Περίπου ενάμισι εκατομμύριο εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους ψηφοφόροι στην ΠΓΔΜ καλούνται να προσέλθουν, την ερχόμενη Κυριακή, στην κάλπη για να εκλέξουν το νέο κοινοβούλιο στις πρόωρες εκλογές που προκηρύχτηκαν με στόχο να βγει η χώρα από τη δίνη της πολιτικής κρίσης, στην οποία βυθίζεται τον τελευταίο χρόνο.
Στις εκλογές παίρνουν μέρος συνολικά έντεκα κόμματα και συνασπισμοί κομμάτων, εκ των οποίων έξι από το σλαβικό πολιτικό μπλοκ και πέντε από το αλβανικό, με βασικούς πρωταγωνιστές τον κεντροδεξιό συνασπισμό «Για καλύτερη Μακεδονία», του οποίου ηγείται ο παραιτηθείς πρωθυπουργός, Νίκολα Γκρουεφσκι, κι εκείνο της σοσιαλδημοκρατικής αντιπολίτευσης «Για τη ζωή στη Μακεδονία», με επικεφαλής τον Ζόραν Ζάεφ.
Στο αλβανικό μπλοκ δυνάμεων δεσπόζει το κόμμα του Αλί Αχμέτι DUI και ακολουθούν άλλοι τέσσερις μικρότεροι σχηματισμοί.
Αν και πρέπει κανείς να είναι ιδιαίτερα επιφυλακτικός ως προς την αξιοπιστία τους, σχεδόν στο σύνολό τους σχεδόν οι δημοσκοπήσεις δίνουν προβάδισμα στον συνασπισμό του κ. Γκρούεφσκι, με τη διάφορα να ποικίλλει, ανάλογα με το πού πρόσκεινται τα μέσα ενημέρωσης, τα οποία τις παραγγέλνουν.
Σε κάθε περίπτωση, το προβάδισμα του κεντροδεξιού συνασπισμού από εκείνον του κόμματος του κ. Ζάεφ, κυμαίνεται στα γκάλοπ από δυο έως και εφτά μονάδες, ενώ στους Αλβανούς ψηφοφόρους το κόμμα του κ. Αχμέτι φέρεται να συγκεντρώνει τις περισσότερες προτιμήσεις, αν και εμφανίζει απώλειες.
Μολονότι η κυβέρνηση Γκρουεφσκι είχε εκλεγεί τον Απρίλιο του 2014, με ποσοστό 42,98% μάλιστα, η χώρα οδηγείται και πάλι, δυο χρόνια μετά, στις κάλπες λόγω της πολιτική οξύτητας που κυριάρχησε και η οποία συνοδεύτηκε από την αποχή της αντιπολίτευσης από το κοινοβούλιο και τις καταγγελίες της εναντίον του κ. Γκρουέφσκι για αυταρχικό τρόπο διακυβέρνησης και διαφθορά.
Αποκορύφωμα υπήρξαν οι αποκαλύψεις για υποκλοπές τηλεφωνικών συνδιαλέξεων χιλιάδων πολιτών, ανάμεσα τους σημαινόντων παραγόντων της πολιτικής τάξης, του επιχειρηματικού και δημοσιογραφικού κόσμου από τις μυστικές υπηρεσίες τις οποίες φέρεται να ελέγχει και να χρησιμοποιεί για «ύποπτους σκοπούς» το περιβάλλον του πρωθυπουργού.
Κατόπιν όλων αυτών και ενώπιον του κινδύνου να λάβει η πολιτική κρίση ανεξέλεγκτες διαστάσεις, υπό την πίεση του διεθνούς παράγοντα συμφωνήθηκε από τα τέσσερα μεγαλύτερα κόμματα η διενέργεια πρόωρων εκλογών για την 11η Δεκεμβρίου.
Ως αντανάκλαση της πολιτικής οξύτητας, στην προεκλογική εκστρατεία επικράτησε ρητορική έντασης, στην οποία αλληλοεκτοξεύτηκαν βαριές κατηγορίες.
Ο συνασπισμός του κ. Ζάεφ επικέντρωσε την κριτική του προς τον κ. Γκρούεφσκι σε ζητήματα διαφθοράς, κομματικοποίησης του κράτους, αυταρχισμού με κορυφαίο βεβαίως το ζήτημα των υποκλοπών, ενώ έκανε άνοιγμα και προς το αλβανικό στοιχείο συμπεριλαμβάνοντας για πρώτη φορά, Αλβανούς υποψηφίους στις εκλογικές λίστες.
Αυτό το τελευταίο, το άνοιγμα δηλαδή της αντιπολίτευσης στους Αλβανούς, «άρπαξε» ο κ. Γκρούεφσκι για να εμφανίσει στο σλαβομακεδονικό στοιχείο την αντιπολίτευση ως υπονομεύουσα την εθνική ταυτότητα του «μακεδονικού κράτους», υποστηρίζοντας, μάλιστα, ότι ο κ. Ζάεφ θα επιβάλει, σε περίπτωση που κυβερνήσει, την αλβανική γλώσσα ως δεύτερη επίσημη στη χώρα.
Παρότι ο εθνικιστικός λόγος κυριάρχησε, τουλάχιστον από την πλευρά του κ. Γκρουέφσκι, στα αξιοσημείωτα καταγράφεται η υποβάθμιση, κατά την προεκλογική σύγκρουση, της διένεξης με την Ελλάδα για το θέμα της ονομασίας που σε όλες τις προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις ήταν ψηλά στην ατζέντα των κομμάτων. Το γεγονός, πάντως, αποδίδεται στο ότι στο σύνολό τους οι σλαβομακεδονικοί εκλογικοί σχηματισμοί έχουν περίπου την ίδια θέση για το θέμα. Όσο για τους Αλβανούς, κυρίαρχο θέμα στις συγκεντρώσεις και τηλεοπτικές συζητήσεις του ήταν η ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ.