Ήταν 16 Δεκεμβρίου του 2015, όταν το υπουργείο Οικονομικών με ανακοίνωσή του προανήγγειλε διάταξη νόμου, με την οποία θα προστατευόταν η πρώτη κατοικία έναντι πλειστηριασμών για χρέη προς το Δημόσιο.
Το ημερολόγιο δείχνει 13 Οκτωβρίου του 2016 και ακόμα βρισκόμαστε στο στάδιο της προαναγγελίας.
Πριν από δέκα μήνες, η κυβέρνηση ψήφισε μετά από δύσκολες διαπραγματεύσεις με τους δανειστές το νέο πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας για χρέη προς τις τράπεζες, προβλέποντας εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια, που περιόριζαν επί της ουσίας την «ομπρέλα» του νόμου Κατσέλη σε νοικοκυριά που κατά τεκμήριο αδυνατούν ή δυσκολεύονται να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους. Τότε, λοιπόν, επειδή αίρονταν οι περιορισμοί στις κατασχέσεις και στους πλειστηριασμούς, οι οποίοι είχαν ανασταλεί λόγω των προβλημάτων που είχαν προκαλέσει τα capital controls, το υπουργείο Οικονομικών αισθάνθηκε την ανάγκη να προαναγγείλει ανάλογο προστατευτικό πλαίσιο και για όσους χρωστάνε σε εφορίες και ασφαλιστικά ταμεία. Ωστόσο κάτι τέτοιο δεν έγινε ως σήμερα, παρά το ότι στην ίδια ανακοίνωση το υπουργείο αναγνώριζε ότι η πρώτη κατοικία είναι εκτεθειμένη λόγω των προϊσχυουσών διατάξεων του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων.
Είναι, μάλιστα, απορίας άξιον το γιατί δεν τέθηκε το θέμα στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές, οι οποίες ως γνωστόν ολοκληρώθηκαν μόλις τον περασμένο Μάιο. Καθ’ όλη τη διάρκεια αυτών των συζητήσεων, ούτε από την ελληνική πλευρά διέρρευσε ποτέ ότι υπήρξε έστω νύξη για το ζήτημα, ούτε από το στρατόπεδο των δανειστών υπήρξαν πληροφορίες για το ότι τέθηκε στο τραπέζι. Άλλωστε και στα επίσημα κείμενα της Κομισιόν και του ΔΝΤ δεν υπάρχει η παραμικρή αναφορά, που να παραπέμπει σε διαβούλευση επί μιας τέτοιας νομοθετικής παρέμβασης.
Το ερώτημα είναι αν πρόκειται για παράβλεψη της ελληνικής πλευράς ή για βέτο που έβαλε το Κουαρτέτο σε ανύποπτη στιγμή. Σε κάθε περίπτωση το αποτέλεσμα είναι το ίδιο και το γεγονός ότι υπάρχει πάγια εντολή στις εφορίες για την αποφυγή τέτοιων μέτρων, δεν αναιρεί το γεγονός ότι δεν υπάρχει νομοθετική κάλυψη. Η πικρή εμπειρία της τελευταίας εξαετίας δείχνει, άλλωστε, ότι οι δανειστές εκδηλώνουν αλλεργικά συμπτώματα κάθε φορά που τίθεται από τις ελληνικές κυβερνήσεις ζήτημα προστασίας και είναι ενδεικτική η σκληρή στάση που κράτησαν όχι μόνο στις αλλαγές του νόμου Κατσέλη αλλά και στην αυστηροποίηση των προθεσμιών εντός των οποίων οι φορολογούμενοι πρέπει να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους, έτσι ώστε να μη χάνουν τις ρυθμίσεις οφειλών.
Η συγκεκριμένη περίπτωση- της προστασίας της πρώτης κατοικίας έναντι του Δημοσίου- έχει δύο ιδιομορφίες. Κατ’ αρχάς, οφειλές που μπαίνουν σε ρύθμιση κατά τεκμήριο «αφοπλίζουν» τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης άρα δεν συντρέχουν κατά ανάγκη οι προϋποθέσεις εφαρμογής ανάλογου πλαισίου με αυτό που ισχύει για χρέη προς τις τράπεζες, παρά μόνο για ακραίες περιπτώσεις, αδυνατίζοντας έτσι την επιχειρηματολογία της ελληνικής πλευράς. Από την άλλη, υπάρχουν ήδη δικαστικές αποφάσεις, όπως η 105/2012 του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, η οποία ακύρωσε πλειστηριασμό πρώτης κατοικίας για χρέη προς το Δημόσιο, λόγω των πολύ χαμηλών εισοδημάτων του οφειλέτη, θεωρώντας ότι «η έκδοση του ένδικου προγράμματος έλαβε χώρα καθ’ υπέρβαση των άκρων ορίων της διακριτικής ευχέρειας του Δημοσίου, με δεδομένο ότι το εκτιθέμενο σε πλειστηριασμό ακίνητο αποτελούσε τη μοναδική κατοικία του φορολογούμενου».
Το ερώτημα, πλέον, είναι αν η κυβέρνηση θα προχωρήσει μονομερώς στην κατάθεση και ψήφιση της σχετικής διάταξης ή αν θα προηγηθεί συνεννόηση με την πλευρά των δανειστών, όπως προβλέπει ρητώς το Μνημόνιο. Στη δεύτερη περίπτωση, μένει να διαπιστωθεί αν το πολιτικό και νομικό οπλοστάσιο της ελληνικής διαπραγματευτικής ομάδας θα κατορθώσει να κάμψει τις αναμενόμενες αντιστάσεις της άλλης πλευράς.
Προστασία πρώτης κατοικίας από χρέη προς το Δημόσιο
Διοικητική δικονομία-Πλειστηριασμός ακινήτου