Στις αρχές του 1960, ο Carlos Franqui, διευθυντής του κουβανέζικου περιοδικού Revolucion, προσκάλεσε τον γάλλο φιλόσοδο Ζαν Πολ Σαρτρ να ταξιδέψει στην Κούβα. Ο φιλόσοφος αρχικά δίστασε.
Είχε διατηρήσει μια πικρή γεύση της Κούβας, όταν την επισκέφθηκε για πρώτη φορά δύο χρόνια νωρίτερα, την είχε βρει «ύποπτη, πόρνη της νύχτας». Δέχτηκε, τελικά, την πρόσκληση, πιθανότατα για να μπει στο μάτι των γαλλικών αρχών.
Από αυτό το ταξίδι που κράτησε ένα μήνα, από τον Φεβρουάριο ως τον Μάρτιο του 1960, και στο οποίο ο Σαρτρ συνοδευόταν από την Σιμόν ντε Μποβουάρ γεννήθηκε ένα μεγάλο ρεπορτάζ, Ouragan sur le sucre («Τυφώνας στη ζάχαρη»), το οποίο ο Σαρτρ δημοσίευσε στην εφημερίδα France-Soir, σε δεκαέξι συνέχειες, με στόχο να γνωρίσει το γαλλικό κοινό την κουβανέζικη επανάσταση. Ηταν ένας πραγματικός ύμνος στον Κάστρο και την επανάστασή του μολονότι τα καθεστωτικά της στοιχεία είχαν ήδη αρχίσει να διαφαίνονται.
Αυτό το κείμενο, κρυμμένο στο ντουλάπι της ιστορίας για καιρό, αναδημοσιεύτηκε από τις εκδόσεις Les Temps modernes, συνοδευόμενο από πρωτότυπεςσημειώσεις, με αποτέλεσμα να εκδοθεί ένα βιβλίο που ο Σαρτρ ουσιαστικά ποτέ δεν έγραψε. Ισως γιατί κατάλαβε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά... «Ο Σαρτρ γρήγορα κατάλαβε και καταδίκασε τις φρικτές όψεις του καστρισμού», γράφει ο εκδότης Claude Lanzmann στον πρόλογό του.
Η ίδια η Σιμόν ντε Μποβουάρ έγραψε πολυάριθμα άρθρα δικαιολογώντας τις εκτελέσεις αντιπάλων του Κάστρο. Μάλιστα, θα γράψει στο France Observateur: «Ο Φιντέλ Κάστρο αντέστρεψε τις έννοιες του πιθανού και του απίθανου. Είναι ένα είδος θαύματος. Γιατί τόλμησε να πιστέψει στις δυνατότητες του ανθρώπου».
Σαρτρ και Μποβουάρ στα γραφεία του κουβανέζικου περιοδικού:
Η επανάσταση ήταν 14 μηνών όταν ο Σαρτρ και η Μποβουάρ αποβιβάστηκαν στην Αβάνα. Ο Σαρτρ είχε ήδη αρθρογραφήσει για να αναλύσει την επανάσταση των νεαρών barbudos. «Πρόκειται για μια χώρα-αποικία», έγραφε, η οποία μόλις απελευθερώθηκε από την Ισπανία, έπεσε στην κυριαρχία των ΗΠΑ. Περιέγραφε την Κούβα ως μια χώρα «στραγγαλισμένη από την θεά ζάχαρη», την καλλιέργεια που φτιάχνει περιουσίες για μια μειονότητα και αφήνει στη μιζέρια την πλειοψηφία των χωρικών, έρμαια στον αναλφαβητισμό και στην πορνεία, «σε αυτή την επιδερμική αφθονία και την ύποπτη ευφορία» της Αβάνας, όπως είχε γράψει.
Ο Σαρτρ έγραψε και για την «γάγγραινα» των κυβερνήσεων που προηγήθηκαν της Επανάστασης στην Κούβα. Κατά τη γνώμη του, μόνο μια βίαιη ρήξη ήταν δυνατή απέναντι στη μιζέρια, την γενικευμένη διαφθορά και «το ασταθές μείγμα κυνισμού και ντροπής», όπως έγραψε.
Επί 48 ώρες, ο Σαρτρ και η Μποβουάρ συνοδεύουν τον Φιντέλ Κάστρο, ο οποίος τους κάνει τον γύρο του νησιού. Ο γάλλος συγγραφέας περιέγραψε επί μακρόν αυτόν «τον σκληρό νέο», ο οποίος συμβόλιζε την ενότητα και την κυριαρχία του κουβανέζικου λαού. Του αποδίδει «μια αδίστακτη αλαζονεία» και «ένα ασυμβίβαστο κουράγιο».
«Είμαι επαναστάτης από πεποίθηση» είχε εξομολογηθεί ο Κάστρο στον γάλλο φιλόσοφο. Ο Σαρτρ διαπίστωσε με τα ίδια του τα μάτια την τεράστια δημοτικότητα του Κάστρο. «Ο Φιντέλ σκέφτεται την ώρα που μιλάει ή μάλλον ξανασκέφτεται αυτό που θα πει αμέσως μετά: το ξέρει αλλά ωστόσο μόλις το έχει εφεύρει», γράφει. Μαγεμένοι, οι δύο γάλλοι στοχαστές, συναντούν και το δεύτερο έμβλημα της κουβανέζικης επανάστασης, τον Τσε Γκεβάρα. Απολαυστική η φωτογραφία στην οποία ο Σαρτρ, σχεδόν ευλαβικά, σκύβει για να ανάψει το πούρο που του προσφέρει ο διάσημος επαναστάτης!
Το μεγάλο θέμα των πρώτων μηνών της κουβανέζικης επανάστασης είναι η αγροτική μεταρρύθμιση. Φυσικά, μετά από δεκαετίες, έχει αποδειχθεί ότι η γεωργία είναι μια από τις μεγαλύτερες αποτυχίες του καθεστώτος Κάστρο. Ο Σαρτρ πιστεύει εκείνη την εποχή ότι «η μεγάλη απειλή έρχεται από τους πουριτανούς του Βορρά», όπως αποκαλεί τις ΗΠΑ. «Οι Γιάνκις έχουν μια ορισμένη άποψη για τη δημοκρατία: η πολιτική υποκύπτει στην οικονομία -ε, λοιπόν, ο Κάστρο πιστεύει ακριβώς το αντίθετο», γράφει.
Ο Κάστρο των ελίτ του Παρισιού
Πολύ μελάνι έχει χυθεί για τη γοητεία που ασκούσε ο Κάστρο στους γάλλους διανοούμενους και συγκεκριμένα σε μια πλούσια ελίτ του Saint-Germain-des-Prés, που σύχναζε στα ακριβά εστιατόρια και καφέ του κέντρου της γαλλικής πρωτεύουσας.
Για εκείνους, ο Lider Maximo, αντιπροσώπευε «την ελπίδα», τουλάχιστον για ένα μικρό διάστημα. Κι αυτό γιατί την 1η Ιανουαρίου 1959, στο μπαλκόνι του δημαρχείου του Σαντιάγκο της Κούβας, όταν ο Κάστρο αναγγέλλει την «αρχή της Επανάστασης», αυτή δεν είναι μαρξιστική, κομμουνιστική. Είναι προφανώς επανάσταση της Αριστεράς και εκπροσωπεί μια απίστευτη ελπίδα για ορισμένους διανοούμενους, οι οποίοι ήταν ήδη απογοητευμένοι από την σταλινική γραφειοκρατία της Σοβιετικής Ενωσης.
«Ο Κάστρο ήταν όλοι αυτοί οι νέοι άνθρωποι, αυτοί οι φοιτητές που είχαν κατορθώσει να νικήσουν μια δικτατορία, καθώς και τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό. Υπήρχε απέναντί τους μια άμεση συμπάθεια, σχεδόν χωρίς σκέψη», θυμάται ο πρώην σοσιαλιστής υπουργός του Μιτεράν, Τζακ Λανγκ. «Τα πρώτα μέτρα που πήρε ο Κάστρο, υπέρ της παιδείας, της υγείας, του πολιτισμού, μιλούσαν σε όλους όσοι ονειρεύονταν να συμβούν τα ίδια στη Γαλλία ή και αλλού», προσθέτει.
«Εκείνη τη στιγμή ο Φιντέλ εκπροσωπούσε μια ουτοπία. Και ορισμένοι την πίστεψαν, σχεδόν στα τυφλά».
Το 1960, η επίσκεψη του Σαρτρ και της Μποβουάρ αρκεί για να θεοποιήσει σχεδόν την καστρική επανάσταση στα μάτια των γάλλων διανοουμένων και της αντι-αμερικανικής αριστεράς. Η πίστη τους ήταν τόσο ολοκληρωτική που ο κουβανός εξόριστος Jacobo Machover, στο βιβλίο του Cuba l’accompagnement coupable, les compagnons de la barbarie (2010), καταγγέλλει τους διανοούμενους οι οποίοι «αρνήθηκαν να επικρίνουν τη φρίκη πίσω από τις εικόνες των δήθεν επαναστατών ηγετών τους οποίους μεταμόρφωναν σε ρομαντικούς ήρωες».
Η καταδίκη του 1071
Σε ό,τι αφορά τον Ζαν Πολ Σαρτρ η έλξη και ο μαγνητισμός σταματούν το 1971, όταν συλλαμβάνεται ο ποιητής Heberto Padilla. Ο γάλλος φιλόσοφος παίρνει οριστικά διαζύγιο από την Κούβα και τον Κάστρο και συνυπογράφει ένα κείμενο διαμαρτυρίας για την σύλληψη του κουβανού ποιητή. Και δεν διστάζει να κάνει την ταπεινωτική αυτοκριτική του.
Ο Κάστρο απάντησε στον Ζαν Πολ Σαρτρ και την Σιμόν ντε Μποβουάρ. Τους χαρακτήρισε, σε δήλωσή του, «πράκτορες της CIA» και τους απαγόρευσε «για πάντα» να μπουν στο έδαφος της Κούβας.