Μετά την αναχώρησή του από την Ελλάδα, ο Μπάρακ Ομπάμα ταξίδεψε στο Βερολίνο, οπού θα έχει σειρά συναντήσεων με Ευρωπαίους ηγέτες, ενώ θα έχει κατ' ιδίαν συνάντηση με την Ανγκελα Μέρκελ.
Επίκεντρο των συζητήσεων αναμένεται να είναι η παράταση των κυρώσεων οι οποίες έχουν επιβληθεί στη Ρωσία για την επέμβασή της στην Ουκρανία, καθώς και την πιθανή επιβολή νέων κυρώσεων για τους βομβαρδισμούς της στη Συρία, σύμφωνα με συγκλίνουσες πηγές.
Στη συνάντηση εκτός της Ανγκελα Μέρκελ θα συμμετάσχουν ο Φρανσουά Ολάντ, η Τερέζα Μέι, ο Ματέρο Ρέντσι και ο Μαριάνο Ραχόι.
Ο Τραμπ έχει αφήσει να εννοηθεί ότι μπορεί να επιδιώξει μια επαναπροσέγγιση με τη Ρωσία, γεγονός το οποίο θέτει εν αμφιβόλω το καθεστώς των κυρώσεων τις οποίες επέβαλαν η Ουάσινγκτον και οι Βρυξέλλες το 2014, μετά την επέμβαση της Μόσχας στην ανατολική Ουκρανία.
Γερμανός κυβερνητικός αξιωματούχος ανέφερε πως η πρόθεση είναι να παραταθούν οι κυρώσεις της ΕΕ σε βάρος της Ρωσίας, η ισχύς των οποίων εκπνέει στα τέλη του Ιανουαρίου, μέσα στις επόμενες εβδομάδες.
Οι Ευρωπαίοι ηγέτες, όπως μεταδίδει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, θα ζητήσουν από τον Ομπάμα να τους δώσει διευκρινίσεις για την κατάσταση, καθώς ο απερχόμενος Αμερικανός πρόεδρος συναντήθηκε τον Τραμπ στον Λευκό Οίκο για πάνω από μια ώρα την περασμένη εβδομάδα. Ο Ομπάμα έφθασε απόψε στο Βερολίνο, μετά την επίσκεψή του στην Ελλάδα.
«Βρισκόμαστε σε μια αληθινά κρίσιμη κατάσταση», ανέφερε ο γερμανός κυβερνητικός αξιωματούχος. «Πρέπει να αποτρέψουμε (το ενδεχόμενο να διαμορφωθεί) μια κατάσταση στην οποία η ΕΕ θα παρατείνει τις κυρώσεις και μετά ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ θα τις άρει», εξήγησε.
Μετά τη συνάντηση που είχε με τον Τραμπ, ο Ομπάμα προσπάθησε να καθησυχάσει τους συμμάχους των ΗΠΑ, διαβεβαιώνοντας ότι ο διάδοχός του θα διατηρήσει τις σχέσεις-κλειδιά της Ουάσινγκτον με τους συμμάχους της σε διεθνές επίπεδο, συμπεριλαμβανομένου του NATO.
Ευρωπαίοι αξιωματούχοι εκφράζουν εξάλλου την ανησυχία ότι η Ρωσία θα χρησιμοποιήσει το μεσοδιάστημα ως την ανάληψη της εξουσίας από τον Τραμπ για να εξαπολύσει νέες επιθέσεις στη Συρία και στην Ουκρανία. Σύμφωνα με μια διπλωματική πηγή, το ζήτημα της Συρίας θα τεθεί επίσης στη συνάντηση στο Βερολίνο: «η Συρία θα βρίσκεται οπωσδήποτε στην ατζέντα», ανέφερε μια από τις πηγές που επικαλείται το πρακτορείο Reuters.
Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο καταδίκασε τον περασμένο μήνα τους βομβαρδισμούς της Ρωσίας στο Χαλέπι και διεμήνυσε ότι θα προχωρήσει στην επιβολή επιπλέον κυρώσεων αν συνεχιστούν.
Ηγετικά στελέχη της συριακής αντιπολίτευσης αναμένεται να συναντηθούν με ευρωπαίους ηγέτες –συμπεριλαμβανομένης της επικεφαλής της διπλωματίας της ΕΕ, της Φεντερίκας Μογκερίνι– στις Βρυξέλλες επίσης μεθαύριο.
Σύμφωνα με μια δεύτερη πηγή, οι Ευρωπαίοι ηγέτες θέλουν να στείλουν ένα μήνυμα στον Τραμπ και να καταστήσουν δυσκολότερο γι' αυτόν να αντιστρέψει την αμερικανική πολιτική και να επιδιώξει μια επαναπροσέγγιση με τη Μόσχα.
Ομπάμα-Μέρκελ για τα οφέλη της εμπορικής συνεργασίας ΗΠΑ-Ε.Ε.
Σε κοινό τους άρθρο στο γερμανικό περιοδικό WirtschaftsWoche Μπάρακ Ομπάμα και Ανγκελα Μέρκελ μιλούν για τα οφέλη της εμπορικής συνεργασίας ΗΠΑ-Ε.Ε..
Οι Γερμανοί και οι Αμερικανοί μισθωτοί, εργάτες, καταναλωτές και αγρότες είναι βέβαιο ότι θα επωφεληθούν από τη συμφωνία ελεύθερων συναλλαγών ανάμεσα στην ΕΕ και τις ΗΠΑ (TTIP), που εξακολουθεί να αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, όπως σημειώνει το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
«Μια συμφωνία που συνδέει στενότερα τις οικονομίες των χωρών μας και που θεμελιώνεται πάνω σε κανόνες που είναι συμβατές με τις κοινές μας αξίες, θα μας βοηθήσει στην ανάπτυξη τις επόμενες δεκαετίες και να παραμείνουμε ανταγωνιστικοί σε παγκόσμιο επίπεδο», τόνισαν οι δύο ηγέτες σε άρθρο που δημοσιεύτηκε στο γερμανικό περιοδικό WirtschaftsWoche.
Οι νέες δηλώσεις στήριξης της Διατλαντικής Εταιρικής Σχέσης Εμπορίου και Επενδύσεων (TTIP) γίνονται έπειτα από την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ, ο οποίος είχε αναγάγει την κριτική και τις φραστικές επιθέσεις ενάντια σε διεθνείς εμπορικές συμφωνίες σε ακρογωνιαίο λίθο της προεκλογικής του εκστρατείας, υποστηρίζοντας ότι αυτές οι συμφωνίες στερούν θέσεις εργασίας από τους Αμερικανούς πολίτες.