Για τη σχέση του Φρανσουά Μιτεράν με την Αν Πενζό γράφει ο Μπερνάρ-Ανρί Λεβί, Γάλλος φιλόσοφος, σχολιάζοντας τα γράμματα που έστελνε ο Μιτεράν στην ερωμένη του.
Γράφει συγκεκριμένα ο Λεβί:
«Ποτέ δεν ξέρουμε τι μας επιφυλάσσει το παρελθόν. Η φράση αυτή της Φρανσουάζ Σαγκάν κολλάει γάντι στην περίπτωση του φίλου της, Φρανσουά Μιτεράν. Για τον πρώην πρόεδρο γνωρίζαμε ότι ήταν μια σύνθετη και ρομαντική προσωπικότητα. Δεν φανταζόμασταν όμως ποτέ ότι αυτός ο ρομαντισμός του θα τον οδηγούσε τόσο βαθιά στην τέχνη της διπλής ζωής. Από τη μια πλευρά ο φλωρεντίνος, ειδικός στην τέχνη της γοητείας, ευμετάβλητος, κυνικός. Από την άλλη ο αισθαντικός ποιητής, στανταλιανός, ερωτευμένος με τον μεγάλο έρωτα, πιστός και ειλικρινής σε απελπιστικό βαθμό. Κι ανάμεσα στους δύο, τόσο λίγα σημεία επαφής που νομίζει κανείς ότι δύο άνθρωποι συνυπάρχουν στο ίδιο σώμα και μοιράζονται το ίδιο μυαλό.
Η συνέπεια του γεγονότος αυτού είναι διπλή. Οι αρετές που αποκτήθηκαν στην πρώτη σκηνή, η τέχνη του ελιγμού και της χειραγώγησης στις οποίες ο σοσιαλιστής ηγέτης ήταν άσος, μοιάζει ξαφνικά να μη χρησιμεύουν πολύ μπροστά στα δράματα της δεύτερης, στο μερίδιο του πόνου και της μοναξιάς που του αντιστοιχούσε (ο Φρανσουά Μιτεράν στον αντίποδα του Ντε Λακλό, του ερωτευμένου στρατηγού που κατακτούσε τις γυναίκες όπως τις πόλεις). Σε αυτές τις 1.200 σελίδες των επιστολών που έστελνε ο Μιτεράν στην ερωμένη του, την Αν Πενζό, δύσκολα βρίσκει κανείς ίχνη των γεγονότων που οριοθέτησαν την πρώτη σκηνή: λίγες σελίδες για το 1981, τίποτα για το ’68, τίποτα για το 1965. Σαν να είχε ζήσει με βάση δύο ημερολόγια, ένα ημερολόγιο της επίσημης ιστορίας και ένα μυστικό ημερολόγιο όπου οι σημαδιακές ημερομηνίες είναι ένα δειλινό στο Οσγκόρ ή μια νύχτα με την αγαπημένη. Είναι μια επέκταση του προυστιανού νόμου που ορίζει ότι σε κάθε συγγραφέα συνυπάρχουν ένα κοινωνικό εγώ κι ένα βαθύτερο εγώ, που δεν έχουν τίποτα κοινό μεταξύ τους. Τον περίφημο «διαχωρισμό», ο Μιτεράν δεν τον είχε κάνει μόνο ανάμεσα στους συγγενείς και τους φίλους του, αλλά ανάμεσα στους δύο του εαυτούς – όπως εκείνοι οι δύο θεολόγοι του Μπόρχες που συνειδητοποιούν μόλις στο τέλος της ιστορίας ότι ήταν το ίδιο πρόσωπο.
Η άλλη έκπληξη των επιστολών που δημοσιοποιήθηκαν είναι ότι η υπόθεση έμεινε για τόσον καιρό μυστική. Υπάρχουν ασφαλώς προηγούμενα. Ερχεται στο μυαλό ο Πολ Βαλερί, που όλος ο κόσμος θεωρούσε ότι ήταν σαν τον κύριο Τεστ, ευφυής και ψυχρός, για να ανακαλυφθεί στο τέλος ότι έτρεφε ένα ασίγαστο πάθος για τη Ζαν Βουαλιέ. Ή ο Ζολά, που μέχρι το τέλος της ζωής του ήταν διχασμένος ανάμεσα στην Αλεξαντρίν και την παραδουλεύτρα του. Ή ακόμη ο Λέων Γαμβέτας (Λεόν Γκαμπετά) και η Λεονί Λεόν, που ζούσε στη σκιά του για δέκα χρόνια και που ο κόσμος έμαθε επίσης το πάθος τους διαβάζοντας χιλιάδες επιστολές που δημοσιεύτηκαν μετά τον θάνατό τους.
Αλλά ο Μιτεράν δεν ήταν Γαμβέτας. Τα «Γράμματα στην Αν» χαρακτηρίζονται από μια πολύ υψηλότερη λογοτεχνική ποιότητα. Εκτός αυτού, όμως, ήταν κι ένας άνθρωπος τον οποίο παρακολουθούσαν και φώτιζαν οι φακοί της εποχής του περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο πρόεδρο της Δημοκρατίας. Ηταν μάρτυρας μιας εποχής όπου είχε αρχίσει να απαγορεύεται σε οποιονδήποτε, και κυρίως σε έναν πολιτικό, να έχει μια μυστική ζωή. Παρ’όλα αυτά, ο έρωτάς του με την Πενζό παρέμεινε μυστικός για όσον καιρό το είχε αποφασίσει εκείνος (το 1994 δημοσιεύτηκαν στο Paris Match οι φωτογραφίες της κόρης του Μαζαρίν…) και εκείνη (όπως, φυσικά, και οι δύο γιοι). Χρειάστηκε γι’αυτό να ασκηθεί με επιδεξιότητα η τέχνη της συγκάλυψης, αλλά και η τέχνη της ευτυχίας. Ο δάσκαλος του Μιτεράν ήταν πράγματι ο Σταντάλ…
Το ωραιότερο στοιχείο όμως αυτής της ιστορίας είναι η διάψευση εκείνου του κλισέ που λέει ότι ο έρωτας πεθαίνει όταν στερείται το οξυγόνο της κοινωνικής ζωής. Υπάρχει ένας άλλος συγγραφέας που πίστευε ακράδαντα σε αυτό το κλισέ. Λεγόταν Αλμπέρ Κοέν, είχε γεννηθεί στην Κέρκυρα και τον θαύμαζε επίσης ο Μιτεράν. Να γνώριζε άραγε ο τελευταίος όταν έλεγε το 1977 στον Μπερνάρ Πιβό ότι ο Κοέν ήταν μαζί με τον Προυστ «δύο από τους μεγαλύτερους συγγραφείς αυτού του αιώνα» πως ζούσε ο ίδιος μια προσωπική περιπέτεια που διέψευδε τον κοενιανό πεσιμισμό; Άλλο ένα μυστήριο. Να όμως ένα βιβλίο που δείχνει πώς ένας μεγάλος έρωτας μπορεί να ζήσει όχι παρά, αλλά χάρις στη σκιά της ερήμου, όπου δεν μπορεί να υπολογίζει κανείς παρά μόνο στις δυνάμεις της ηδονής. Να δύο εραστές, που αντίθετα με τον Σολάλ και την Αριάν (τους ήρωες της «Ωραίας του Κυρίου», του Κοέν), κρατούσαν τον ίδιο βηματισμό ενώ ο αέρας γύρω τους λιγόστευε. Να η απίστευτη ιστορία ενός έρωτα που έζησε για 32 χρόνια και όπου η επιθυμία θριάμβευσε μέχρι τέλους.
Δημοσιοποιώντας με ευπρέπεια και κομψότητα αυτή την ιστορία που ήταν κομμάτι και της δικής της ζωής, η Αν Πενζό δεν εμπλουτίζει απλώς το πορτρέτο του προέδρου που αγάπησε, αλλά και τη μακρά και όμορφη ιστορία της ερωτικής λογοτεχνίας».