Νέες «φωτιές» ανάβει στην κυβέρνηση ο ΣΕΒ, διαχωρίζοντας εκ νέου τη θέση του από τη γραμμή επαναφοράς των συλλογικών διαπραγματεύσεων, που επιχειρεί να χαράξει η Αθήνα στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές.
«Είναι ανεδαφικό να επιδιώκουμε την επαναφορά στο προ του 2009 ρυθμιστικό πλαίσιο της αγοράς εργασίας, το οποίο κατά την προσφιλή ελληνική πρακτική ήταν υπερρυθμισμένο, ενώ ταυτόχρονα συντηρούσε την υψηλή ανεργία νέων και γυναικών, την αδήλωτη εργασία και την εισφοροδιαφυγή. Η «ζούγκλα» στην αγορά εργασίας δεν είναι πρόσφατο φαινόμενο και σίγουρα δεν αφορά τη λειτουργία των οργανωμένων επιχειρήσεων. Γι’ αυτό οιαδήποτε προσπάθεια για την επαναφορά των στρεβλώσεων στην αγορά εργασίας θα είναι αντιπαραγωγική και θα χειροτερεύει τις προοπτικές για την απασχόληση», αναφέρει χαρακτηριστικά το Εβδομαδιαίο Δελτίο του ΣΕΒ, συμπληρώνοντας, ωστόσο, ότι οι ρυθμίσεις στην αγορά εργασίας από μόνες τους δεν αρκούν, καθώς απαιτείται ταχεία απελευθέρωση των αγορών προϊόντων και υπηρεσιών.
Επικαλούμενος στοιχεία μελετών του Πανεπιστημίου του Άμστερνταμ και του ΟΟΣΑ, ο ΣΕΒ βάζει στο στόχαστρο του το πλαίσιο ρύθμισης των εργασιακών σχέσεων, που ίσχυε ως το 2009, δηλαδή μέχρι το ξέσπασμα της κρίσης, χαρακτηρίζοντας το «υψηλής ρυθμιστικής παρέμβασης». Ειδική αναφορά γίνεται, μάλιστα, στη Διαιτησία και στην δυνατότητα μονομερούς προσφυγής, με δεσμευτικό αποτέλεσμα, η οποία σύμφωνα με το ΣΕΒ αποτελεί παγκόσμια ιδιαιτερότητα της Ελλάδας, η οποία καταργήθηκε το 2012 αλλά επανήλθε σε ισχύ μετά από την απόφαση του ΣτΕ περί αντισυνταγματικότητας της κατάργησης.
Το τρίπτυχο της αιχμηρής κριτικής του ΣΕΒ, συμπληρώνει η επεκτασιμότητα (δηλαδή η επέκταση των κλαδικών συμβάσεων και σε μη μέλη των σωματείων) και η συρροή (δηλαδή η υποχρεωτική εφαρμογή των πιο ευνοϊκών συμφωνιών για τους εργαζόμενους), με την επισήμανση ότι αυτός ο τριπλός συνδυασμός είχε λειτουργήσει στα χρόνια πριν την κρίση ως ένας μηχανισμός αύξησης των αποδοχών με έντονα χαρακτηριστικά αυτοματισμού, ανεξάρτητα των επιδόσεων και της παραγωγικότητάς, ειδικά σε ορισμένους κλάδους και τομείς της οικονομίας αλλά και σε ορισμένα επαγγέλματα, πλήττοντας τελικά την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
Σε ό,τι αφορά στις ομαδικές απολύσεις, σύμφωνα με τα στοιχεία που καταγράφει ο ΟΟΣΑ, ο ΣΕΒ θεωρεί ότι η Ελλάδα συνεχίζει να έχει μια συγκριτικά αυστηρή προσέγγιση ως προς τον ορισμό του τι συνιστά «ομαδική απόλυση», καθώς και ένα σχετικά υψηλό κόστος για την επιχείρηση που αναγκάζεται κάτω από εξαιρετικά δυσάρεστες εξελίξεις και την πίεση επιβίωσης να προχωρήσει σε ομαδικές απολύσεις.