Ενώπιον εξαιρετικά επώδυνων επιλογών ή τετελεσμένων κινδυνεύει να βρεθεί η κυβέρνηση, αν ναυαγήσει η εν εξελίξει ευρωπαϊκή πρωτοβουλία για τη γεφύρωση του χάσματος ΔΝΤ- Βερολίνου.
Για να συμμετάσχει χρηματοδοτικά το Ταμείο σε νέο πρόγραμμα για την Ελλάδα, απαιτεί ή βιώσιμα πλεονάσματα που δεν θα ξεπερνούν το 1,5% μεσομακροπρόθεσμα ή «αιματηρές» μεταρρυθμίσεις. Σε κάθε περίπτωση, οι όποιοι δημοσιονομικοί και μεταρρυθμιστικοί στόχοι θα πρέπει να συνοδευτούν από γενναία μέτρα ελάφρυνσης του Χρέους, όπως η επιμήκυνση όλων των δανείων που έχει λάβει ως τώρα η Ελλάδα από 14 ως 30 έτη, το «φιξάρισμα» των επιτοκίων στο 1,5% ως το 2040 ή ακόμα και ο μηδενισμός τους ως το 2050 εάν οι μακροοικονομικές (ΑΕΠ) και οι δημοσιονομικές (πλεόνασμα) επιδόσεις είναι χαμηλότερες.
Σε αυτή την περίπτωση, με δεδομένο ότι οι δημοσιονομικές απαιτήσεις του Ταμείου «ακουμπάνε» και στη διετία 2017- 2018, ακόμα κι αν υποτεθεί ότι οι Ευρωπαίοι και ειδικά το Βερολίνο καλύψουν τις απαιτήσεις για το Χρέος έστω σε επίπεδο δέσμευσης και όχι οριστικών αποφάσεων, η Αθήνα θα δεχθεί αφόρητες πιέσεις για περικοπές στις καταβαλλόμενες κύριες συντάξεις με κατάργηση ή «ψαλίδισμα» της προσωπικής διαφοράς, για περαιτέρω μείωση του αφορολογήτου έτσι ώστε να μην καλύπτει πάνω από το 10% (από 50% περίπου σήμερα) μισθωτών- συνταξιούχων, για απόλυτο σάρωμα στις εργασιακές σχέσεις.
Εάν πάλι το Ταμείο δεν πάρει από τους Ευρωπαίους αυτό που θέλει- ήδη σύμφωνα με πληροφορίες στα ευρωπαϊκά κέντρα αποφάσεων επεξεργάζονται σενάρια εργασίας χωρίς την ενεργό παρουσία του ΔΝΤ- και μείνει εκτός ελληνικού προγράμματος ή περιοριστεί σε ρόλο τεχνικού συμβούλου, η Ελλάδα αφενός θα περιοριστεί σε μέτρα ελάφρυνσης του Χρέους που χαρακτηρίζονται ως διαχειριστικού χαρακτήρα αφετέρου θα υποχρεωθεί στη διατήρηση πλεονασμάτων 3,5% για μια δεκαετία, με ό,τι μπορεί να συνεπάγεται αυτό για την ανάγκη λήψης πρόσθετων μέτρων άρα και τις προοπτικές δυναμικής ανάκαμψης.
Σημειωτέον ότι οι αγορές περιμένουν το σήμα από την Ανάλυση Βιωσιμότητας του ΔΝΤ- η οποία ουσιαστικά θα «μετρά» τις παρεμβάσεις ελάφρυνσης που θα προτείνουν οι Ευρωπαίοι- προκειμένου να αξιολογήσουν αν η Ελλάδα μπορεί να ξανασταθεί μόνη της στα πόδια της ή αν το πρόβλημα διαιωνίζεται. Επιπλέον, η ΕΚΤ αν και θα κινηθεί αυτόνομα, με δική της Ανάλυση Βιωσιμότητας προκειμένου να αποφασίσει για το αν θα συμπεριλάβει την Ελλάδα στο Πρόγραμμα Ποσοτικής Χαλάρωσης, θα βρεθεί αναμφίβολα σε δύσκολη θέση να πάει κόντρα στο ρεύμα των αγορών και των υπολογισμών του Ταμείου, όσο κι αυτοί χαρακτηρίζονται υπερβολικά απαισιόδοξοι.