνο. Ήταν απίστευτος. Νομίζω πως αρέσαμε ο ένας στον άλλο από την πρώτη στιγμή. Πέρασα τις υπόλοιπες μέρες μαζί του, κάνοντας βόλτες στο νησί. Τον χειμώνα ήρθε και με βρήκε στο Λονδίνο και κοντά στα Χριστούγεννα μου έκανε πρόταση γάμου. Από τότε δεν χωριστήκαμε σχεδόν ποτέ. Ήταν υπέροχος άνθρωπος. Ήμουν πολύ τυχερή που τον γνώρισα. Αυτό που με έκανε να τον ερωτευτώ νομίζω πως αρχικά ήταν το χαμόγελό του. Είχε πολύ σκανδαλιάρικο χαμόγελο. Σπινθηροβόλο. Επίσης είχε καταπληκτική αίσθηση του χιούμορ και μεγάλο ενθουσιασμό για τα πάντα σχεδόν. Για οτιδήποτε νέο, παλιό, για πράγματα που δεν είχε ξαναδεί. Δεν του άρεσε να κάθεται και να μην κάνει τίποτα, έλεγε πως η ζωή δεν είναι ζωή αν δεν κάνεις κάτι.
Αγαπούσε πολύ την δουλειά του και την ίδια στιγμή ζούσε τη ζωή του έντονα. Ήταν πολύ δυναμικό και εξωστρεφές άτομο. Λάτρευε την εξοχή, τον καθαρό αέρα και την γυμναστική. Έτρεχε και κολυμπούσε πολύ καλύτερα από έμενα.
«Έχω κάνει μόνιμο lifting»
Με τις επεμβάσεις του ο McIndoe αντικαθιστούσε το κατεστραμμένο δέρμα με υγιές που προερχόταν από τον ίδιο τον ασθενή. Ο Στέφανος είχε μια μεγάλη ουλή στη πλάτη και το αριστερό του μπράτσο. Είχαν πάρει δέρμα από αυτό το σημείο για να φτιάξουν το πρόσωπο και τα χέρια του. Μια φορά, ήμασταν σε μια παραλία γεμάτη με τουρίστες στην Κέρκυρα. Είχαμε κολυμπήσει και καθόμασταν στο ήλιο να στεγνώσουμε. Ο σύζυγός μου ήταν ξαπλωμένος μπρούμυτα όταν με την άκρη του ματιού μου είδα δυο μικρά παιδάκια να πλησιάζουν συνωμοτικά. Δεν είπα τίποτα, απλά τα παρατηρούσα. Το ένα από αυτά, το μεγαλύτερο είπε στο μικρότερο «Έλα, θα σου δείξω, θα σου δείξω!» Ήρθε πολύ κοντά και έπειτα γύρισε και είπε στον φίλο του «Ορίστε, βλέπεις, στο είπα ότι τον έχει δαγκώσει καρχαρίας!». Νόμιζαν ότι είχε κάνει τις ουλές παλεύοντας με καρχαρία.
Όσο περνούσαν τα χρόνια οι φίλοι μας γερνούσαν και αναπόφευκτα τα πρόσωπά τους «έπεφταν» και γέμιζαν ρυτίδες. «Εγώ έχω κάνει μόνιμο lifting, δεν παθαίνω τίποτα» αστειευόταν εκείνος.
Δυστυχώς ανέπτυξε Πάρκινσον και το 2005 γυρίσαμε στην Ελλάδα. Το κλίμα καθυστέρησε την ασθένειά του μέχρι που πέρσι τον Αύγουστο έπαθε μια μόλυνση και έχασε τη ζωή του...»
Η Henrietta, σύζυγος του Στέφανου Μολιβαδά.
Πηγή: ough.gr